Τι μέλλει γενέσθαι μετά την άφιξη των MH-60R;
Προτάσεις αξιοποίησής των ΑΒ-212 των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων
Γράφει ο Κωνσταντίνος Τσαγανάς-Τακαντζάς
Στις 12 Ιουλίου 2020, η DSCA του αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας απέστειλε στο Κογκρέσο ανακοίνωση πιθανής πώλησης στην Ελλάδα έως επτά ελικοπτέρων ΜΗ-60R μετά του εξοπλισμού τους και υπηρεσιών υποστήριξης, με συνημμένη και την έγκριση του Υπουργείου Εξωτερικών για την πώληση αυτή. Το συμπέρασμα που άμεσα συνάγεται, άσχετα με τον τρόπο που τελικά θα υλοποιηθεί η προμήθεια (αναφέρεται η πρόθεση απόκτησης αρχικά τεσσάρων ελικοπτέρων του τύπου, προφανώς με προαίρεση για τα υπόλοιπα τρία), είναι ότι το ΠΝ προτίθεται να αντικαταστήσει ένα προς ένα τα επτά παλαιά AB-212 ASW που υπηρετούν στην 1η ΜΕΝ με τα κορυφαία MH-60R Seahawk. Η εξέλιξη αυτή όμως δεν πρέπει να σημάνει αυτόματα και το τέλος των ΑΒ-212. Αντίθετα, υπό προϋποθέσεις, οι Ένοπλες Δυνάμεις θα μπορούσαν να συνεχίσουν να τα αξιοποιούν επωφελώς, για ποικιλία αποστολών, απαλλάσσοντας ταυτόχρονα ικανότερα και δαπανηρότερα στη λειτουργία τους μέσα από δευτερεύοντα καθήκοντα και από αποστολές για τις οποίες η χρήση τους θα ήταν αντιοικονομική, πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό την τρέχουσα περίοδο δημοσιονομικής στενότητας.
Για την οικογένεια ελικοπτέρων της Bell που έγινε ευρύτερα γνωστή με το όνομα Huey – περιλαμβάνει τα μοντέλα 204, 205, 212, 214, 412 και φυσικά τη σειρά επιθετικών ελικοπτέρων Cobra – δεν χρειάζεται να πούμε πολλά πράγματα. Αρκεί να αναφερθεί ότι μέλη της είναι ακόμα σε παραγωγή και σε χρήση με μεγάλο αριθμό ενόπλων δυνάμεων ανά τον κόσμο, εξήντα τρία χρόνια μετά την πρώτη πτήση του ΧΗ-40, του πρώτου δηλαδή πρωτοτύπου του μοντέλου 204 που απετέλεσε τον πρόγονο όλων των άλλων.
Σε πολλές περιπτώσεις ο καλύτερος αντικαταστάτης ενός Huey δεν μπορεί παρά να είναι ένα άλλο Huey. Λόγου χάρη, ο Καναδάς αντικατέστησε τα CUH-1N/CH-135 με τα CH-146 (έκδοχο του μοντέλου 412), ενώ η Ιαπωνία επέλεξε το XUH-2 (επίσης έκδοχο του μοντέλου 412), για την αντικατάσταση των UH-1J που διαθέτει και φυσικά το αμερικανικό Σώμα Πεζοναυτών παρέμεινε πιστό στην οικογένεια Huey με την προμήθεια των UH-1Y Venom προς αντικατάσταση των παλαιών UH-1N.
Επιπλέον, χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, ακόμη και μετά την απόκτηση νεώτερων και ικανότερων ελικοπτέρων, όχι μόνον δεν απέσυραν τα ΑΒ-212 που διέθεταν, αλλά συνεχίζουν να τα αξιοποιούν σε άλλους ρόλους, στην περίπτωση της Ισπανίας μάλιστα εφαρμόζεται και εκτενές πρόγραμμα αναβάθμισης.
