Πολλές φορές οι μοτοσικλετιστές της ΔΙ.ΑΣ έχουν βρεθεί απέναντι σε αδίστακτους εγκληματίες με πολεμικά όπλα, διαθέτοντας προστασία και οπλισμό δυσανάλογο της ισχύος πυρός των κακοποιών. Με αυτή την αφορμή διατυπώνουμε κάποιες σκέψεις σχετικά με την θωράκιση και τον οπλισμό της ΔΙ.ΑΣ για μεγαλύτερη προστασία και αποτελεσματικότητα της πλέον δραστήριας και επιτυχημένης μονάδας της ΕΛ.ΑΣ.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Τόλιας
Τα πρόσφατα κρούσματα της υπό έξαρση εγκληματικότητας θέτουν επιτακτικά το θέμα ενίσχυσης της ΕΛ.ΑΣ, ώστε οι μονάδες άμεσης δράσης να επιχειρούν πρωτίστως με ασφάλεια και ακολούθως με αποτελεσματικότητα. Έναυσμα για το παρόν άρθρο στάθηκαν τα δύο πρόσφατα περιστατικά ένοπλων εμπλοκών ανάμεσα σε άνδρες της Ομάδος ΔΙ.ΑΣ (Δίκυκλη Αστυνόμευση) της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ) και κακοποιών, οι οποίοι ήταν οπλισμένοι με αυτόματα πιστόλια Scorpion και τυφέκια εφόδου AK-47.
Αν και οι συμπλοκές κατέληξαν ευτυχώς με επιτυχία για την ΔΙ.ΑΣ, η ισχύς πυρός των κακοποιών ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη εκείνης που παρέχουν τα πιστόλια 9×19 χλστ. που φέρουν οι μηχανοκίνητοι αστυνομικοί. Μάλιστα, στο ένα εκ των περιστατικών, μια βολίδα από Scorpion διαπέρασε το κράνος ενός μοτοσικλετιστή, και παρ’ ολίγον να θρηνούσαμε την ζωή ενός αστυνομικού. Αυθορμήτως αναρωτηθήκαμε: δεν υπάρχουν κράνη μοτοσικλετιστών που να παρέχουν βαλλιστική προστασία; Αυτό και άλλα ερωτήματα σχετικά με την συνολική προστασία και φυσικά τον οπλισμό της ΔΙ.ΑΣ διατυπώνουμε και προσπαθούμε να εξετάσουμε με προσωπικές σκέψεις και προτάσεις.
ΔΟΓΜΑ… «ΕΛΑΦΡΟΥ ΙΠΠΙΚΟΥ»
Εν πρώτοις, να εξηγήσουμε το επιχειρησιακό δόγμα της ΔΙ.ΑΣ ώστε να αποφεύγονται λανθασμένες εντυπώσεις. Ρόλος της ΔΙ.ΑΣ είναι η σε πρώτο χρόνο ανταπόκριση, ο αρχικός εγκλωβισμός των δραστών, η καταδίωξη τους και η τήρηση επαφής μαζί τους. Ρόλος της ΔΙ.ΑΣ δεν είναι η εξουδετέρωση της απειλής, εκτός και αν η τακτική κατάσταση και οι σχετικές παράμετροι το επιτρέπουν (αριθμητικό πλεονέκτημα της ομάδας, υπεροχή σε ισχύ πυρός, εκμετάλλευση λαθών εκ μέρους των κακοποιών). Την εξουδετέρωση των κακοποιών την αναλαμβάνουν βαρύτερα οπλισμένες δυνάμεις της αστυνομίας όπως η Άμεση Δράση, οι Ο.Π.Κ.Ε και σε περιστατικά πολύ βαριάς εγκληματικότητας η Ε.Κ.Α.Μ. Για να κάνουμε μια στρατιωτική παρομοίωση, η ΔΙ.ΑΣ έχει το ρόλο του «ελαφρού ιππικού», όχι της «κρούσης». Με βάση αυτό το δόγμα θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε τα θέματα προστασίας και ισχύος πυρός σχετικά με την ΔΙ.ΑΣ που προαναφέραμε.
