Γράφει ο Κωνσταντίνος Τόλιας
Ο πόλεμος στην Γιουγκοσλαβία, με τις επιμέρους συγκρούσεις του, σημάδεψε την δεκαετία του 1990. Οι πολεμικές συγκρούσεις που τον χαρακτήρισαν έχουν τύχει ευρείας προβολής και επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο σκέπτονται και λειτουργούν οι σύγχρονοι στρατιωτικοί οργανισμοί διεθνώς. Αν θα ήθελε κάποιος να συνοψίσει τα διδάγματα, από στρατιωτικής πλευράς, εκείνου του πολέμου και κυρίως της τελευταίας του φάσης, της επιχείρησης “Allied Force”, θα μπορούσε να σταθεί στην σημασία της αεροπορικής ισχύος ως μέσου στρατιωτικής νίκης αλλά και πολιτικού πειθαναγκασμού.
Αυτή είναι μια εντύπωση που χαράχτηκε πολύ έντονα στο μυαλό, όχι μόνο της διεθνούς κοινής γνώμης, αλλά ακόμα και των ανά τον κόσμο αμυντικών αναλυτών και στρατιωτικών αξιωματούχων, σε τέτοιο βαθμό που αποτέλεσε την βάση λανθασμένων εκτιμήσεων σε ό, τι έχει να κάνει με τους παράγοντες που κρίνουν μια πολεμική αναμέτρηση.
Η απόκλιση της εντύπωσης από την πραγματικότητα όμως είναι μεγάλη και οφείλεται σε μια καλά οργανωμένη και συστηματική εκστρατεία παραπληροφόρησης(κοινώς εξαπάτησης) που έχει στηθεί ήδη από την δεκαετία του 1970 και την εφαρμογή του λεγόμενου «δόγματος Κίσινγκερ» στην αμερικανική εξωτερική πολιτική και βασίζεται σε δύο πυλώνες: αληθή ισχύ και επικοινωνιακές τακτικές επαυξήσεως της.
Για να επιστρέψουμε στην επιχείρηση “Allied Force”, ό, τι γνωρίζει ο μέσος δυτικός πολίτης αλλά και δυτικός δημοσιογράφος, δημοσιογραφών ή και αμυντικός αναλυτής, οφείλεται κατά βάση από mainstream δυτικές πηγές, που δεν αφήνουν περιθώρια «αμφισβήτησης» της αλήθειας την οποία προβάλλουν προς το κοινό. Είναι δε τέτοια η ισχύ τους και η επιτηδείως καλλιεργημένη “αξιοπιστία” τους, που όποιος τολμήσει να αντικρούσει τα λεγόμενα τους χαρακτηρίζεται “συνομωσιολόγος”, “γραφικός” και εσχάτως “ψεκασμένος”.
Μια πιο προσεκτική αλλά ευρυγώνια προσέγγιση όμως, μπορεί να αποκαλύψει πτυχές της πραγματικότητας σκοπίμως θαμμένες και απαξιωμένες. Μια τέτοια προσέγγιση θα επιχειρηθεί στις παρακάτω γραμμές.
Αναζητώντας την αλήθεια
Η ευρέως παραδεκτή άποψη σε ό, τι έχει να κάνει με την επιχείρηση “Allied Force”, μιλάει για μια σε γενικές γραμμές επιτυχή αεροπορική εκστρατεία από πλευράς NATO, η οποία δεν του στοίχισε σε απώλειες παρά ελάχιστα- για δύο καταρριφθέντα φίλια αεροσκάφη κάνει λόγο ο επίσημος απολογισμός. Επίσης, το ΝΑΤΟ παρουσιάζεται πως έδρασε περίπου χωρίς αντίπαλο στον αέρα, καθώς οι όποιες απόπειρες αναχαίτισης ΝΑΤΟικών αεροσκαφών από την Γιουγκοσλαβική αεροπορία κατέληξαν απλώς σε κάποιες καταρρίψεις γιουγκοσλαβικών μαχητικών.
Η δε Γιουγκοσλαβική αεροπορία παρουσιάζεται ως περίπου απούσα, καθώς οι μόνες αποστολές που της αναγνωρίζονται, έχουν να κάνουν με αποτυχημένες απόπειρες αναχαίτισης μαχητικών αεροσκαφών και κάποιες σποραδικές απόπειρες αναγνώρισης και προσβολής στόχων-στρατοπέδων του UCK- στην Αλβανία.
