Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ: ΣΥΡΙΑ – ΙΣΡΑΗΛ
Οι Αραβοϊσραηλινές συγκρούσεις έχουν απασχολήσει όσο λίγες την διεθνή αμυντική ειδησεογραφία και ανάλυση. Μεγάλο μέρος τους ωστόσο καλύπτεται από ένα πέπλο επιτηδευμένης και κατασκευασμένης “αλήθειας”, απόρροια διαφόρων ειδών σκοπιμοτήτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι εναέριες αναμετρήσεις ανάμεσα στις πολεμικές αεροπορίες του Ισραήλ και της Συρίας, καθ’ όλη την διάρκεια της δεκαετίας του ’80. Αν και την προσοχή έχουν συγκεντρώσει οι αερομαχίες που έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια της επιχείρησης “Ειρήνη στην Γαλιλαία”, η αλήθεια είναι πως οι αναμετρήσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές ήταν πολύ τακτικότερες από ό,τι είναι ευρέως γνωστό. Γενικά η αντιπαράθεση και τα επεισόδια ανάμεσα σε στρατιωτικές δυνάμεις χωρών, ειδικά αν αυτές βρίσκονται σε κατάσταση χρόνιας αντιπαλότητας, είναι αρκετά συχνά, ασχέτως του τι είδος πληροφόρηση εξάγεται προς την κοινή γνώμη. Και σταματάμε εδώ…
Περιορίζοντας την αναζήτηση μας για τα αεροπορικά “θερμά” επεισόδια ανάμεσα σε Συρία και Ισραήλ από την δεκαετία του ’80 και έπειτα, έχουμε να κάνουμε ορισμένες ενδιαφέρουσες επισημάνσεις. Μετά τον πόλεμο του 1973 (“Πόλεμος της Εξιλέωσης”), η Συρία δεν ακολούθησε το παράδειγμα της Αιγύπτου, και δεν προχώρησε σε εξομάλυνση των σχέσεων της με το Ισραήλ. Αντιθέτως μάλιστα, το Παλαιστινιακό πρόβλημα και το ξέσπασμα του αιματηρού εμφυλίου πολέμου στον Λίβανο, έδωσαν περαιτέρω λαβές για διαιώνιση της διαμάχης ανάμεσα σε Συρία και Ισραήλ.
Η διαμάχη αυτή είχε, όπως ήταν φυσικό, και τις θερμές της «εκρήξεις» με αποκορύφωμα τον Πρώτο Πόλεμο του Λιβάνου το 1982, όπου ενεπλάκησαν στρατιωτικές δυνάμεις και από τα δύο μέρη. Η δυτικόστροφη μελέτη επί αυτών των αναμετρήσεων απέφυγε εντέχνως και επιμελώς την ανάδειξη και την προβολή πληροφοριών από την “άλλη πλευρά του λόφου” για πολλούς και διάφορους λόγους, που περιλαμβάνουν από θέματα γοήτρου και φτάνουν έως ζητήματα “υψηλής” πολιτικής.
Επειδή το μεγαλύτερο μέρος των αναμετρήσεων έλαβε χώρα κατά την διάρκεια του “Ψυχρού Πολέμου”, όπου οι Άραβες χρησιμοποιούσαν Σοβιετικά όπλα, ενώ το Ισραήλ αμερικανικά και ευρωπαϊκά, και επειδή το παγκόσμιο Σιωνιστικό κίνημα έλεγχε (και ελέγχει) τα διεθνή μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης, επιβλήθηκε μια συστηματική συσκότιση των πραγματικών περιστατικών και παραμέτρων των συγκρούσεων Ισραήλ – Αράβων και εν τω προκειμένω με την Συρία.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, η είσοδος στην εποχή του διαδικτύου και της ελεύθερης διακίνησης γνώσεων, καθώς και το άνοιγμα των σοβιετικών αρχείων, κατέστησαν ευκολότερο στους ερευνητές, που βασίζονται σε ανοιχτές πηγές ενημέρωσης, να μελετήσουν τα περιστατικά των Αραβοϊσραηλινών συγκρούσεων και τις σχετικές παραμέτρους τους, και να καταλήξουν στην αντικειμενικότερη εξαγωγή συμπερασμάτων.