ΚΡΑΝΟΣ ΚΑΙ ΘΩΡΑΚΑΣ
Οι άνδρες της ΔΙ.ΑΣ είναι οι πλέον ευάλωτοι σε πυρά εγκληματιών λόγω της έκθεσής τους επάνω στην μοτοσικλέτα, η οποία δεν προσφέρει καμία βαλλιστική προστασία, ενώ είναι ευαίσθητη σε πτώσεις, ιδιαίτερα όταν εκτελεί βίαιους ελιγμούς αποφυγής των πυρών μέσα σε πυκνή κυκλοφορία. Επομένως, εδώ τίθεται το διπλό αίτημα τόσο της βαλλιστικής προστασίας όσο και της προστασίας από πτώσεις. Το πλέον ευάλωτο σημείο είναι φυσικά το κεφάλι των μοτοσικλετιστών. Επομένως, το κράνος του μοτοσικλετιστή της ΔΙ.ΑΣ πρέπει να συνδυάζει αντιβαλλιστική προστασία αλλά και προστασία από πτώσεις.
Η έρευνα μας στο διαδίκτυο για ένα κράνος μοτοσικλετιστή, που να ενσωματώνει και αντιβαλλιστική προστασία, δεν κατέληξε σε κάποια αποτελέσματα. Ωστόσο βρήκαμε στρατιωτικά κράνη μοτοσικλετιστή. Το πρώτο που αναπτύχθηκε ήταν το MC-140D της Gentex Corporation το 1981 για το Σώμα Πεζοναυτών (USMC) και αφορούσε μοτοσικλετιστές αλλά και πληρώματα ανοικτών οχημάτων ταχείας επίθεση (FAV). Η έκδοση MC-140D Modified πρόσφερε μεγαλύτερη προστασία από το μεταλλικό κράνος Μ1 αλλά λιγότερη από το κράνος κέβλαρ PASGT. Το 1985 ο Αμερικ. Στρατός αναζήτησε και αυτός ένα βαλλιστικό κράνος μοτοσικλετιστή, και η Gentex παρουσίασε το ΜΜΗ Ι με προστασία παρόμοια του MC-140D (v50 1600 FPS). Το ίδιο έτος η εταιρεία Scot Company παρουσίασε το κράνος SD-357, το οποίο ωστόσο δεν είχε καμία παραγγελία. Η τελευταία προσπάθεια για ένα βαλλιστικό κράνος μοτοσικλετιστή έγινε το 1992 και πάλι από την Gentex, η οποία παρουσίασε το ΜΜΗ ΙΙ. Το νέο κράνος είχε την ίδια προστασία με τους προκατόχους του αλλά επάνω του προσαρμοζόταν μάσκα οξυγόνου. Οι Δυνάμεις Ειδικών Επιχειρήσεων (SOF) και η Αμερικ. Αεροπορία παρήγγειλαν συνολικά 700 κράνη ΜΗΗ ΙΙ, τα οποία είναι τουλάχιστον σε αποθήκευση, αν όχι σε χρήση. Είναι γνωστό ότι το 1999 η USSOCOM παρήγγειλε μια ποσότητα ΜΗΗ ΙΙ σε χρώμα ερήμου και μη γυαλιστερή επιφάνεια.