Την περίοδο του βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας ωστόσο, έκανε την εμφάνιση της στο Διαδίκτυο μια ιστοσελίδα που μετέδιδε πληροφορίες και ισχυρισμούς ερχόμενους από την “άλλη πλευρά του λόφου” και πιο συγκεκριμένα από Γιουγκοσλαβικής και Ρωσικής πλευράς. Αυτές οι αναφορές δίνουν μια σημαντικά διαφορετική-και πολύ πιο ρεαλιστική θα προσθέταμε εμείς- εικόνα αναφορικά με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, σε σχέση πάντα με αυτή που έδινε το ΝΑΤΟ.
Αρχικά ο συγκεκριμένος ιστότοπος φιλοξενήθηκε σε δυτικούς εξυπηρετητές δικτύου(servers), μέχρι που εκδιώχθηκε και βρήκε καταφύγιο σε ρωσικούς. Ως διαχειριστής της ιστοσελίδας συστήνονταν κάποιος Ουκρανός φοιτητής μουσικής στις Η.Π.Α με το προσωνύμιο “Venik”. Ο ίδιος ισχυρίζονταν πως συγκεντρώνει τις πληροφορίες του με βάση ένα δίκτυο εθελοντών ραδιοερασιτεχνών από όλον τον κόσμο που παρακολουθούσαν τις πολεμικές επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ. Στην ιστοσελίδα του κανείς μπορούσε να διαβάσει λεπτομερείς αναφορές περί καταρρίψεων ΝΑΤΟϊκών μαχητικών και άλλων αεροσκαφών από την Γιουγκοσλαβική αεράμυνα και αεροπορία, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν περιεχόμενο ενός ξεχωριστού άρθρου. Τόσο ο όγκος όσο και η λεπτομέρεια των αναφορών και των συναφών αναλύσεων, εντυπωσιάζει και θέτει σε αμφισβήτηση τον ισχυρισμό περί ερασιτεχνικής εργασίας, έστω συλλογικής. Για να μην πολυλογούμε φαίνεται πως η συγκεκριμένη σελίδα αποτελούσε την «βιτρίνα» της GRU, της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσιών πληροφοριών, η οποία επιδίωκε να αποκαλύψει το τι πραγματικά έλαβε χώρα σε εκείνη την σύγκρουση, διατηρώντας την δυνατότητα της άρνησης(deniability). Γενικά πρέπει να λεχθεί πως οι δυτικές δυνάμεις πάντα απέδιδαν και αποδίδουν μείζονα ρόλο στην απόκρυψη πληροφοριών σε σχέση με τις απώλειες που υφίστανται στο πεδίο της μάχης. Ο λόγος, προφανής και έχει να κάνει με την καλλιέργεια της εικόνας του “αήττητου”, με στόχο την κάμψη της διάθεσης των εχθρών ακόμα και να επιχειρήσουν να αντισταθούν.
Πέραν των πληροφοριών για καταρρίψεις ΝΑΤΟϊκών μαχητικών, η συγκεκριμένη ιστοσελίδα παρουσίασε λεπτομερείς πληροφορίες για δύο άγνωστες στο ευρύ κοινό επιχειρήσεις της Γιουγκοσλαβικής αεροπορίας, οι οποίες αποκρύφτηκαν επιμελώς από το ΝΑΤΟ. Τις επιχειρήσεις αυτές θα παρουσιάσουμε στις γραμμές που ακολουθούν.
Αεροπορική επιδρομή στην Τούζλα
Το αεροδρόμιο της Τούζλα στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη χρησιμοποιούνταν για περιστατικά έκτακτης αναγκαστικής προσγείωσης αεροσκαφών της Συμμαχίας, που είχαν χτυπηθεί κατά τις επιχειρήσεις πάνω από την Γιουγκοσλαβία από Α/Α πυρά, καθώς και από ελικόπτερα Έρευνας&Διάσωσης Μάχης(CSAR). Επίσης η συγκεκριμένη αεροπορική βάση εξυπηρετούσε τις ανάγκες της δύναμης SFOR του ΝΑΤΟ στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

Στις 18 Απριλίου του 1999 και τοπική ώρα 13:30 ένας σχηματισμός κρούσης της Γιουγκοσλαβικής αεροπορίας αποτελούμενος από 1 εκπαιδευτικό/ελαφρύ επιθετικό αεροσκάφος G-4 Super Galeb και 6 επιθετικά αεροσκάφη J-22 Orao, υπό την κάλυψη δύο μαχητικών συνοδείας MIG-21, εκτέλεσε μια τολμηρή αεροπορική επιδρομή στην αεροπορική βάση της Τούζλα. Η επίθεση σχεδιάστηκε με την πρωτοβουλία των πιλότων που έλαβαν μέρος σε αυτήν, δίχως να έχει προηγηθεί έγκριση ή διαταγή της ανώτατης στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας, Της επίθεσης ηγείτο ο σμηναγός Στέβαν Ζίβοτζιτς Γκαβρίλοβιτς της Γιουγκοσλαβικής αεροπορίας, ο οποίος πετούσε με το G-4 Super Galeb και ο οποίος ακολούθησε το σχέδιο του Αντισμήναρχου Μιχαήλο Β. από το Κραγούζεβατς ο οποίος πιλοτάριζε ένα από τα Orao. Τα αεροσκάφη απογειώθηκαν από την αεροπορική βάση του Πόνιβκε κοντά στην κωμόπολη του Ούζιτσε, που βρίσκονταν σε απόσταση 120 χιλιομέτρων από την Τούζλα. Ο σχηματισμός των Γιουγκοσλαβικών ακολούθησε μια πορεία κατά μήκος των συνόρων μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, σε υψόμετρο 800 μέτρων και διέσχισε τα σύνορα κάπου ανάμεσα των κωμοπόλεων του Μπράτουνατς και της Ζβόρνικ.