Πριν αρχίσουμε την εξιστόρηση των συμβάντων, θα μας επιτραπεί μια μεγάλη παρένθεση.
Στη Δύση, καθ’ όλη την διάρκεια του “Ψυχρού” πολέμου, επικρατούσε μια απαξιωτική αντίληψη για τα Ανατολικής (ρωσικής και άλλων χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας) προελεύσεως οπλικά συστήματα. Η κυρίαρχη άποψη τα ήθελε χαμηλής ποιότητας κατασκευής, ιδιαιτέρως μη φιλικά απέναντι στον χρήστη, και κατώτερων τεχνικών και επιχειρησιακών επιδόσεων σε σχέση με τα δυτικά αντίστοιχα, πραγματικά «φθηνοκατασκευές».
Αυτή η άποψη ήταν απόρροια τόσο της μεροληπτικής εκτίμησης γα την απόδοση των Ανατολικών συστημάτων σε συρράξεις ανά την υφήλιο, όσο και της ιδεολογικής προκατάληψης του Δυτικού κόσμου απέναντι στα προϊόντα του “υπαρκτού σοσιαλισμού”.
Ρόλο σε αυτήν την άποψη έπαιξαν επίσης και οι γνωστές εμπορικές πρακτικές των Δυτικών εταιρειών οπλικών συστημάτων, που υποβάθμιζαν σκόπιμα την επιχειρησιακή αξία των Ανατολικών οπλικών συστημάτων και αντιστοίχως υπερεκθείαζαν τις δυνατότητες των δικών τους.
Ο βασικός ωστόσο λόγος δεν ήταν άλλος από την αναγκαιότητα επίδειξης εικόνας ανωτερότητας των Δυτικών όπλων και συνακόλουθα των στρατιωτικών οργανισμών που τα χρησιμοποιούσαν έναντι των Ανατολικών ομολόγων τους, ώστε να καμφθεί ακόμα και η θέληση των εχθρών της Δύσης να επιτεθούν ή αντισταθούν. Η παραφιλολογία που γέννησε αυτήν την διαστρέβλωση της πραγματικότητας έφθασε σε τέτοια στρεβλά επίπεδα που, από ένα σημείο και μετά, η πληροφοριακή συσκότιση αναφορικά με τις συγκρούσεις όπου ενεπλάκησαν Δυτικά οπλικά συστήματα με Ανατολικά (με το Ισραήλ να είναι η κύρια αντιπροσωπευτική χώρα, καθώς διεξήγαγε αλλεπάλληλους πολέμους) να είναι τέτοια, που να είναι πολύ δύσκολο να εξαχθούν αντικειμενικά συμπεράσματα σχετικά με τι πραγματικά έλαβε χώρα σε εκείνες τις συγκρούσεις.
Επιστρέφοντας στην εξιστόρηση των εναέριων αναμετρήσεων ανάμεσα σε Ισραήλ και Συρία, θα λάβουμε ως “εναρκτήριο λάκτισμα” το συμβάν που έλαβε χώρα τον Απρίλιο του 1981. Σε εκείνο το συμβάν δύο συριακά MIG-25PD κλήθηκαν να αναχαιτίσουν ένα “άγνωστο” ίχνος (κάτι που ταυτοποιήθηκε αργότερα ως ένα ισραηλινό φωτοαναγνωριστικό RF-4E), που πετούσε άνωθεν των Υψωμάτων του Γκολάν. Εκείνο που δεν γνώριζαν οι Σύριοι ήταν πως το μοναχικό RF-4E πετούσε σε αποστολή “δολώματος”, προκειμένου να προκαλέσει την αντίδραση της Συριακής αεροπορίας και να οδηγήσει τα αεροσκάφη της σε μια καλά υπολογισμένη παγίδα. Την τελευταία αποτελούσε ένα ζεύγος μαχητικών F-15A Eagle, τα οποία πετούσαν σε χαμηλό ίχνος, κάτω από τον ορίζοντα των συριακών ραντάρ. Την κατάλληλη στιγμή, τα F-15 «σκαρφάλωσαν» σε μεγάλο ύψος και εκτόξευσαν από ένα ζεύγος βλημάτων αέρος-αέρος AIM-7F Sparrow. Ένα βλήμα έπληξε ένα συριακό MIG-25, το οποίο κατέπεσε φλεγόμενο. Το έτερο συριακό MIG-25 κατάφερε να απεμπλακεί, δίχως περαιτέρω συνέχεια.