Τα παραδείγματα της Ιταλίας και της Ισπανίας
Ήδη από το 1994, το ιταλικό ΠΝ (Marina Militare) προέβη στην αφαίρεση του ανθυποβρυχιακού και άλλου εξοπλισμού – ραντάρ έρευνας επιφανείας και ποντιζόμενο σόναρ – από αριθμό AB-212 ASW και στην τροποποίησή τους σε ελικόπτερα υποστήριξης αμφίβιων επιχειρήσεων με την ονομασία AB-212 NLA (Nucleo Lotta Anfinbia). Τα ελικόπτερα αυτά απέκτησαν δυο πολυβόλα MG42/59 (MG 3) στις θύρες, ενώ διατήρησαν το βαρούλκο διάσωσης και τους εξωτερικούς φορείς οπλισμού, στους οποίους πλέον αντί για Α/Υ τορπίλες, βόμβες βάθους, κλπ, αναρτώνται ατρακτίδια πολυβόλων 12,7 χιλιοστών ΗΜΡ-250 της FN Herstal, ατρακτίδια ρουκετών HL 19/70 (19 σωλήνες των 70 χιλιοστών) ή συνδυασμοί των δυο. Το ελικόπτερο επίσης διαθέτει το ολοκληρωμένο παθητικό σύστημα αυτοπροστασίας SIAP (Sistema Integrato di Autoprotezione Passiva), το οποίο περιλαμβάνει αισθητήρες προειδοποίησης επερχόμενων βλημάτων (MAWS) και διανομείς αναλωσίμων αντιμέτρων – αεροφύλλων και θερμοβολίδων. Επίσης διαθέτει δορυφορικό σύστημα ναυτιλίας, εσωτερικό φωτισμό συμβατό με διόπτρες νυκτερινής όρασης (NVGs), θωρακισμένες θέσεις χειριστών και προσθαφαιρούμενες πλάκες θωράκισης για το πάτωμα της καμπίνας. Δύναται δε να μεταφέρει και 2 έως 5 Πεζοναύτες του Τάγματος San Marco ή στελέχη των ειδικών δυνάμεων. Όταν χρησιμοποιείται σε ρόλο ελικοπτέρου εφόδου – Eliassalto στην ιταλική ορολογία – δεν τοποθετούνται οι εξωτερικοί φορείς οπλισμού, αλλά διατηρούνται τα πολυβόλα στις θύρες. Το μικρό μέγεθος της μεταφερόμενης ομάδας εξηγείται από τη διατήρηση των μικρών πλευρικών θυρών της έκδοσης ASW και την επιλεγείσα εσωτερική διαμόρφωση χωρίς θέσεις επιβατών στο πίσω μέρος της καμπίνας, όπου μάλλον τοποθετούνται πρόσθετες δεξαμενές καυσίμου ή άλλος εξοπλισμός. Εκ του αποτελέσματος, και με δεδομένη την εμπειρία από τις αποστολές στο Λίβανο και το Αφγανιστάν όπου χρησιμοποιήθηκαν τα AB-212 NLA, η έκδοση αυτή του παλαίμαχου ελικοπτέρου της Agusta-Bell θα πρέπει να κριθεί επιτυχημένη και άξια μίμησης.
Στην άλλη άκρη της Μεσογείου, το Ναυτικό της Ισπανίας (Armada Española) ανέθεσε τον Δεκέμβριο του 2011 στην κοινοπραξία των εταιριών SENER και INAER (η τελευταία εν τω μεταξύ εξαγοράσθηκε από την Babcock) συμβόλαιο ύψους 21 εκατομμυρίων Ευρώ για την εφαρμογή προγράμματος επέκτασης ζωής κατά 15 έτη και αναβάθμισης των επτά εναπομεινάντων – από τα 14 αρχικά παραληφθέντα μεταξύ 1974 και 1980 – ελικοπτέρων ΑΒ-212 που επιχειρούν με την 3η Μοίρα Αεροσκαφών (3ª Escuadrilla Aeronaves). Για την υποστήριξη αμφίβιων επιχειρήσεων, τα ΑΒ-212 του Ισπανικού Ναυτικού έφεραν καλάθους ρουκετών ΧΜ200Ε1 στους εξωτερικούς φορείς οπλισμού και πολυβόλα MG3 στις θύρες.