Αρκετά πριν φθάσουν στον στόχο τους, τα αεροσκάφη του σχηματισμού ειδοποιήθηκαν από τα φίλια κανάλια επικοινωνίας πως είχαν εντοπισθεί από τις ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις και τους συνεστήθη να εγκαταλείψουν την επιχείρηση. Η συμβουλή αγνοήθηκε από τους Γιουγκοσλάβους πιλότους οι οποίοι συνέχισαν ακάθεκτοι προς τον στόχο. Παρά τις σχετικές προειδοποιήσεις, τα γιουγκοσλαβικά αεροσκάφη δεν αντιμετώπισαν κάποια εναέρια ή επίγεια εχθρική αντίσταση κατά την πορεία τους προς το αεροδρόμιο της Τούζλα. Το ραντάρ επιτήρησης του αεροδρομίου δεν ήταν σε επιχειρησιακή λειτουργία λόγω κάποιου “τεχνικού προβλήματος”(ή σύμφωνα με άλλες πηγές λόγω παραπλάνησης ή παρεμβολής). Οι Γιουγκοσλάβοι γνώριζαν πως, εκτός των αεροσκαφών που είχαν χτυπηθεί κατά την διάρκεια των βομβαρδισμών στην χώρα τους, η αεροπορική βάση φιλοξενούσε 10 επιπλέον ΝΑΤΟϊκά μαχητικά που είχαν αφιχθεί για να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Κατά την άφιξη στον στόχο, τα γιουγκοσλαβικά αεροσκάφη εντόπισαν ένα σμήνος 4 ΝΑΤΟϊκών αεροσκαφών στην άκρη του διαδρόμου αποπροσγείωσης να ετοιμάζονται για απογείωση. Το προπορευόμενο G-4 εκτέλεσε άφεση των βομβών που μετέφερε με στόχο μια ομάδα αρκετών χτυπημένων εχθρικών μαχητικών που βρίσκονταν στην δεξιά πλευρά του διαδρόμου και αμέσως ανέστρεψε προς την κατεύθυνση των συνόρων. Τρία J-22 το ακολούθησαν αφού έπραξαν το ίδιο, ενώ τα εναπομείναντα J-22 εκτέλεσαν προσβολή ακριβείας, προφανώς με την χρήση LGBs. Τα δύο MIG-21 παρείχαν κάλυψη καθ’ όλη την διάρκεια της επίθεσης, σε περίπτωση που κατάφερνε κάποιο μαχητικό του ΝΑΤΟ να απογειωθεί.
Η επίθεση ωστόσο συνοδεύτηκε από απώλειες για την γιουγκοσλαβική πλευρά. Το Orao του Αντισμήναρχου Μιχαήλο Β. έγινε στόχος ενός επίγειου συστήματος κατευθυνόμενων βλημάτων(SAM) αγνώστου τύπου και κατερρίφθη. Το MIG-21 του σμηναγού Ζέλικο Μ. από το Νόβι Σαντ χτυπήθηκε επίσης από έναν πύραυλο SAM που εξερράγη κοντά του, αλλά ο πιλότος κατάφερε να το προσγειώσει 10 χιλιόμετρα από την αεροπορική βάση της Πόνιβκε.