Λίγους μήνες αργότερα, πιο συγκεκριμένα τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, το σκηνικό επαναλήφθηκε με αντίστροφη φορά. Δύο ζεύγη ισραηλινών F-15A κλήθηκαν να αναχαιτίσουν ένα MIG-25R που πετούσε σε αποστολή αναγνώρισης πάνω από το Γκολάν. Μόλις τα ισραηλινά αεροσκάφη έφτασαν στην περιοχή, έκαναν ξαφνικά την εμφάνιση τους δύο συριακά MIG-25PD, που εκτόξευσαν προς την κατεύθυνση των αντίπαλων αεροσκαφών από ένα ζεύγος βλημάτων R-40, το ένα με καθοδήγηση ραντάρ (SARH) και το άλλο με καθοδήγηση υπερύθρων (IR). Ένα βλήμα έπληξε ένα ισραηλινό F-15, το οποίο και συνετρίβη στην ισραηλινή πλευρά των συνόρων. Ένα συριακό MIG-25PD έγινε στόχος ενός ζεύγους βλημάτων AIM-7F, με το ένα βλήμα να καταφέρνει να το πλήξει και κατέπεσε και αυτό. Τα υπόλοιπα αεροσκάφη και από τις δύο πλευρές αποχώρησαν, μετά από εντολή που έλαβαν από τα φίλια δίκτυα συχνοτήτων.
Η επόμενη μείζονα αναμέτρηση ανάμεσα στις δύο αεροπορικές δυνάμεις έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 1982, κατά την διάρκεια της ισραηλινής επιχείρησης “Ειρήνη στη Γαλιλαία”. Η ουσιαστική εμπλοκή της Συριακής αεροπορίας άρχισε την 6η Ιουνίου και κορυφώθηκε το διάστημα 8-11 Ιουνίου, με πλήθος εναέριων εμπλοκών να καταγράφονται και μεγάλο αριθμό αεροσκαφών να καταρρίπτεται. Η ισραηλινή εκδοχή της όλης ιστορίας μιλάει για 70-102 καταρρίψεις συριακών μαχητικών από ισραηλινής πλευράς, έναντι μηδαμινών απωλειών για την ίδια. Πέραν της προφανώς ύποπτης ευρείας διαφοράς στον αριθμό περί καταρριφθέντων συριακών μαχητικών (70 έως 102), αναντιστοιχία καταγράφεται στους διδόμενους αριθμούς καταρρίψεων από τις ισραηλινές ανακοινώσεις. Συγκεκριμένα, οι παρατιθέμενοι αριθμοί καταρρίψεων από ισραηλινά μαχητικά (F-15 και F-16) δίνουν αθροιστικά αριθμό άνω των 102 αεροσκαφών. Το ίδιο συμβαίνει και με τον αριθμό των καταρρίψεων που πέτυχαν συγκεκριμένα όπλα ( AIM-7F Sparrow, AIM-9L Sidewinder και Python-3).
Οι συριακές πηγές δίνουν αντίθετα μια πιό ρεαλιστική και αληθοφανή εκδοχή των γεγονότων. Σύμφωνα με αυτές, η Συριακή αεροπορία απώλεσε συνολικά 83 μαχητικά και επιθετικά αεροσκάφη, με τα 71 να πέφτουν θύματα ισραηλινών μαχητικών αεροσκαφών και τα υπόλοιπα 12 αντιαεροπορικών συστημάτων I-HAWK και M-163 VADS. Η Συριακή αεροπορία απο την πλευρά της κατόρθωσε να καταρρίψει σε αερομαχίες 14 μαχητικά αεροσκάφη και ένα αεροσκάφος AEW&C. Τα έξι αεροσκάφη (F-16A στο σύνολο τους) κατερρίφθησαν από MIG-23MF με χρήση βλημάτων R-23T και R-23R. Άλλα δύο ισραηλινά F-4E κατερρίφθησαν από ζεύγη MIG-23MS με συνδυασμό χρήσης βλημάτων IR R-2S και R-13 καθώς και πυροβολων των 23 mm. Τα MIG-21bis και MIG-21PMF πιστώθηκαν την κατάρριψη έξι ισραηλινών μαχητικών (ανάμεσα τους τρία A-4 Skyhawk, δύο F-4E και ένα Kfir). Ένα F-15A Eagle επλήγη από βλήμα IR R-60 που εκτόξευσε ένα MIG-21bis, πλην όμως κατόρθωσε να επιστρέψει στην βάση του, έστω με την δεξιά του πτέρυγα κατεστραμμένη.