Η μη ύπαρξη (καθ’ όσον είναι γνωστό σε εμάς) ενός αντιβαλλιστικού κράνους, που είναι κατάλληλο και για την κλασσική προστασία της κεφαλής του μοτοσικλετιστή από πτώση, πιθανώς σημαίνει ότι κάτι τέτοιο είναι δύσκολο ή πολύ δαπανηρό για να επιτευχθεί ή τουλάχιστον δεν δικαιολογείται στα πλαίσια των αποστολών τους. Να σημειώσουμε ότι τουλάχιστον σε αστυνομική χρήση, που το κράνος φοριέται πολλές ώρες, ένα βαρύ αντιβαλλιστικό κράνος επιβαρύνει τον αυχένα και ίσως δεν είναι τόσο άνετο, ενώ μακροχρόνια μπορεί να προκαλέσει και προβλήματα υγείας. Πάντως το θέμα του αντιβαλλιστικού κράνους μοτοσικλετιστή θα πρέπει να εξεταστεί, τουλάχιστον από τις Ειδικές Δυνάμεις του ΕΣ, που χρησιμοποιούν ομάδες μοτοσικλετιστών και σε αποστολές κρούσης, όπως καταδείχθηκε στην πρόσφατη άσκηση “Balkan Shield 2016” (βλέπε «Καταδρομή & Ασφάλεια» Δεκεμβρίου 2015 – Ιανουαρίου 2016). Αλλά και η ΕΛ.ΑΣ θα πρέπει να εξετάσει σοβαρά το θέμα, καθώς είναι φανερό ότι ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουν οι ομάδες της ΔΙ.ΑΣ από τους σημερινούς αδίστακτους και βαριά οπλισμένους εγκληματίες είναι πολύ υψηλός.
Στον τομέα της σωματικής θωράκισης (body armor) οι μοτοσικλετιστές της ΔΙ.ΑΣ χρησιμοποιούν χορηγούμενα από την υπηρεσία και ιδιωτικής αγοράς αλεξίσφαιρα γιλέκα, που παρέχουν προστασία από βολίδες πιστολών και υποπολυβόλων των 9 χλστ., 0.45 και .357 Magnum. Για την ποιότητα των χορηγούμενων από την ΕΛ.ΑΣ γιλέκων έχουν λεχθεί πολλά, αλλά δεν είναι του παρόντος η αναζήτηση της αλήθειας. Σύμφωνα με επίσημες ανακοινώσεις της ΕΛ.ΑΣ όλα τα γιλέκα φέρουν πιστοποίηση σύμφωνα με τα πρότυπα NIJ0101.04. Εδώ όμως υπάρχουν πολλές κατηγορίες. Δηλαδή η κατηγορία Type II καλύπτει βολίδες των 9 χλστ. και .357 Magnum, ενώ η κατηγορία Type IIIA καλύπτει βολίδες 9 χλστ. υψηλής ταχύτητας και .44 Magnum. Εκτιμάται ότι τα αλεξίσφαιρα γιλέκα της ΕΛ.ΑΣ είναι Type III και τα ιδιωτικής αγοράς μπορεί να είναι Type IIIA.
Εκ των συνεχών περιστατικών, στα οποία οι εγκληματίες χρησιμοποιούν τυφέκια ΑΚ-47 (7,62x39), είναι πλέον φανερό ότι τα επίπεδα Type III/ IIIA δεν είναι αρκετά για την προστασία των αστυνομικών και ειδικά των εκτεθειμένων στις μηχανές αστυνομικών της ΔΙ.ΑΣ. Επομένως, απαιτείται, τουλάχιστον από τον οδηγό και ιδανικά και από τους δύο επιβάτες της μηχανής, ένα γιλέκο επιπέδου Type III, που να προστατεύει από βολίδες 7,62x51 FMJ βάρους 148 grain (9,6 γραμμ.) που χτυπούν με ταχύτητα 838 μ.α.δ (2.750 π.α.δ). Η βέλτιστη επιλογή είναι αυτή ενός ελαφρού «μαλακού» αλεξίσφαιρου γιλέκου, στο οποίο μπορεί να προστεθεί αντιβαλλιστική (κεραμική) πλάκα επιπέδου προστασίας Level III, που να εγγυάται την αντιμετώπιση βολίδων έως 7,62x39mm FMJ (το τυπικό διαμέτρημα που χρησιμοποιεί ο εν Ελλάδι υπόκοσμος). H επιβάρυνση των επιβατών θα είναι σημαντική, αλλά εφόσον ενεργούν από μηχανές και μάχονται σε σύντομες και μικρής εδαφικής έκτασης συμπλοκές, δεν μπορεί το βάρος να θεωρηθεί υπερβολικά αρνητικός παράγοντας. Για λόγους άνεσης, οι κεραμικές πλάκες ίσως μπορούν να μεταφέρονται επάνω στην μηχανή κατά την περιπολία και να τοποθετούνται στο σώμα όταν αρχίζει καταδίωξη ή όταν οι ομάδες πηγαίνουν να ελέγξουν περιστατικά.
