Η απρόσμενη δήλωση του ηγέτη της Αιγύπτου Στρατηγού Αλ-Σίσι που αποκάλεσε για πρώτη φορά μετά από 46 χρόνια το Ισραήλ ως «εχθρό της Αιγύπτου», έθεσε το θέμα της περιφερειακής ισορροπίας δυνάμεων σε νέα βάση.
Μετά τη συνθήκη του Καμπ-Ντέηβιντ το 1978, οι σχέσεις Αιγύπτου και Ισραήλ εξομαλύνθηκαν. Η πρώτη αναγνώρισε το δεύτερο, εισήχθη στο δυτικό μπλοκ δυνάμεων και ξεκίνησε την απόκτηση δυτικού εξοπλισμού για τις ανάγκες εκσυγχρονισμού των ΕΔ της. Ωστόσο φαίνεται πως το αιγυπτιακό σύστημα εξουσίας ποτέ δεν συμβιβάστηκε με την ιδέα της ειρηνικής συνύπαρξης με το Ισραήλ, πολιτική που του στέρησε άλλωστε την πρωτοκαθεδρία στον αραβικό κόσμο.
Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθούμε με τον συσχετισμό της στρατιωτικής ισχύος ανάμεσα σε Ισραήλ και Αίγυπτο περιορίζοντας το εύρος της σύγκρισης στο αεροπορικό τομέα.
Αιγυπτιακή εναέρια ισχύ
Σε φάση δυναμικής ανάπτυξης έχει μπει η Αιγυπτιακή αεροπορία. Έτσι, μετά τις προμήθειες Rafale και MIG-29M, την πιθανολογούμενη απόκτηση EF-2000 Typhoon, την αποτυχημένη απόπειρα αγοράς μαχητικών SU-35, την πρόταση από τις Η.Π.Α για F-15EX, πηγές προερχόμενες από την χώρα του Νείλου κάνουν λόγο για την απόκτηση 40 σε πρώτη φάση μαχητικών J-10C από την Κίνα.

Παράλληλα συζητήσεις διεξάγονται στο παρασκήνιο για την πιθανή συμπαραγωγή αεροσκαφών FC-31/J-35, ενώ στο τραπέζι έχει πέσει και η πρόταση αγοράς βαρέων μαχητικών J-20 Mighty Dragon.
Οι εξελίξεις αυτές έχουν θέσει σε τροχιά εντυπωσιακής ανόδου την αιγυπτιακή εναέρια ισχύ, με προεκτάσεις που ξεπερνούν κατά πολύ τις δηλωμένες στρατηγικές της φιλοδοξίες και προβληματίζουν διεθνείς παίκτες όπως το Ισραήλ. Θα λέγαμε πως, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της ναυτικής ισχύος της χώρας, μπαίνουν για τα καλά οι βάσεις για την στρατιωτική κυριαρχία της Αιγύπτου στο νότιο τμήμα της Ανατολικής Μεσογείου και όχι μόνο.
Πρέπει να λεχθεί πως όντως η προμήθεια των J-10C συνιστά ένα άλμα στις επιχειρησιακές δυνατότητες της αιγυπτιακής πολεμικής αεροπορίας. Το αεροσκάφος φέρει σύγχρονα ηλεκτρονικά, ανάμεσα τους και ραντάρ AESA, σύγχρονα βλήματα A2A μεγάλου βεληνεκούς και ευρεία γκάμα όπλων αέρος-επιφανείας/εδάφους. Ειδικά η προσθήκη των βλημάτων PL-15, εκτιμάται πως θα εκτινάξει τις δυνατότητες εναέριας μάχης της αεροπορίας της χώρας. Επίσης το κόστος της όλης προμήθειας είναι εξόχως ανταγωνιστικό της προοπτικής αναβάθμισης του στόλου των F-16 της χώρας σε επίπεδο Viper.