Ένα AWACS E-2C Hawkeye κατερρίφθη, στα πλαίσια μιας αποστολής “Silver Bullet”, όπως καταγράφεται στην ΝΑΤΟϊκή ορολογία, από ένα MIG-23MF με την χρήση βλήματος SARH R-24.
Οι Σύριοι δίνουν έναν λόγο απωλειών 71:14 [αν και κάποιες συριακές πηγές κάνουν λόγο για 42 (!) καταρριφθέντα ισραηλινά αεροσκάφη, ανάμεσα τους τρία F-15 και έξι F-16] εις βάρος τους, γεγονός που κάνει τους ισχυρισμούς τους πιο αξιόπιστους. Πέραν αυτού, η Συριακή αεροπορία έπληξε κατ’ επανάληψη με μαχητικά- βομβαρδιστικά MIG-23BN και επιθετικά SU-22 φάλαγγες και συγκεντρώσεις ισραηλινών στρατευμάτων, καταφέρνοντας τους σοβαρές απώλειες. Ανάλογη ήταν και η απόδοση των ελικοπτέρων Mi-25 Hind και κυρίως των SA.342 Gazelle με χρήση αντιαρματικών βλημάτων HOT, που υποστήριξαν επιτυχώς τις προσπάθειες των συριακών στρατευμάτων στο έδαφος. Συνολικά λοιπόν η απόδοση της Συριακής αεροπορίας απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί κάκιστη, όμως ισχυρίζεται το Ισραήλ και η Δύση επί δεκαετίες. Αντίθετα, η Συριακή άποψη για την πραγματικότητα είναι αρκετά πιό “ισορροπημένη”.
Οι εναέριες αναμετρήσεις συνεχίστηκαν και το επόμενο διάστημα, με ένα ισραηλινό F-15A Eagle να πέφτει θύμα ενός συριακού MIG-21bis με την χρήση βλήματος A2A IR R-60 (AA-8 Aphid κατά NATO), αν και την ίδια περίοδο και πιο συγκεκριμένα το διάστημα από τις 18 Ιουνίου έως το τέλος Αυγούστου του ’82, πολλές εναέριες αναμετρήσεις καταγράφονται με απώλειες και θύματα και από τις δύο πλευρές.
Σε μια τέτοια περίπτωση, στις 2 Ιουλίου του 1982, ένα ζεύγος συριακών MIG-23 επιχείρησε να αναχαιτίσει έναν σχηματισμό ισραηλινών μαχητικών-βομβαρδιστικών που πετούσαν πάνω από την Τρίπολη του Λιβάνου. Τα συριακά MIG-23 έπεσαν θύματα ισραηλινών F-15 που συνόδευαν από απόσταση τον ισραηλινό σχηματισμό. Τα F-15 εκτόξευσαν βλήματα αέρος-αέρος μέσης εμβέλειας AIM-7F Sparrow εναντίον των MIG-23. Έντεκα λεπτά αργότερα, το ζεύγος των ισραηλινών F-15, που ενεπλάκη στο περιστατικό, δέχθηκε την επίθεση συριακών MIG-25 που εκτόξευσαν εναντίον τους συνολικά τρία βλήματα R-40 (AA-6 κατά NATO) από απόσταση 26 χιλιομέτρων. Τα ισραηλινά F-15 κατόρθωσαν να αποφύγουν την επίθεση με την χρήση ηλεκτρονικών αντιμέτρων ECM και βίαιων ελιγμών.