Το πρόγραμμα αναβάθμισης περιλαμβάνει την συντήρηση και αναβάθμιση των συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του ελικοπτέρου και την αλλαγή των καλωδιώσεων, την αντικατάσταση των αναλογικών οργάνων με πλήρως ψηφιακό πιλοτήριο συμβατό με διόπτρες νυκτερινής όρασης (NVGs), ραντάρ επιτήρησης με λειτουργίες έρευνας επιφανείας και παροχής μετεωρολογικών δεδομένων, τερματικό AIS, διασύνδεση με υπολογιστές χειρός αποστολής (Mission Tablet Computers – MTCs), πυργίσκο με ηλεκτροοπτικό σύστημα παρατήρησης που συμπεριλαμβάνει και θερμική κάμερα (EO/IR), σύστημα αυτοπροστασίας με αισθητήρες προειδοποίησης επερχόμενων βλημάτων (MAWS), θωρακισμένα καθίσματα χειριστών, πρόσθετη θωράκιση για το διαμέρισμα επιβατών/φορτίου, καθίσματα ανθεκτικά σε προσκρούσεις, σύστημα ναυτιλίας με GPS και σύστημα προειδοποίησης αναγλύφου (TAWS) και τέλος σημείο ανάρτησης εξωτερικών φορτίων. Ως οπλισμός επελέγη το εξάκαννο πολυβόλο Μ134D Minigun της Dillon Aero. Επίσης αναφέρεται ότι τα αναβαθμισμένα ελικόπτερα θα έχουν δυνατότητα προσθήκης διαφόρων συστημάτων με διαμόρφωση plug and play που θα επιτρέπουν την εκτέλεση ποικιλίας αποστολών, αλλά και μειωμένη ικανότητα μεταφοράς προσωπικού, μάλλον λόγω της μόνιμης εγκατάστασης πρόσθετων εσωτερικών δεξαμενών καυσίμου.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η αναβάθμιση που επέλεξε η Ισπανία έχει πολλά κοινά με την αντίστοιχη ιταλική, αλλά και σημαντικές διαφορές. Συγκεκριμένα, η ύπαρξη ραντάρ και Η/Ο συστήματος θα επιτρέπουν σε συνδυασμό με τη χρήση ΔΝΟ την ευχερέστερη εκτέλεση αποστολών μεταφοράς και υποστήριξης ομάδων ειδικών δυνάμεων, αλλά και την αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών σε θαλάσσια περιβάλλοντα, όπως, λ.χ. της πειρατείας, συγκριτικά με τα AB-212 NLA. Από την άλλη, η ιταλική διαμόρφωση υπερέχει ως προς την ύπαρξη εξ αρχής διανομέων αναλωσίμων αντιμέτρων, που τα ισπανικά ελικόπτερα δεν διαθέτουν, αλλά και ως προς την ποικιλία και ευκολία χρήσης του οπλισμού – στα αναβαθμισμένα ελικόπτερα ως μοναδικός οπλισμός φαίνεται να είναι είτε το Μ134D Minigun, είτε δυο MG3. Το πρώτο όμως, απ’ όσο μπορεί κανείς να διακρίνει με βάση τις διαθέσιμες φωτογραφίες, ίσως να φέρεται ως σταθερό όπλο που βάλλει κατά το διαμήκη άξονα του ελικοπτέρου, καθώς έτσι όπως είναι τοποθετημένο το τόξο πυρός του περιορίζεται δραματικά λόγω της κατάληψης της συνήθους θέσης του χειριστή του από την αριστερή πρόσθετη εσωτερική δεξαμενή καυσίμου, ενώ και το μήκος του αγωγού πυρομαχικών δεν φαίνεται να επιτρέπει την ευχερή περιστροφή του κατ’ αζιμούθιο. Είναι άγνωστο προς το παρόν αν θα ενσωματωθούν και κάλαθοι ρουκετών στα αναβαθμισμένα ελικόπτερα όπως ίσχυε προ της αναβάθμισής τους.
Η ελληνική διάσταση
Οι ελληνικές ΕΔ αξιοποιούν εδώ και δεκαετίες και στους τρεις κλάδους των τα UH-1H/AB-205 (ΕΣ και ΠΑ) και ΑΒ-212 (ΕΣ, ΠΑ και ΠΝ). Ωστόσο, τα πρώτα σταδιακά απαξιώνονται δεδομένου ότι δεν έχουν υποστεί ουδεμία αναβάθμιση. Ίσως οι αναγνώστες μας θυμούνται την πρόθεση προ εικοσαετίας περίπου να αναβαθμισθεί αριθμός των Ε/Π του ΕΣ στο επίπεδο Huey II, πρόγραμμα το οποίο τελικά δεν προχώρησε, ενώ σύμφωνα με όσα ακούγονταν τότε έφτασε να αναδίδει και οσμή σκανδάλου. Μετά δε το φυσιολογικό τέλος του κύκλου ζωής των UH-1H, η Αεροπορία Στρατού θα μείνει με τα ΝΗ-90 ΤΤΗ και τα CH-47D/SD Chinook (για τα τελευταία μάλιστα αναφέρεται πρόθεση αναβάθμισής τους στο επίπεδο CH-47F), αμφότερα τα οποία είναι απείρως δαπανηρότερα στη χρήση τους σε σχέση με τα ελικόπτερα της Bell/Agusta-Bell και η χρήση τους για ένα αρκετά ευρύ φάσμα αποστολών αποτελεί μάλλον υπερβολή, για να το θέσουμε επιεικώς.