ΠΙΟ «ΒΑΡΥ ΧΕΡΙ» ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙ.ΑΣ
Η ανάγκη να αποκτήσει βαρύτερο οπλισμό η ΔΙ.ΑΣ δεν είναι αίτημα μόνον της συγκεκριμένης υπηρεσίας αλλά ολόκληρης της ΕΛ.ΑΣ, ώστε να ισορροπήσει η ισχύς πυρός ανάμεσα σε σκληρούς κακοποιούς και αστυνομικούς. Η υιοθέτηση πολεμικών όπλων από την ΕΛ.ΑΣ προσκρούσει στο επιχείρημα της ασφάλειας των πολιτών, καθώς οι ισχυρές πολεμικές βολίδες παρουσιάζουν υπερδιάτρηση (μπορεί να διαπεράσουν το σώμα του εγκληματία και να χτυπήσουν έναν αθώο περαστικό), εξοστρακίζονται και μπορεί επίσης να χτυπήσουν αθώους παριστάμενους, ενώ διανύουν μεγάλες αποστάσεις και μπορεί να προκαλέσουν θύματα πολύ πιο μακριά από τον χώρο μιας συμπλοκής.
Μια λύση θα ήταν η χρήση θραυσματοποιούμενων πυρομαχικών, τα οποία δεν εξοστρακίζονται και δεν παρουσιάζουν υπερδιάτρηση. Αν μια τέτοια λύση θεωρείται δαπανηρή θα μπορούσαν να υιοθετηθούν κανονικά πολεμικά πυρομαχικά και να δοθεί έμφαση στην σκοπευτική ικανότητα των αστυνομικών, σε συνδυασμό με οπτικά σκοπευτικά (π.χ. Aimpoint) για καλύτερη σκόπευση, και στην τήρηση αυστηρών κανόνων εμπλοκής.
Σε τελικά ανάλυση, ίσως δικαιολογείται ένας αυξημένος κίνδυνος για τους πολίτες, εις όφελος της συνολικής ασφάλειας της κοινωνίας. Με άλλα λόγια, σε τι ωφελεί τα όπλα των αστυνομικών να μην προκαλούν υπερδιάτρηση και εξοστρακισμούς, όταν δεν επιτρέπουν την άμεση εξουδετέρωση των εγκληματιών, επιτρέποντας έτσι την πρόκληση περισσότερων απωλειών ανάμεσα στους πολίτες αλλά και τους αστυνομικούς, και τελικά να επιτρέπουν την διαφυγή των παρανόμων και την συνέχιση της επικίνδυνης δράσης τους;
Εφόσον γινόταν δεκτή η χρήση πολεμικών όπλων από την ΔΙ.ΑΣ, μια φθηνή λύση, που θα εξασφάλιζε ισχύ πυρός ίση με εκείνη των εγκληματιών, θα ήταν η υιοθέτηση από την ΔΙ.ΑΣ τυφεκίων εφόδου AK-47 των 7,62x39 χλστ. από τα κατασχεμένα όπλα που έχει στην διάθεση της η ΕΛ.ΑΣ. Η βολίδα των 7,62×39 παρέχει αρκετή ισχύ για άμεση εξουδετέρωση του εγκληματία, αλλά και την προσβολή οχημάτων με τα οποία διαφεύγουν οι παράνομοι. Όπλα διαμετρήματος 5,56x45, όπως το Μ4, δεν παρέχουν την απαιτούμενη ισχύ πυρός. Η βολίδα 5.56×45 έχει αποδειχτεί στις επιχειρήσεις στο Ιράκ και το Αφγανιστάν ότι διαπερνά τόσο γρήγορα τον στόχο (φαινόμενο «ice pick») που δεν προκαλεί σημαντικά τραύματα, που θα τον εξουδετέρωναν άμεσα ώστε να μην ανταποδώσει τα πυρά. Επομένως, η απόκτηση ενός όπλου 5,56, όπως το Μ4, δεν θα ήταν ενδεδειγμένη.