Δύο άλλες αναμετρήσεις καταγράφονται στις 4 και 5 Ιουλίου εκείνου του έτους, στην προσπάθεια της Ισραηλινής αεροπορίας να πλήξει παλαιστινιακούς καταυλισμούς προσφύγων έξω από την Νταμούρ, με συνολικά τέσσερα ισραηλινά αεροσκάφη να καταγράφονται ως καταρριφθέντα έναντι μηδαμινών απωλειών από συριακής πλευράς.
Αργότερα, με τις σοβιετικές αποστολές όπλων προς την Συρία να επιταχύνονται σε ρυθμούς και να αναβαθμίζονται σε ποιότητα, έγινε εφικτή η αντιμετώπιση της κατάστασης από συριακής πλευράς με μεγαλύτερες αξιώσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι Σοβιετικοί παρέδωσαν αντιαεροπορικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς S-200 Vega, αντιαεροπορικά συστήματα S-75, S-125, 2K12 KUB και 9K33 OSA βελτιωμένων εκδόσεων, καθώς και αεροσκάφη MIG-25PD και MIG-23ML με συνοδεύοντα βλήματα αέρος-αέρος.
Οι Σύριοι «έπεσαν με τα μούτρα στη δουλειά» και κατόρθωσαν να αξιοποιήσουν σύντομα τα νέα τους αποκτήματα. Ανάλογη εξέλιξη βέβαια είχαμε και από την άλλη πλευρά, με πρόσθετα F-15 και F-16 να παραδίδονται από τις ΗΠΑ στην IAF.
Στις 4 Οκτωβρίου του 1983, διεξήχθησαν σφοδρές μάχες ανάμεσα στα αεροσκάφη του 6ου Αμερικανικού Στόλου Μεσογείου και τη Συριακή αεράμυνα, με εννέα αμερικανικά μαχητικά, ανάμεσα τους F-14 Tomcat, A-6 Intruder και A-7 Corsair, να καταγράφονται ως καταρριφθέντα. Αργότερα στον ισολογισμό προστέθηκε ένα E-2C Hawkeye, που κατερρίφθη από S-200 Vega, δύο γαλλικά Super Etendard και τρία αμερικανικά UAV Firebee που έπεσαν θύματα της αντιαεροπορικής άμυνας. Στον αέρα, συριακά MIG-23ML κατέρριψαν δύο ισραηλινά F-15A Eagle χωρίς απώλειες. Ένα ακόμη F-15A Eagle μαζί με ένα F-4E Phantom κατερρίφθησαν από συριακά MIG-23ML την επομένη.
Οι συχνές αεροπορικές αναμετρήσεις, σε συνδυασμό με την ουσιαστική αμερικανική ήττα στη Συρία, “φούσκωσαν τα μυαλά” της συριακής πολιτικής ηγεσίας, που άρχισε να απειλεί με πυραυλικές επιθέσεις το Ισραήλ. Η κατάσταση οδήγησε στην κινητοποίηση των δύο υπερδυνάμεων, που αναζήτησαν πολιτικό διέξοδο. Ως αποτέλεσμα οι αεροπορικές “διενέξεις” Ισραήλ-Συρίας περιορίστηκαν, με την τελευταία να καταγράφεται το 1985, κατά την οποία δύο ισραηλινά F-15 διεκδίκησαν την καταστροφή δύο συριακών MIG-23ML πάνω από τον νότιο Λίβανο, με ένα ισραηλινό F-4E να προστίθεται κι αυτό στην λίστα απωλειών.
Η δεκαετία του 1990 είδε τον κόσμο να βιώνει κοσμογονικές αλλαγές: η ΕΣΣΔ κατέρρευσε και μαζί της οι εγγυήσεις ασφαλείας που αυτή προσέφερε στο συριακό καθεστώς. Επιπλέον, όλη τη δεκαετία του ’90, η προσοχή της συριακής ηγεσίας στράφηκε στην εσωτερική ανασυγκρότηση της χώρας και την σταθεροποίηση της οικονομικής κατάστασης και του καθεστώτος, κάτι που την έκανε συγκρατημένη στην αιώνια έχθρα της απέναντι στο κράτος του Ισραήλ.