Αν και ακούστηκαν πολλά, τα τελευταία δεν θα αντικατασταθούν από τα J-10C. Ο στόλος των F-16 της Αιγύπτου είναι πολυπληθής, υποστηριζόμενες από μια μεγάλη και ικανή υποδομή υποστήριξης που διαθέτει τη ικανότητα τοπικής κατασκευής μεγάλου αριθμού ανταλλακτικών για τα αεροσκάφη της και εκτέλεσης μείζονων εργασιών συντήρησης και ανακατασκευής τους. Τα F-16 έχουν εκτιμώμενο χρόνο ζωής τις 8.000 ώρες πτήσης, που δύναται να επεκταθεί στις 12.000 μέσω εφαρμογής προγράμματος SLEP, εν σχέσει με τις μισές περίπου αντίστοιχες του J-10C. Επίσης τα αιγυπτιακά F-16 έχουν αναβαθμιστεί σε επίπεδο Block 40, με την εξαίρεση των 20 F-16 Block 50/52 που παραδόθηκαν προ δεκαετίας.
Τα αιγυπτιακά F-16 είναι οπλισμένα με κατευθυνόμενα βλήματα AGM-88 HARM, AGM-84 Harpoon, AGM-65 Maverick και βόμβες LGB GBU-24 Paveway II/III, ενώ είναι σημαντικό να σημειωθεί πως φέρουν εγχώρια “stand-off” πυρομαχικά και βόμβες διολίσθησης με σχετικό “κιτ” Al-Tariq LR που τα καθιστούν αξιόπιστη λύση για αποστολές Δ/Β και ναυτικής κρούσης.
Επίσης, παρά την γενική περί του αντιθέτου άποψη, τα αιγυπτιακά F-16 συνιστούν αξιόπιστη δύναμη αποτροπής για αποστολές αναχαίτησης παρά την πολύ-τονισμένη έλλειψη βλημάτων ARH AIM-120 AMRAAM. Και αυτό διότι οι ικανότητες του τελευταίου είναι υπερτονισμένες (σ.σ το βλήμα διαθέτει σχετικά χαμηλό kill ratio) διότι δεν είναι ακριβώς “fire-and-forget” όπως υποστηρίζεται, καθώς σε μέσες αποστάσεις απαιτεί τακτική ανανέωση στοιχείων σκόπευσης από το ραντάρ του αεροσκάφους, ενώ οι AIM-7 Sparrow που διαθέτει η Αίγυπτος και με τους οποίους εξοπλίζει τα F-16 της, παρά τους περιορισμούς όγκους και βάρους, διαθέτουν εγγενώς μεγαλύτερη αντοχή σε ηλεκτρονικά αντίμετρα λόγω της ημι-ενεργού φύσης τους, ενώ φημολογείται έντονα πως η Αίγυπτος έχει εφαρμόσει μείζονες αναβαθμίσεις στους Sparrow (ανάμεσα τους με IIR και ARH αισθητήρες), κάτι που απαιτείται βέβαια να επιβεβαιωθεί.
Επίσης για τα F-16 της Αιγύπτου πιθανόν να αναζητηθούν εγχώριες ή και διακρατικές λύσεις εκσυγχρονισμού, παρόμοιες με τις αντίστοιχες της Τουρκίας και της Ν.Κορέας, που είναι οικονομικότερες, παρέχουν μεγαλύτερη αυτονομία και τη δυνατότητα να πιστοποιήσουν περισσότερα και ικανότερα όπλα και πυρομαχικά, χωρίς να απαιτείται η άδεια και συνεργασία του κατασκευαστή.
Τέλος, παρά τα θρυλούμενα, η Αίγυπτος δεν έχει μείνει καθόλου δυσαρεστημένη από τα MIG-29M που απέκτησε τα προηγούμενα χρόνια. Αντιθέτως, λόγω της ευελιξίας τους, των ικανοτήτων των βλημάτων A2A R-77-1 και των αντίστοιχων A2G/A2S Kh-31 και Kh-35 τους οποίους η Αίγυπτος απέκτησε σε ικανούς αριθμούς, κατέχουν μοναδική θέση στο οπλοστάσιο της Αιγυπτιακής πολεμικής αεροπορίας.

Εκείνο που έχει αποτρέψει την Αίγυπτο στην απόκτηση περισσότερων μονάδων του τύπου είναι η καθυστέρηση στην εξέλιξη του ραντάρ Zhuk που φέρει το αεροσκάφος και-κυρίως-η απειλή των αμερικανικών κυρώσεων CAATSA, λόγω των οποίων άλλωστε ναυάγησε και η προμήθεια των 24 SU-35.
Βέβαια το «καμάρι» της Αιγυπτιακής Πολεμικής αεροπορίας, δεν είναι άλλο από το γαλλικής προέλευσης Rafale, 54 μονάδες εκ των οποίων βρίσκονται σε υπηρεσία ή τελούν σε καθεστώς παραγγελίας και τα οποία της προσδίδουν κρίσιμη ποιοτική υπεροχή έναντι των αντιπάλων της πλην αυτής του Ισραήλ που έχει εντάξει σε υπηρεσία τα F-35.

