Γράφει ο Κωνσταντίνος Τόλιας
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες το περιβάλλον ασφαλείας στον ελλαδικό χώρο έχει μεταβληθεί δραματικά. Η δραματική αύξηση της εγκληματικότητας, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, η εμφάνιση της απειλής της διεθνούς τρομοκρατίας καθώς και η αναμόχλευση αλυτρωτισμών εκ μέρους παραστρατιωτικών οργανώσεων, θέτουν νέα δεδομένα στον ευαίσθητο τομέα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας με προεκτάσεις που φθάνουν να αφορούν την εθνική άμυνα και ασφάλεια.
Η ΕΛ.ΑΣ καταφέρνει να ανταπεξέρχεται, τις περισσότερες φορές οριακά στις απειλές που ανακύπτουν, θέτοντας επ’αμφιβόλω την επιχειρησιακή της επάρκεια. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες επανέρχεται η ανάγκη για την (επανα)δημιουργία ενός σώματος αποκλειστικά υπεύθυνου για την ασφάλεια της επαρχίας, όμοιο με την περίπου πριν τρεις δεκαετίες καταργηθείσα Χωροφυλακή.
Γιατί Χωροφυλακή;
Θα μπορούσε να είναι ένα ερώτημα. Για να το απαντήσουμε θα πρέπει να προβούμε σε ακριβή διάγνωση των μορφών απειλών που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα και την ικανότητα του σημερινού μοντέλου άμυνας και ασφάλειας να τις διαχειριστεί. Καταρχήν οφείλουμε να σημειώσουμε την ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας στην επαρχία που σχετίζεται τόσο με την προϊούσα οικονομική κρίση όσο κυρίως με την αύξηση της λαθρομετανάστευσης.
Η ύπαιθρος έχει στην κυριολεξία κατακλυστεί τα τελευταία χρόνια με εκατοντάδες χιλιάδες αλλοδαπούς λαθρομετανάστες, μουσουλμανικής κυρίως προέλευσης, που πέραν των κακουργηματικών πράξεων στις οποίες προβαίνουν αποτελούν δυνητικό συνεργάτη ξένων κέντρων και παράκεντρων εξουσίας με στοχεύσεις που ξεπερνούν τα στενά όρια της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
Την ίδια στιγμή η πολιτική τρομοκρατία δείχνει να επανεμφανίζεται ενώ έχει εδώ και καιρό επισημανθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες δραστηριοποίηση πυρήνων ισλαμιστικής τρομοκρατίας σε ελληνικό έδαφος.
Το σημαντικότερο όμως είναι πως κάνουν πλέον αισθητή την παρουσία τους εξτρεμιστικές ομάδες που στόχο έχουν την απόσπαση ελληνικών εδαφών από τον εθνικό κορμό ή έστω την απομείωση της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας σε αυτές τις περιοχές. Όλα τα παραπάνω είναι γνωστά στις ελληνικές αρχές οι οποίες όμως έχουν προς το παρόν επιλέξει την αποσιώπηση του θέματος και την προβολή εικόνας ανυπαρξίας προβλήματος.
Το κύριο βάρος για την αντιμετώπιση των υπόψη απειλών πέφτουν στους ώμους των ΕΕΔ και των Σωμάτων Ασφαλείας. Όσον αφορά τις πρώτες έχουμε να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις.
Ο Ε.Σ που αναλαμβάνει και το κύριο βάρος αποτροπής και ανάσχεσης της απειλής, με εξαίρεση τις ειδικές του δυνάμεις, είναι προσανατολισμένος στην αντιμετώπιση της κύριας απειλής που προέρχεται από την πλευρά της Τουρκίας. Η φύση του, η δομή του, ο εξοπλισμός του και η εκπαίδευση του σε συνδυασμό με τα μικρά σχετικά του μεγέθη(με τάσεις περαιτέρω συρρίκνωσης) δεν του επιτρέπουν να διαθέσει σοβαρές δυνάμεις για την αντιμετώπιση παρόμοιων απειλών.
Όσον αφορά δε τα Σώματα Ασφαλείας και συγκεκριμένα την ΕΛ.ΑΣ, αυτή έχει σοβαρά κενά σε δόγμα, εκπαίδευση, οργάνωση και βαρύ οπλισμό ώστε να ληφθεί σοβαρά υπόψη ως παράγοντας αποτροπής. Είναι λανθασμένη η άποψη που θέλει τα σώματα ασφαλείας εστιασμένα αποκλειστικά στην πάταξη της εγκληματικότητας την στιγμή που ανακύπτουν απειλές που απειλούν τον “σκληρό πυρήνα” της κρατικής και εθνικής ασφάλειας .Η επιλογή λοιπόν της στρατιωτικοποίησης των σωμάτων ασφαλείας αποτελεί μονόδρομο.
Η λέξη «στρατιωτικοποίηση» δεν πρέπει να τρομάζει. Η εμπειρία έχει δείξει πως όσες υπηρεσίες κατά καιρούς αποστρατιωτικοποιήθηκαν (ΕΛ.ΑΣ, ΕΥΠ, ακόμη και η ΕΜΥ) απώλεσαν μέρος της αποτελεσματικότητας τους και της επιχειρησιακής τους ικανότητας. Επιβάλλεται λοιπόν η δημιουργία ενός παραστρατιωτικού σώματος με ζώνη ευθύνης την επαρχία που θα εγγυάται την επιτυχή αντιμετώπιση της απειλής αλλά και θα συμβάλλει γενικότερα στην εθνική άμυνα αποτελώντας άξιο συμπαραστάτη του στρατού ξηράς.