Το ΝΑΤΟ απώλεσε 17 αεροσκάφη και 3 ελικόπτερα CSAR, όλα κατεστραμμένα στο έδαφος. Δεν είναι γνωστό πάντως πόσα από τα 17 αυτά αεροσκάφη ήταν επιχειρησιακά προ της επίθεσης και πόσα άλλα είχαν προσγειωθεί εκεί χτυπημένα από την γιουγκοσλαβική αεράμυνα κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας. Η επιδρομή επιβεβαιώνεται σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, ντόπιους πολίτες της γύρω περιοχής-εννοείται πως το ΝΑΤΟ και τα ελεγχόμενα από αυτό ΜΜΕ «έθαψαν» στην κυριολεξία το θέμα.
Η Γιουγκοσλαβική αεροπορία ξαναχτυπά: Ρίνας
Η επιθετική δράση της Γιουγκοσλαβικής αεροπορίας δεν σταμάτησε με την επίθεση στην Τούζλα. Για αρκετές ημέρες, κατά την διάρκεια του Απριλίου, γιουγκοσλαβικά αεροσκάφη G-4 Super Galeb απογειώνονταν από την αεροπορική βάση της Ποντγκόριτσα, την πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου και εκτελούσαν αναγνωριστικές πτήσεις πλησίον των συνόρων με την Αλβανία, χωρίς να έχουν ως τότε ενοχληθεί από τα αεροσκάφη της Συμμαχίας.
Στις 26 Απριλίου, ένα ζεύγος G-4 απογειώθηκε από την βάση του Γκουλομπόβτσι, κοντά στην Ποντγκόριτσα, κατευθυνόμενο προς τα σύνορα με Αλβανία, μόνο που αυτήν την φορά, τα διέσχισαν και κατευθύνθηκαν προς την βάση Ρίνας των Τιράνων που χρησιμοποιούνταν από τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ και πιο συγκεκριμένα από την Δύναμη Αποστολής Hawk. Η τελευταία αποτελούνταν κυρίως από ελικόπτερα AH-64 Apache, που είχαν αφιχθεί στην βάση μέρες πριν, εν μέσω ζωντανής σύνδεσης από το CNN. Για την ιστορία, στην βάση είχε αναπτυχθεί ένα πλήρες Τάγμα Επιθετικών Ελικοπτέρων με 24 συνολικά AH-64 και υλικό υποστήριξης.

Τα δύο G-4 Super Galeb προσέγγισαν ανεντόπιστα την αεροπορική βάση της Ρίνας και εξαπέλυσαν το φορτίο τους, αποτελούμενο από περιλήπτες βομβιδίων(cluster munitions), πάνω από τους στόχους τους προκαλώντας πραγματική κόλαση στο έδαφος. Εκτιμάται πως τουλάχιστον 9 ελικόπτερα AH-64 υπέστησαν σοβαρές ζημιές ή καταστράφηκαν καθώς οι ΝΑΤΟϊκοί δεν είχαν επιδείξει σοβαρή προσοχή στην προστασία τους, θεωρώντας απίθανο το ενδεχόμενο να δεχθούν επίθεση, παρά την πρόσφατη εμπειρία της επίθεσης στην Τούζλα.
Τα G-4 Super Galeb ανέστρεψαν ταχέως και αποχώρησαν από τον αλβανικό εναέριο χώρο κινούμενα με υψηλή ταχύτητα. Τα αεροσκάφη δεν επέστρεψαν στην μητρική τους βάση στο Γκολουμπόβτσι, φοβούμενα επίθεση από ΝΑΤΟϊκά αεροσκάφη, αλλά προσγειώθηκαν στην αεροπορική βάση της Πόνικβε κοντά στην πόλη του Ούζιτσε, κάπου 270 χιλιόμετρα από το Ρίνας. Θυμίζουμε εδώ πως η βάση της Πόβινκε, ήταν η βάση από την οποία εξαπολύθηκε η επιδρομή στην Τούζλα και διέθετε υπόγεια ενισχυμένα καταφύγια αεροσκαφών.
Αμέσως μετά την επίθεση, η Ποντγκόριτσα και οι γύρω στρατιωτικές εγκαταστάσεις δέχθηκαν την μαζική επίθεση ΝΑΤΟϊκών αεροσκαφών και πυραύλων πλεύσης(cruise). Συνολικά καταμετρήθηκαν τρεις διαφορετικές ΝΑΤΟϊκές επιθέσεις εναντίον της Ποντγόριτσα σε μια μόλις μέρα. Έως εκείνο το χρονικό σημείο, το ΝΑΤΟ απέφευγε να στοχοποιήσει στόχους στο έδαφος του Μαυροβουνίου, ελπίζοντας πως έτσι θα ενίσχυε την αντιπολίτευση της περιοχής και θα προκαλούσε ρήγμα στις σχέσεις της με το Βελιγράδι. Λίγες ημέρες αργότερα οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ επιτέθηκαν εκ νέου στην αεροπορικήβάση της Πόβινκε και στην πόλη της Ούζιτσε, σαν αντίποινα για τις επιδρομές που εξαπολύθηκαν από εκεί.