Ο μικρός στόλος των MIRAGE-2000 της Αιγύπτου από την άλλη (18 αεροσκάφη), παρά τα όσα ίσως θα περίμενε κανείς, παίζει σημαντικό ρόλο στην εναέρια ισχύ της χώρας, καθώς είναι εφοδιασμένος με ιδιαίτερα προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα αυτοπροστασίας και Η/Π ιταλικής προέλευσης, ενώ η Αίγυπτος έχει εκφράσει την επιθυμία αύξησης του με αριθμό μεταχειρισμένων αεροσκαφών ( 30; ) MIRAGE-2000-9 από τα Η.Α.Ε.
Τέλος, η πρόθεση συμμετοχής στο πρόγραμμα ανάπτυξης του τουρκικού μαχητικού KAAN για απόκτηση έως και 100 μονάδων (!), πέραν του ότι αλλάζει εντελώς τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή, αναμένεται πως, αν υλοποιηθεί, θα αυξήσει εκθετικά την συνολική αεροπορική ισχύ της χώρας και την στρατιωτική και γεωστρατηγική της αυτονομία.
Σημαντική είναι εξάλλου η επένδυση που η Αιγυπτιακή αεροπορία έχει κάνει σε εκπαιδευτικές υποδομές και μέσα και πολλαπλασιαστές ισχύος, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν τα 8 αεροσκάφη AEW&C E-2C Hawkeye.
Εν κατακλείδι σημαντικά πλεονεκτήματα της Αιγυπτιακής αεροπορίας καταγράφονται στους τομείς της παράθεσης επαρκούς αριθμητικής ισχύος, στην διαφοροποίηση των πηγών προμηθειών, στην αξιόλογη εγχώρια βάση υποστήριξης, στην κατοχή μέσων σχετικά αγνώστων στον κύριο αντίπαλο και στο γενικότερο στρατηγικό βάθος της χώρας.
Γενικά το επίπεδο ισχύος της Αιγυπτιακής αεροπορίας θεωρείται αρκετά υψηλό και αναμένεται να επαυξηθεί μέσω της συστηματικής προσπάθειας που καταβάλει προς αυτήν την κατεύθυνση η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας.
Ισραηλινή εναέρια ισχύ
Περνώντας στο στρατόπεδο του Ισραήλ τα πράγματα είναι λίγο-πολύ γνωστά. Η ισραηλινή πολεμική αεροπορία θεωρείται η κορυφαία στην Μέση Ανατολή και μια από τις ικανότερες στον κόσμο. Σημαντικό ρόλο σε αυτήν την εντύπωση βέβαια έχουν παίξει και οι επικοινωνιακές πρακτικές επαύξησης της ισχύος της ισραηλινής Π.Α, απόρροια της εφαρμογής του λεγόμενου “δόγματος Κίσινγκερ” από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και εντεύθεν, σε σημείο που αυτή να θεωρείται αήττητη και ακαταμάχητη. Μια πιο προσεκτική και ευρυγώνια προσέγγιση θα αποκάλυπτε αδυναμίες, απώλειες και ήττες της ισραηλινής πολεμικής μηχανής αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης.
Το Ισραήλ διαθέτει ένα ευάριθμο οπλοστάσιο μαχητικών αεροσκαφών F-15 και F-16, κάποια εκ των οποίων στις τελευταίες τους εκδόσεις, με μεγάλες μαχητικές ικανότητες. Τα περισσότερα, αν όχι όλα αυτά μαχητικά, είναι εφοδιασμένα με avionics ισραηλινής κατασκευής, γεγονός που αντικατοπτρίζει την φιλοσοφία του εβραϊκού κράτους σε ό, τι έχει να κάνει με την στρατηγική του ανεξαρτησία και την ασφάλεια απέναντι σε κακόβουλες προσπάθειες του προμηθευτή/κατασκευαστή να επηρεάσει δια διαφόρων τρόπων την αξιοποίηση του αεροπορικού στόλου της χώρας.