Ως εκ τούτου, και ήδη από την ανωτέρω συνοπτική παράθεση των προγραμμάτων περαιτέρω αξιοποίησης ή/και αναβάθμισης των Ε/Π ΑΒ-212 από άλλες χώρες, εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ότι και οι ΕΔ θα μπορούσαν να συνεχίσουν να τα διατηρούν σε χρήση, παράλληλα με τα άλλα διατιθέμενα μέσα, επιτυγχάνοντας με τον τρόπο αυτό όχι μόνον την εξοικονόμηση πολύτιμων και δυσεύρετων πόρων, αλλά και τη μη απώλεια της συσσωρευμένης εμπειρίας δεκαετιών στην επιχειρησιακή εκμετάλλευση των ελικοπτέρων της οικογένειας Huey.
Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι για να ευοδωθούν με τον καλύτερο τρόπο οι προτάσεις που θα διατυπωθούν στη συνέχεια θα πρέπει να ισχύουν τρεις βασικότατες προϋποθέσεις: α) τα ελικόπτερα ΑΒ-212 του ΠΝ να έχουν επαρκές υπόλοιπο ωφέλιμης ζωής, πράγμα πολύ πιθανό, β) το ΠΝ να μην επιθυμεί να τα διατηρήσει σε υπηρεσία ούτε ως εκπαιδευτικά μετά την άφιξη των MH-60R και γ) όλα τα διαθέσιμα ΑΒ-212 και των τριών κλάδων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων να συγκεντρωθούν σε μια ενιαία μονάδα, η οποία ιδανικά θα υπάγεται στην Αεροπορία Στρατού, δηλαδή τα επτά που τώρα ανήκουν στο ΠΝ, τα τέσσερα της ΠΑ και το μοναδικό που ήδη χρησιμοποιείται από τον ΕΣ, σύνολο δώδεκα ελικόπτερα.
Πιο συγκεκριμένα, για τα ελικόπτερα του Ναυτικού προτείνεται μια σειρά ελαφρών και ως επί το πλείστον μη δαπανηρών τροποποιήσεων ώστε η τελική τους διαμόρφωση να «δανείζεται» τα καλύτερα χαρακτηριστικά των αντίστοιχων από Ιταλία και Ισπανία, όπως αυτές ήδη περιγράφηκαν.
Πρώτον, δεδομένου ότι η ύπαρξή του περιττεύει στο νέο ρόλο που θα αναλάβουν τα ελικόπτερα, θα χρειαστεί να αφαιρεθεί το ποντιζόμενο σόναρ και ο βαθυθερμογράφος μαζί με όλη τη σχετική υποδομή αμφοτέρων (κονσόλα χειρισμού, καλωδιώσεις, βαρούλκο) και να κλείσει η οπή στην κοιλιά της ατράκτου από την οποία γίνεται η πόντισή τους. Ειδικά για την τελευταία, το κομμάτι που θα την κλείσει μπορεί κάλλιστα να προέλθει από απλά (αποσυρθέντα) UH-1H. Μια και γίνεται λόγος για χρήση απαρτίων από παλαιότερα ελικόπτερα, αξίζει να εξετασθεί το ενδεχόμενο αντικατάστασης των μικρών πλευρικών θυρών των ΑΒ-212 ASW και των τμημάτων της επικάλυψης της ατράκτου όπισθεν αυτών με τις μεγαλύτερες των UH-1H, διαδικασία που μπορεί να διεκπεραιωθεί εύκολα, ενώ δεν απαιτεί επεμβάσεις στα δομικά στοιχεία των ελικοπτέρων και δεν επηρεάζει την αντοχή τους, αντίθετα μάλιστα τα καθιστά καταλληλότερα για το νέο τους ρόλο, επιτρέποντας την αξιοποίηση ολόκληρου του χώρου της καμπίνας και μάλιστα με μεγαλύτερη ευχέρεια επιλογής διαμόρφωσης ανάλογα με την αποστολή που πρόκειται κάθε φορά να εκτελεστεί. Τα (προσθαφαιρούμενα) καθίσματα επίσης μπορούν να προέλθουν από τα παλαιότερα UH-1H, αν και κατά προτίμηση θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο προμήθειας καθισμάτων με σύστημα απορρόφησης της κινητικής ενέργειας που παράγεται σε περίπτωση πτώσης (crashworthy) τόσο για το πλήρωμα όσο και για τους επιβάτες. Ιδανικά, τα καθίσματα των χειριστών θα πρέπει να φέρουν και κάποιας μορφής ελαφρά θωράκιση. Στη διεθνή αγορά υπάρχει διαθέσιμη μεγάλη ποικιλία κατάλληλων προϊόντων που μπορούν να βρεθούν σε ανταγωνιστικές τιμές και φυσικά η ασφάλεια του προσωπικού δικαιολογεί και με το παραπάνω την επένδυση. Ενδεικτικά αναφέρονται η Baruch Sharon, η Wolf Technical Services και η πασίγνωστη από τα εκτινασσόμενα καθίσματα που παράγει Martin Baker ως πιθανοί προμηθευτές κατάλληλων καθισμάτων.