Η υιοθέτηση των κατασχεμένων ΑΚ47 απαιτεί κάποιες εργονομικές παρεμβάσεις, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός μοτοσικλετιστή και σε μάχη CQB. Κατ’ αρχήν, το κοντάκιο του όπλου και συγκεκριμένα του ΑΚ47 πρέπει να είναι πτυσσόμενο, ώστε να εξασφαλίζει μικρό μέγεθος και βάρος, για να φέρεται άνετα και να χρησιμοποιείται εύκολα από τους αναβάτες και συγκεκριμένα από τον επιβάτη πίσω στην μηχανή. ΑΚS-47, με αναδιπλούμενο σκελετοποιημένο κοντάκιο, υπάρχουν στα κατασχεμένα όπλα της ΕΛ.ΑΣ. Μια περαιτέρω βελτίωση θα ήταν η τοποθέτηση ενός πιο εργονομικού αναδιπλούμενου κοντακίου όπως το TACPO, το Magpul Zhukov–S ή το UAS-AKMIL P της FAB Defence.
Μια περαιτέρω βελτίωση των ΑΚ47 της ΔΙ.ΑΣ θα ήταν η τοποθέτηση ραγών Picatinny, όπως η συλλογή VFR–AK της FAB Defence από αλουμίνιο, ώστε να επιτραπεί η τοποθέτηση τακτικού φακού, καταδείκτη λέιζερ και σκοπευτικού άμεσης πρόσκτησης στόχου όπως το Aimpoint. Το σκοπευτικό θα εξασφαλίσει μεγαλύτερη ταχύτητα πρόσκτησης και εμπλοκής του στόχου, καθώς και μεγαλύτερη ακρίβεια βολής. Αυτά με την σειρά τους εξασφαλίζουν μεγαλύτερη επιβιωσιμότητα των αστυνομικών και μεγαλύτερη ασφάλεια για τους πολίτες.
Να σημειώσουμε εδώ ότι μη επιβεβαιωμένες πληροφορίες μιλούν για απαγόρευση από την ΕΛ.ΑΣ τέτοιων σκοπευτικών στα αστυνομικά όπλα πλην της ΕΚΑΜ! Ελπίζουμε αυτό να μην ισχύει και να μην έχει απαγορευτεί ένα υλικό που εξασφαλίζει μεγαλύτερη ασφάλεια στους πολίτες και μεγαλύτερες πιθανότητες επιβίωσης στους αστυνομικούς. Κάθετη λαβή επί του χειροφυλακτήρα για καλύτερη σταθερότητα κατά την βολή και αντισταθμιστής (Compensator) για καλύτερο έλεγχο της βολής και βελτίωση της ακρίβειας θα ήταν επίσης επιθυμητές προσθήκες. Να σημειώσουμε ότι η χρήση κρανών από τους άνδρες της ΔΙ.ΑΣ προστατεύει το ζεύγος των αστυνομικών από τα υψηλά επίπεδα θορύβου του πυροβολισμού, όταν χρησιμοποιείται αντισταθμιστής.
ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΟΡΘΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ
Εναλλακτικές λύσεις αντί του πολεμικού όπλου – και «πολιτικά ορθές» – για την αύξηση της ισχύος πυρός των ομάδων της ΔΙ.ΑΣ θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν υποπολυβόλα και όπλα αυτοπροστασίας καθώς και ειδικά πυρομαχικά. Αρχίζοντας από τα τελευταία, επιβάλλεται η αδειοδότηση χρήσης πυρομαχικών “Hollow Point”, τα οποία εντελώς αψυχολόγητα απαγορεύτηκαν στις αστυνομικές υπηρεσίες πλην της ΕΚΑΜ. Τέτοιους είδους πυρομαχικά αφενός επιτρέπουν την άμεση εξουδετέρωση του στόχου λόγω της ανασχετικής τους ισχύος (stopping power) και αφετέρου ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο πρόκλησης παράπλευρων απωλειών εξ’ αιτίας εποστρακισμού της βολίδας.
Μια πιο «πολιτικά ορθή» αύξηση της ισχύος πυρός των ομάδων ΔΙ.ΑΣ θα ήταν η προσθήκη στον οπλισμό του ζεύγους μοτοσικλέτας υποπολυβόλων 9×19 χλστ. Ο οδηγός της μοτοσικλέτας θα μπορούσε να εφοδιαστεί με το συνεπτυγμένο υποπολυβόλο (που περιγράφεται ως Όπλο Προσωπικής Προστασίας – Personnel Defence Weapon/ PDW) MP5K–PDW με αναδιπλούμενο κοντάκιο, το οποίο θα φέρεται σε ειδική θήκη στο δεξί μηρό ή σε θήκη στην μοτοσικλέτα. Το όπλο ζυγίζει κενό 2,5 κ., έχει κάννη μήκους 115 χλστ., τροφοδοτείται από γεμιστήρες 15, 30 και 100 φυσιγγίων, έχει ταχυβολία 900 β.α.λ και δραστικό βεληνεκές 100 μ. Ο πίσω αναβάτης θα μπορούσε να εφοδιαστεί με την βασική έκδοση MP5A3. Τα δύο υποπολυβόλα θα αύξαναν την ισχύ πυρός της διμελούς ομάδας, τόσο ως όγκο πυρός όσο και ως ακρίβεια κατά την διάρκεια συμπλοκών σε μεγαλύτερες του πιστολιού αποστάσεις.
ΧΕΙΡΟΒΟΜΒΙΔΕΣ ΚΡΟΤΟΥ-ΛΑΜΨΗΣ
Το οπλοστάσιο της ΔΙ.ΑΣ θα μπορούσε να συμπληρωθεί με χειροβομβίδες κρότου-λάμψης. Πρόκειται για ένα υλικό αρκετά ασφαλές για αθώους παρισταμένους, που δεν είναι θανατηφόρο ή επικίνδυνο παρά μόνον αν εκραγεί ακριβώς επάνω στο σώμα κάποιου. Τα πλεονεκτήματα των χειροβομβίδων κρότου-λάμψης είναι πολλά περισσότερα από τα μειονεκτήματα. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν για αποπροσανατολισμό των κακοποιών σε μια συμπλοκή, ώστε οι αστυνομικοί να κερδίσουν το «τακτικό πλεονέκτημα». Επίσης, η μεταφορά όπλων taser μπορεί να προσφέρει την δυνατότητα επίλυσης λεπτών τακτικών καταστάσεων, χωρίς την ανάγκη προσφυγής σε θανατηφόρα βία.