Το «κερασάκι στην τούρτα» της ισραηλινής πολεμικής μηχανής ακούει στο όνομα F-35I Adir, επίσης εφοδιασμένο με υποσυστήματα ισραηλινής προέλευσης. Το τελευταίο έχει αποδείξει ήδη την αξία του σε αποστολές αφανούς διείσδυσης και κρούσης σε Συρία, Υεμένη και Ιράν. Σύμφωνα βέβαια με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες που προσφέρονται από εναλλακτικές πηγές ενημέρωσης ένα F-35I Adir υπέστη σοβαρές ζημιές από συριακό βλήμα S-200 (SA-5) το 2018 πάνω από την Συρία, ενώ 3 F-35I καταρρίφθηκαν πάνω από το Ιράν, δύο από συστήματα Bavar-373 και ένα από ιρανικό F-14AM Tomcat. Για αυτά τα συμβάντα δεν υπάρχει κάποια επίσημη απόδειξη, ούτε φυσικά παραδοχή από ισραηλινής και γενικότερα δυτικής πλευράς, αλλά όπως εύστοχα δηλώνεται από ειδικούς αμυντικούς αναλυτές διεθνούς κύρους “απουσία απόδειξης δεν συνεπάγεται απόδειξη απουσίας”.

Καίριο πλεονέκτημα της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας είναι ο εφοδιασμός της με προηγμένα όπλα A2A και A2G/A2S, πολλά εκ των οποίων ισραηλινής ανάπτυξης. Ενδεικτικά αναφέρονται τα Popeye, Rampage, Wind Demon, ROCKS, Delilah, Air LORA, Sky Breaker, Sky Sniper, Sky Sting, Derby/Derby-ER, Python-3/4/5 για τα περιοριστούμε μόνο στα κατευθυνόμενα βλήματα (πυραύλους). Ανάλογα πλούσιο είναι το οπλοστάσιο κατευθυνόμενων βομβών, πολλές εκ των οποίων με δυνατότητες stand-off πλήγματος και με ποικιλία επιλογών καθοδήγησης.
Επίσης το γεγονός πως πολλά οπλικά και ηλεκτρονικά συστήματα είναι ισραηλινής σχεδίασης, ανάπτυξης και κατασκευής περιορίζει δραστικά την δυνατότητα αντίπαλων χωρών να γνωρίζουν, έστω με σχετική ακρίβεια, τα ακριβή τεχνικά χαρακτηριστικά τους. Είναι ευνόητο το πλεονέκτημα που απολαμβάνουν οι ισραηλινές αμυντικές δυνάμεις εξ’ αυτού του γεγονότος.

Εκτεταμένη επένδυση έχει γίνει από πλευράς Ισραήλ στους λεγόμενους «πολλαπλασιαστές ισχύος», όπως αεροσκάφη AEW&C, ELINT/COMINT/SIGINT, εναέριου ανεφοδιασμού, κάτι που του προσδίδει σημαντική ποιοτική υπεροχή έναντι των αεροπορικών δυνάμεων των χωρών της περιοχής, ενώ εκτεταμένος ποσοτικά και ποιοτικά είναι και ο στόλος των UAV. Μάλιστα για τον τελευταίο φημολογείται πως έχει στις τάξεις του και εγχώριας ανάπτυξης απόρρητα προηγμένα μέσα όπως το φιλοσοφίας “ιπτάμενης πτέρυγας” αεριωθούμενο UAV RA-01, ικανά να φέρουν εις πέρας covert/clandestine αποστολές ISR αλλά πιθανόν και κρούσης.
Συνοπτικά στα πλεονεκτήματα της ισραηλινής αεροπορικής μηχανής περιλαμβάνονται ο Ηλεκτρονικός Πόλεμος (EW), ο κυβερνοπόλεμος (cyberwarfare), οι πληροφορίες, η ασφάλεια πληροφοριών και οι εξεζητημένες δυνατότητες μακρού πλήγματος.
Γενικά μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια πως σε περίπτωση σύγκρουσης των δύο χωρών και δη των αεροποριών τους, το Ισραήλ δεν θα έχει το ίδιο εύκολο έργο που είχε με τους έως τώρα αντιπάλους τους τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Η μάχη αναμένεται αμφίρροπη και το αποτέλεσμα μάλλον απρόβλεπτο-εκτός αν οι Ισραηλινοί επιδείξουν κάποιον “κρυφό άσσο στο μανίκι” κάτι που έχουν πράξει ουκ ολίγες φορές στην πολεμική τους ιστορία.