Εν συνεχεία, προτείνεται να διατηρηθεί το ραντάρ APS-705(V), το FLIR Star Safire II και το συνεργαζόμενο με αυτά τακτικό σύστημα OCTOPUS (το οποίο ήδη περιλαμβάνει και λειτουργία AIS), ή τουλάχιστον η πρόβλεψη για την εγκατάστασή του ραντάρ και του τακτικού συστήματος εάν και εφόσον απαιτείται, πλέον σε διαμόρφωση plug and play. Τουτέστιν, αν πρόκειται να εκτελεστεί αποστολή μεταφοράς προσωπικού ή φορτίων, τα συστήματα θα παραλείπονται, ενώ θα επανατοποθετούνται για εκτέλεση αποστολών περιπολίας, πχ για αντιμετώπιση πειρατείας. Εδώ θα μπορούσε να συνεισφέρει τα μέγιστα το ΚΕΑ-ΕΤΗΜ της ΠΑ σε συνεργασία και με το ΚΕΤΕΣ, ώστε η προβολή της εικόνας τόσο του ραντάρ όσο και του OCTOPUS να γίνεται σε μια κονσόλα νέας τεχνολογίας με οθόνη πολλαπλών λειτουργιών (MFD), ή αφής, ή ακόμα και σε φορητό υπολογιστή, αντικαθιστώντας την παλαιά οθόνη σωλήνα καθοδικών ακτινών (CRT) του APS-705(V) με προφανή οφέλη σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την ευελιξία τοποθέτησης και χρήσης των συστημάτων. Εννοείται ότι η ικανότητα μετάδοσης δεδομένων του τακτικού συστήματος πρέπει να διατηρηθεί. Και φυσικά, η υιοθέτηση πλήρως ψηφιακού πιλοτηρίου θα ανέβαζε πολύ το κόστος, οπότε αρκεί ο εσωτερικός φωτισμός να καταστεί συμβατός με διόπτρες νυχτερινής όρασης (ΔΝΟ/NVG).
Σχετικά με τον οπλισμό, τα ΑΒ-212 του ΠΝ έχουν το πλεονέκτημα ότι ήδη αξιοποιούν τρία από τα συνολικά τέσσερα σημεία προσαρμογής οπλικών συστημάτων που υπάρχουν στην άτρακτο – κοινά για όλα τα μέλη της οικογένειας Huey με μακρά άτρακτο. Συγκεκριμένα στο πρόσθιο δεξιό φέρεται πολυβόλο MG3 επί έστορα KVG96 κατασκευής ΕΑΣ, ενώ στα δυο οπίσθια ο πλέον συνήθης φόρτος είναι Α/Υ τορπίλες Μk 46. Φυσικά, στο νέο τους ρόλο δεν θα φέρουν πλέον τορπίλες, αλλά καλάθους ρουκετών των 70 χιλιοστών των επτά (LAU-68/A) ή δεκαεννέα σωλήνων (LAU-61/Α ή LAU-69/Α ή M200), που η ΑΣ ήδη διαθέτει στο οπλοστάσιό της ή μπορεί εύκολα να προμηθευθεί από την ΠΑ. Εάν δε ενσωματωθεί και καταδείκτης Laser στο Star Safire II, θα είναι δυνατή και η χρήση κατευθυνόμενων ρουκετών APKWS, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα γίνουν πρόσθετες παραγγελίες, ιδανικά από κοινού, για περιορισμό του κόστους, από την ΑΣ – για τα OH-58D, τα AH-64A+/DHΑ και τα ΑΒ-212 (αν τελικά ενταχθούν στην ΑΣ) – και το ΠΝ, καθώς η αρχική παρτίδα που πιθανολογείται να παραγγελθεί προορίζεται αποκλειστικά για τα MH-60R.