Μετά το χτύπημα που δέχθηκαν, οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις προχώρησαν στο κλείσιμο της αεροπορικής βάσης της Ρίνας χωρίς να δώσουν την οποιανδήποτε εξήγηση. Ακόμα και ο Ιταλός Υπουργός Εσωτερικών που επέστρεφε στην Ιταλία μετά από μια συνάντηση στα Τίρανα δεν στάθηκε δυνατόν να χρησιμοποιήσει το αεροδρόμιο, ενώ το ίδιο συνέβη και με τον Αλβανό Πρόεδρο που επέστρεφε από μια συνάντηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Στρασβούργο.
Από την βάση δεν επιχείρησαν αμερικανικά επιθετικά ελικόπτερα για μέρες. Στην πρώτη τέτοια απόπειρα στις 4 Μαΐου, ένα αμερικανικό AH-64 συνετρίβη κατά την διάρκεια “εκπαιδευτικής άσκησης”. Συνολικά καταγράφονται 2-3 πτώσεις αμερικανικών AH-64 στην Αλβανία με παρόμοια αιτιολόγηση, ενώ γενικά η δράση επιθετικών ελικοπτέρων κατά την διάρκεια της “Allied Force” αξιολογείται από την ίδια την Συμμαχία ως “περιορισμένη” και με “φτωχά αποτελέσματα”.

Σύμφωνα πάντως με άλλες κατοπινές πηγές, στην επίθεση στην Ρίνας συμμετείχαν συνολικά 4 γιουγκοσλαβικά G-4 Super Galeb, με ένα δεύτερο ζεύγος να συμμετέχει απογειωμένο από την βάση της Πρίστινα. Σύμφωνα πάντα με αυτές τις πηγές, πάνω από 12 AH-46 κατεστράφησαν ή υπέστησαν σοβαρές ζημιές, μαζί με κάποια ΝΑΤΟϊκά μεταγωγικά αεροσκάφη. Δύο γιουγκοσλαβικά αεροσκάφη φαίνεται να χτυπήθηκαν από ΝΑΤΟϊκά βλήματα εδάφους-αέρος, αλλά οι πιλότοι διασώθηκαν με την χρήση των εκτινασσόμενων καθισμάτων.
Σε κάθε περίπτωση η επιδρομή κρίνεται επιτυχημένη, παρόλο που το ΝΑΤΟ αρνείται(όπως πάντα) την ύπαρξη της.
Επίλογος
Η δράση των Γιουγκοσλάβων πιλότων απέδειξε τι αποτελέσματα μπορούν να επιφέρουν η θέληση, η αποφασιστικότητα και ο καλός σχεδιασμός απέναντι σε έναν αντίπαλο που φαίνεται και ίσως και να είναι, πολύ ισχυρότερος. Τα πλήγματα που δέχθηκε το ΝΑΤΟ ήταν αρκετά ισχυρά από επιχειρησιακής άποψης, αλλά ιδιαιτέρως ισχυρά από επικοινωνιακής. Δυστυχώς η γιουγκοσλαβική πλευρά στερούνταν ενός ικανού προπαγανδιστικού μηχανισμού ώστε να μπορεί να εξάγει προς τον έξω κόσμο τις επιτυχίες της στο πεδίο της μάχης, παρέχοντας παράλληλα την απαιτούμενη τεκμηρίωση. Ίσως μάλιστα και να μην το επιδίωκε, δεδομένης της ιστορίας εμπλοκής της ηγεσίας της σε πράξεις που θεωρούνται εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και της (αφελούς) πεποίθησης της πως θα μπορούσε να «ανταλλάξει» αποδείξεις περί επιτυχιών στο στρατιωτικό πεδίο με επιεικέστερη αντιμετώπιση της μετά τον πόλεμο. Σε κάθε περίπτωση η αποκάλυψη, έστω και από εναλλακτικά δίκτυα ενημέρωσης, των γιουγκοσλαβικών στρατιωτικών επιτυχιών κατά την διάρκεια του πολέμου του ’99, διαλύει την εικόνα απόλυτης ανωτερότητας που η Δύση καλλιεργεί συστηματικά επί δεκαετίες και θέτει την προσπάθεια αναζήτησης της αλήθειας σε σωστή βάση.