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ
Όλα τα παραπάνω δεν θα μπορούσαν να κεφαλοποιηθούν χωρίς την κατοχή εκ μέρους των ομάδων ΔΙ.ΑΣ και της ΕΛ.ΑΣ γενικότερα ασφαλών και αξιόπιστων πληροφοριών. Στο πρόσφατο περιστατικό της ένοπλης συμπλοκής στην Καλλιθέα, όπου ενεπλάκησαν αστυνομικοί της ΔΙ.ΑΣ, καταδείχθηκε η ανάγκη για αξιόπιστες επικοινωνίες. Η ομάδα της ΔΙ.ΑΣ δεν μπόρεσε να επικοινωνήσει έγκαιρα με το Κέντρο, ώστε να αναφέρει το περιστατικό και να ζητήσει ενισχύσεις. Το ψηφιακό σύστημα επικοινωνιών TETRA, μέρος του ευρύτερου συστήματος C4I, που πλήρωσε ο ελληνικός λαός αδρά, έχει τεθεί εκτός λειτουργίας με αποτέλεσμα την σημερινή προβληματική κατάσταση στον νευραλγικό τομέα των επικοινωνιών. Το ελάχιστο που απαιτείται είναι η επαναφορά του συστήματος σε λειτουργία και η απρόσποπτη υποστήριξη του.
Επίσης, το υφιστάμενο αναλογικό δίκτυο επικοινωνιών της ΕΛ.ΑΣ χρήζει εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης, ώστε να μπορεί να λειτουργεί συμπληρωματικά με το ψηφιακό και να το υποκαθιστά σε περίπτωση αχρήστευσης του τελευταίου. Παρενθετικά αναφέρουμε πως στο εξαιρετικό βιβλίο του Μάνου Ηλιάδη για την δράση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στην Ελλάδα, αναφέρεται πως κατά την διάρκεια της ελληνοτουρκικής κρίσης του Μαρτίου του ’87, το σύστημα επικοινωνιών της Άμεσης Δράσης κατέρρευσε ξαφνικά, προφανώς κατόπιν συντονισμένης παρεμβολής και υπονόμευσης -το από ποιους είναι εύκολο για κάποιον να το καταλάβει.
Σήμερα, με τις εστίες ανομίας και τον αριθμό και τις δυνατότητες των δυνητικών απειλών να έχουν αυξηθεί δραματικά, είναι ευνόητο πως απαιτείται η εξασφάλιση των δικτύων επικοινωνιών των Σωμάτων Ασφαλείας από δυνατότητες παρεμβολής και υπονόμευσης. Εκτός από το ψηφιακό σύστημα (τρωτό σε επιθέσεις ηλεκτρονικού πολέμου/ κυβερνοπολέμου) επιβάλλεται το χτίσιμο ενός “back–up” αναλογικού συστήματος επικοινωνιών που θα επιτρέπει στις αστυνομικές δυνάμεις να δρουν ανά την επικράτεια απρόσκοπτα. Η προμήθεια συστημάτων ασύρματης επικοινωνίας με δυνατότητες αναπηδούσης συχνότητας, ευρέως φάσματος και κρυπτασφάλειας κρίνεται εκ των ουκ άνευ. Μελλοντικά, όταν οι οικονομικές δυνατότητες της χώρας το επιτρέψουν, το ψηφιακό δίκτυο C4I οφείλει να εκσυγχρονιστεί σε τέτοιο επίπεδο που θα μετατρέπει κάθε αστυνομικό, μέρος ενός δικτυοκεντρικού «συστήματος συστημάτων», ικανό τα μεταδίδει δεδομένα για την θέση του, την θέση των φιλίων δυνάμεων καθώς και των απειλών σε επιμέρους περιφερειακά και ένα κεντρικό Κέντρο Διοίκησης & Ελέγχου. Επειδή κάτι τέτοιο κρίνεται υπερβολικά φιλόδοξο για τα ελληνικά δεδομένα σταματάμε την αναφορά μας εδώ, χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει πως απεμπολούμε την ιδέα.
*το παρόν αποτελεί αναδημοσίευση από το περιοδικό “ΚΑΤΑΔΡΟΜΗ & ΑΣΦΑΛΕΙΑ”.