Δεύτερο πολυβόλο μπορεί να τοποθετηθεί επί βάσης Μ23 (από τα UH-1H) στο πρόσθιο αριστερό σημείο ανάρτησης. Η βάση Μ23 μπορεί να δεχθεί πολυβόλα γενικής χρήσης M60D, MG3 και FN MAG, ενώ με μικρή τροποποίηση, καθιστάμενη πλέον Μ59, βαρέα πολυβόλα (Μ2ΗΒ, ΑΝ/Μ2, ΑΝ/Μ3) ή ακόμα και πολυβόλα βομβίδων όπως το GMG. Ο σταθερός οπλισμός του ελικοπτέρου μπορεί να αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη ποικιλία με την τοποθέτηση ατρακτιδίου πολυβόλου κατά το ιταλικό πρότυπο. Για λόγους οικονομίας προτείνεται αυτό να προέλθει από τα αποθέματα της ΠΑ, η οποία θα μπορεί να διαθέσει στην ΑΣ ατρακτίδια πολυβόλων των 12,7 χιλιοστών κατασκευής της North American Rockwell (από Τ-2Ε Buckeye που έχουν τεθεί σε μακρά αποθήκευση). Μόνο πιθανό πρόβλημα είναι η μικρή χωρητικότητα σε πυρομαχικά που ανέρχεται σε 100 βλήματα, καθώς το ατρακτίδιο είχε σχεδιαστεί να συλλέγει τους κάλυκες και τους συνδετήρες στο εσωτερικό του για να μην προκαλούνται ζημίες στην πτέρυγα του αεροσκάφους φορέα – T-28 Trojan αρχικά και εν συνεχεία υιοθετήθηκε και για τα Τ-2. Αυτό μπορεί να επιλυθεί εύκολα με τοποθέτηση μεγαλύτερου κυτίου πυρομαχικών των 250 ή και 400 βλημάτων, κατ’ αντιστοιχία με τα ΗΜΡ-400 που η ΠΑ χρησιμοποιεί στα Τ-6Α ΝΤΑ, και απόρριψη καλύκων και συνδετήρων εξωτερικά πλέον. Ποιος ξέρει, ίσως σε κάποια αποθήκη της ΠΑ ή των ΕΑΣ να υπάρχουν ακόμα ξεχασμένα ατρακτίδια DGP-1 με δυο ΑΝ/Μ2 των 12,7 χιλιοστών και 375 β.α.ο. που ήλθαν στην Ελλάδα το 1949 με τα Curtiss SB2C-5 Helldiver – πριν κάποια χρόνια τα δίδυμα αμυντικά πολυβόλα ΑΝ/Μ2 0,30 ιντσών των Helldiver είχαν βρεθεί ακόμα μέσα στις συσκευασίες τους στην τότε ΕΒΟ Λαυρίου (σχετική αναφορά γίνεται στο βιβλίο “Ανακατασκευάζοντας Αεροπορική Ιστορία στην Ελλάδα” του Δ. Βογιατζή). Θεωρητικά, για αποστολές που απαιτούν μεγαλύτερη ισχύ πυρός θα μπορούσε να αναρτηθεί χωρίς ουσιαστικά προβλήματα σε έναν εκ των πυλώνων μέχρι και πυροβόλο των 20 χιλιοστών – προτείνεται το Μ39Α2 από τα F-5Α επί κατάλληλου συστήματος ανάρτησης με τα πυρομαχικά να φέρονται στο εσωτερικό της ατράκτου αντί των οπίσθιων πλευρικών θέσεων και η τροφοδοσία του πυροβόλου να γίνεται μέσω οπής σε πλευρική θύρα ή κάπου στην άτρακτο ώστε να μην παρεμποδίζεται η χρήση των θυρών. Η ΠΑ θα μπορούσε επίσης να παράσχει και απλά ανακλαστικά σκοπευτικά για την χρήση του σταθερού οπλισμού, από αποσυρθέντα αεροσκάφη Τ-37C ή Τ-2Ε. Με τέσσερα συνολικά σημεία προσαρμογής οπλισμού, θα υπάρχει μεγάλη ευχέρεια επιλογής ανάλογα με τις ανάγκες των εκάστοτε αποστολών, το τελικό δε αποτέλεσμα θα είναι ουσιαστικά παρόμοιο με τα ιταλικά AB-212 NLA και ελαφρώς ανώτερο λόγω της ύπαρξης του Star Safire II, ενώ όταν τοποθετείται και το ραντάρ, η διαμόρφωση πλέον θα είναι παρόμοια με αυτή των αναβαθμισμένων ισπανικών, των οποίων θα υπερέχει λόγω μεγαλύτερης διαθέσιμης ποικιλίας οπλισμού.