Το επόμενο μείζον αεροπορικό συμβάν ανάμεσα στις δύο χώρες ήρθε σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, τρεις ημέρες μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της Αλ Κάϊντα σε Ουάσινγκτον και Νέα Υόρκη, και πιο συγκεκριμένα στις 14 Σεπτεμβρίου του 2001. Εκείνη την ημέρα ένα RC-135 της ισραηλινής αεροπορίας πετούσε σε αποστολή ηλεκτρονικής καταγραφής (ELINT/SIGINT/COMINT) των εκπομπών της συριακής αεράμυνας κατά μήκος της μεσογειακής ακτής, συνοδεία 12 συνολικά ισραηλινών F-15 και F-16. Δύο συριακά MIG-29 στάλθηκαν να αναγνωρίσουν το ισραηλινό αεροπορικό “πακέτο”.
Κατά τη διάρκεια της αναγνώρισης φαίνεται πως οι Σύριοι πιλότοι προχώρησαν σε μια σειρά επιθετικών ελιγμών που εκλήφθησαν από τους Ισραηλινούς ως προοίμιο επίθεσης και έλαβαν την εντολή να εξουδετερώσουν την απειλή. Δύο βλήματα αέρος-αέρος – ένα AIM-9M Sidewinder και ένα Python-4 – εκτοξεύτηκαν από τα ισραηλινά αεροσκάφη, τα οποία και κατέρριψαν τα συριακά MIG-29 πάνω από τη Μεσόγειο. Η κατάσταση έφθασε στα πρόθυρα κάθετης κλιμάκωσης, με τη Συριακή αεροπορία να τίθεται στην ύψιστη κλίμακα συναγερμού και την ισραηλινή αντίστοιχη να απογειώνει ταχέως μαχητικά επιφυλακής. Τελικά η κρίση αποσοβήθηκε κατόπιν πολιτικής συνεννόησης σε “ύψιστο επίπεδο”.
Η συριακή πλευρά δεν είχε κανένα λόγο να ανακοινώσει ένα συμβάν που έπληττε το γόητρο της ενώ και η ισραηλινή, σκεπτόμενη με σωφροσύνη, αντιλήφθηκε το τι θα μπορούσε να σημαίνει η αποκάλυψη αυτού του γεγονότος σε μια πραγματικά «θερμή» χρονική στιγμή για όλον τον πλανήτη.
Τα «θερμά επεισόδια» πάντως ανάμεσα στις δύο πλευρές συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη δεκαετία του 2000, με πλήθος αποστολών αναγνώρισης και αναχαίτησης να λαμβάνουν χώρα συχνά-πυκνά. Μεγάλο πλήθος UAVs και drones, κυρίως από ισραηλινής πλευράς, καταρρίφθησαν ενώ πετούσαν σε αποστολές αναγνώρισης, ενώ «στον χορό» μπήκαν και επανδρωμένα μαχητικά-φωτοαναγνωριστικά αεροσκάφη που προσπαθούσαν είτε να αποκαλύψουν είτε να αναχαιτίσουν τα αντίπαλα φωτοαναγνωριστικά. Στις αναμετρήσεις που σημειώθηκαν, “τουλάχιστον ένα” συριακό MIG-25PD φέρεται να καταρρίφθηκε σε αερομαχία με ισραηλινά μαχητικά ενώ την ίδια τύχη είχαν ένα ή δύο Ισραηλινά και ένα Ιορδανικό F-16. Γενικά τα «θερμά επεισόδια» ανάμεσα σε αντιπαρατιθέμενες πλευρές είναι συχνά στην Ιστορία της αεροπορίας, ασχέτως αν δεν αποκαλύπτονται για ευνόητους λόγους. Η μελέτη των εναέριων αναμετρήσεων ανάμεσα σε Ισραήλ και Συρία κρίνεται ως ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα, όχι μόνο σε γεωπολιτικό αλλά και σε αμιγώς επιχειρησιακό επίπεδο και προσφέρεται για τη σμίλευση του αντιληπτικού αισθητήριου του μέσου μελετητή και αναγνώστη.