Ο λοιπός εξοπλισμός, ήτοι βαρούλκο διάσωσης, ραδιοϋψόμετρο, συστήματα πλοήγησης και επικοινωνιών, μπορεί να παραμείνει ως έχει, απαραίτητο όμως κρίνεται να προστεθούν και κόφτες καλωδίων στην οροφή και στην κοιλιά της ατράκτου, καθώς και ένα στοιχειώδες έστω σύστημα αυτοπροστασίας αποτελούμενο τουλάχιστον από διανομείς αναλωσίμων αντιμέτρων (αεροφύλλων και θερμοβολίδων), όπως στα ΑΒ-212 ICO της ιταλικής ΠΑ, από υπαρχοντα στις ΕΔ αποθέματα, ή, κατά προτίμηση, ένα πιο πλήρες που θα περιλαμβάνει και MAWS, ενδεχομένως δε και παρεμβολέα υπερύθρων (IRCM) όπως ο ΑΝ/ALQ-144A που φέρουν τα επιθετικά ελικόπτερα Apache.
Για τα πέντε συνολικά ελικόπτερα Β/ΑΒ-212, τέσσερα της ΠΑ και εφόσον αυτή δεχθεί να τα αποχωριστεί προς όφελος του ΕΣ, και το μοναδικό που ήδη διαθέτει η ΑΣ, τα οποία χρησιμοποιούνται για καθήκοντα μεταφοράς υψηλών προσώπων και για αποστολές αεροδιακομιδών, εν πολλοίς ισχύουν τα όσα προτάθηκαν παραπάνω για την αλλαγή της εσωτερικής διαμόρφωσης σε γενικής χρήσης, για τον εσωτερικό φωτισμό που πρέπει να καταστεί συμβατός με ΔΝΟ, για το επιθυμητό προσθήκης ελαφράς θωράκισης σε επιλεγμένα σημεία, καθώς και για την προσθήκη συστήματος αυτοπροστασίας. Επίσης τα συστήματα επικοινωνιών των ελικοπτέρων αυτών θα πρέπει να καταστούν συμβατά με το νέο τους ρόλο. Από τα Β-212 της ΠΑ, ένα φέρει και το σύστημα ΝΙΟΒΗ, που αποτελείται από σύστημα λήψης (με Η/Ο πυργίσκο της WESCAM) και μετάδοσης εικόνας, το οποίο θα πρέπει να διατηρηθεί, με την προσθήκη όμως δυνατότητας κρυπτογράφησης δεδομένων.
Αν δεν υπάρχει απόθεμα φορέων ανάρτησης εξωτερικών οπλικών φορτίων, ο οπλισμός τους θα περιοριστεί σε πολυβόλα επί βάσεων Μ23 ή Μ59. Ειδικά για τα Β-212 της Πολεμικής Αεροπορίας, το υφιστάμενο σύστημα επίπλευσης εκτάκτου ανάγκης (emergency flotation system) παρεμποδίζει την τοποθέτηση βάσεων οπλισμού, οπότε αυτό θα πρέπει να αντικατασταθεί με τα αντίστοιχα συστήματα των ΑΒ-205Α-1, ή να αποκτηθούν/κατασκευαστούν βάσεις πολυβόλων που να βιδώνονται στο πάτωμα της καμπίνας, όπως αυτές που φέρουν τα Super Puma και τα ΝΗ-90 ΤΤΗ. Προαιρετικά μπορεί να προστεθούν και σταθερά πολυβόλα των 7,62 ή των 12,7 χιλιοστών επί ειδικών βάσεων απλής κατασκευής που τοποθετούνται στα πρόσθια σημεία προσαρμογής οπλικών συστημάτων, δυνατότητα που έχει αξιοποιηθεί από αρκετές αεροπορίες, κυρίως στη Λατινική Αμερική. Επίσης, από εκτός ενεργείας ΑΒ-205Α-1 μπορούν να προέλθουν βαρούλκα διάσωσης, χρήσιμα και για ταχεία καταρρίχηση με σύστημα Fast Rope, αν αυτό κριθεί αναγκαίο.
Βέβαια, είναι προφανές ότι μια δύναμη 8-12 ελικοπτέρων δεν επαρκεί για να καλύψει το σύνολο των υφιστάμενων επιχειρησιακών αναγκών και να επιτρέψει την απόσυρση των UH-1H (πλην των ευρισκόμενων σε καλύτερη κατάσταση, τα οποία προτείνεται να αξιοποιηθούν για εκπαίδευση και για αποστολές δεύτερης-τρίτης γραμμής), οπότε καλό θα ήταν να επιδιωχθεί η απόκτηση μέσω δωρεάν παραχώρησης ως πλεονάζον αμυντικό υλικό (Excess Defense Articles/EDA) από τις ΗΠΑ αριθμού UH-1N προερχόμενων από τα αποθέματα της USAF (πρόκειται να αντικατασταθούν από Boeing MH-139) ή/και του USMC (αντικαταστάθηκαν από τα UH-1Y Venom), ει δυνατόν και με φορείς οπλισμού και FLIR, ώστε να συγκροτηθεί μια δύναμη επιπέδου Τάγματος. Μελλοντικά δε, και εφόσον οικονομικά καταστεί δυνατό, θα μπορούσε να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα περιορισμένης αναβάθμισης με συλλογή FastFin της BLR Aerospace που βελτιώνει τα πτητικά χαρακτηριστικά του ελικοπτέρου και μειώνει τις δομικές καταπονήσεις – έχει τοποθετηθεί στα Bell 412EP της Κυπριακής Αστυνομίας – και, εφόσον κριθεί τεχνικά εφικτό, αντικατάσταση του δίφυλλου κύριου στροφείου με το τετράφυλλο του Bell 412 (λογικά είναι, καθώς το 412 σχεδιαστικά προέρχεται από το 212), το οποίο μειώνει τα επίπεδα θορύβου, δεδομένου ότι τα άκρα των πτερυγίων των δίφυλλων στροφείων κινούνται με σχεδόν υπερηχητική ταχύτητα και παράγουν έναν χαρακτηριστικό δυνατό ήχο.
Ακόμα και στην περίπτωση που η Αεροπορία Στρατού κρίνει ότι μια τέτοια κίνηση δεν είναι για οποιονδήποτε λόγο σκόπιμη, τότε ίσως το ίδιο το Πολεμικό Ναυτικό θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο διατήρησης του συνόλου ή μέρους έστω των ΑΒ-212 που διαθέτει και, μιμούμενο το παράδειγμα των ναυτικών της Ιταλίας και της Ισπανίας, τα τροποποιήσει όπως ήδη αναφέρθηκε αναλυτικά και συνεχίσει να τα αξιοποιεί επ’ ωφελεία της ΔΥΚ και των Ειδικών Δυνάμεων εν γένει μέσω της Διακλαδικής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων, δεδομένου μάλιστα ότι τα S-70B και MH-60R δεν είναι και τα πλέον κατάλληλα μέσα για τον ρόλο αυτό, καθώς, παρά τις κατά τα άλλα εξαιρετικές τους επιδόσεις, οι συσκευές αποστολής δεν αφήνουν ικανό διαθέσιμο χώρο εσωτερικά για την μεταφορά ομάδας ειδικών επιχειρήσεων ικανού μεγέθους.
Αντί επιλόγου
Με την παραχώρηση των ΑΒ-212 προς περαιτέρω αξιοποίηση στον Στρατό Ξηράς, το Πολεμικό Ναυτικό μπορεί να αντλήσει άλλα οφέλη. Δεδομένου ότι για την Αεροπορία Στρατού τα ποντιζόμενα σόναρ και οι βαθυθερμογράφοι των AB-212 ASW είναι περιττά, το ΠΝ θα μπορούσε κάλλιστα τα διατηρήσει και να τα τοποθετήσει σε σκάφη επιφανείας, μιμούμενο το παράδειγμα των (σοβιετικής/ρωσικής προέλευσης) ελαφρών ανθυποβρυχιακών κορβετών Project 1241.2 Molniya-2 – κλάση Pauk κατά ΝΑΤΟ – οι οποίες φέρουν και ποντιζόμενο σόναρ, το οποίο αρχικά αναπτύχθηκε για χρήση από ελικόπτερα. Συγκεκριμένα, σε ορισμένες εκ των κανονιοφόρων Osprey-55, HSY-55 και HSY-56A που διαθέτει το ΠΝ θα μπορούσε να τοποθετηθεί το σόναρ των AB-212 ASW ως συρόμενο σύστημα μεταβλητού βάθους (Variable Depth Sonar/VDS), που σε συνδυασμό με δυο τριπλούς τορπιλοσωλήνες Mk 32 θα τους προσέδιδε αξιοπρεπείς ανθυποβρυχιακές ικανότητες, καλύπτοντας το κενό που άφησε η απόσυρση των κανονιοφόρων τύπου Thetis και αποδεσμεύοντας τις πολύτιμες φρεγάτες του Στόλου για πιο απαιτητικές αποστολές.