Ελληνική Χωροφυλακή: δομή και οργάνωση
Η Ελληνική Χωροφυλακή ήταν το πρώτο σώμα οργανωμένο στρατιωτικά με αστυνομικά καθήκοντα του Ελληνικού κράτους από κοινού με την Εθνοφυλακή, την Οροφυλακή και την Διοικητική αστυνομία. Καθήκοντα της ήταν η αστυνόμευση της επαρχίας με εξαίρεση την Αθήνα, τον Πειραιά, την Πάτρα και την Κέρκυρα(την πόλη, όχι το νησί). Το 1984 συγχωνεύτηκε με την αστυνομία πόλεων σχηματίζοντας την Ελληνική Αστυνομία.
Η απόφαση εκείνη, που φέρει έντονα τα χαρακτηριστικά του ιδεολογικού ρεβανσισμού, στέρησε το ελληνικό κράτος και κατ’ επέκταση την ελληνική κοινωνία από ένα άριστα οργανωμένο, με στρατιωτική εκπαίδευση και πειθαρχία σώμα για την αστυνόμευση της επαρχίας. Χρειάστηκε να έρθει η δεκαετία του ’90, με το πρωτοφανές κύμα εγκληματικότητας που έπληξε τη χώρα για να γίνει αντιληπτός ο λανθασμένος χαρακτήρας εκείνης της απόφασης, ακόμη και από τους ίδιους τους υπεύθυνους, χωρίς ωστόσο να τολμήσουν να διορθώσουν το λάθος στο οποίο υπέπεσαν.
Αν θα θέλαμε να υποδείξουμε τη μορφή που θα είχε ένα νέο σώμα Χωροφυλακής, θα είχαμε να κάνουμε κάποιες προτάσεις/παρατηρήσεις.
Καταρχήν προτείνεται ο γεωγραφικός διαχωρισμός της δικαιοδοσίας των Σωμάτων Ασφαλείας σύμφωνα με το Γαλλικό πρότυπο. Αστικά κέντρα με πληθυσμό άνω των 100.000 κατοίκων θα αστυνομεύονται αποκλειστικά από την ΕΛ.ΑΣ ενώ πόλεις , κωμοπόλεις και χωριά κάτω από αυτό το όριο από την ΕΛ.ΑΣ από κοινού την Χωροφυλακή. Με μια πρόχειρη ματιά στον πληθυσμιακό χάρτη της χώρας οι πόλεις εκείνες που συγκεντρώνουν πληθυσμό άνω των τιθέμενου ορίου είναι η Αθήνα(όλο το πολεοδομικό συγκρότημα), η Θεσσαλονίκη(ομοίως), η Πάτρα, η Λάρισα, ο Βόλος και το Ηράκλειο.
Σε αυτές τις πόλεις θα παραμείνει η αστυνομία ως το κύριο σώμα ασφαλείας συνεπικουρούμενη από τη χωροφυλακή μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις(θα μιλήσουμε παρακάτω). Οι ίδιες οι πόλεις θα αποτελούν και την έδρα των τοπικών Ανωτάτων Διοικήσεων, Ανωτέρων Διοικήσεων και Διοικήσεων Χωροφυλακής με δικαιοδοσία όμως εκτός των ορίων του πολεοδομικού συγκροτήματος.
Το μοντέλο διοίκησης της Χωροφυλακής θα ακολουθήσει το διαχωρισμό των Γάλλων και Ιταλών Χωροφυλάκων σε Στατική Χωροφυλακή(Fixed Gendarmerie) και Κινητή Χωροφυλακή(Mobile Gendarmerie) καθώς και σε Χωροφυλακή Ειδικών Αποστολών(Special Missions Gendarmerie).
Όσο αφορά την πρώτη θα πρέπει να υιοθετηθεί το κάθετο σύστημα διοίκησης Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής(στην έδρα κάθε περιφέρειας)-Διοίκηση Χωροφυλακής(στην έδρα κάθε παλιού νομού)-Υποδιοίκηση Χωροφυλακής(στην έδρα κάθε Καλλικρατικού δήμου)-Τμημάτων και Σταθμών Χωροφυλακής. Σε ανώτατο επίπεδο(σε επίπεδο “υπερπεριφέρειας”) θα υπάρχουν Ανώτατες Διοικήσεις Χωροφυλακής που θα συντονίζουν το έργο των υφιστάμενων Ανωτέρων Διοικήσεων Χωροφυλακής κατά τον ίδιο τρόπο που οι δεύτερες θα συντονίζουν το έργο των υφιστάμενων Διοικήσεων Χωροφυλακής.
Συνολικά θα υπάρχουν:
-5 Ανώτατες Διοικήσεις Χωροφυλακής(Μακεδονίας-Θράκης, Πελοποννήσου και Ιονίων Νήσων, Κρήτης και Αιγαίου, Ηπείρου-Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδας, Αττικής)
-14 Ανώτερες Διοικήσεις Χωροφυλακής(ανά μια στην έδρα κάθε περιφέρειας με αντίστοιχη ονομασία)
-52 Διοικήσεις Χωροφυλακής(ανά μια στην έδρα κάθε παλιού νομού με αντίστοιχη ονομασία)
Η στατική Χωροφυλακή θα περιορίζεται στην εκτέλεση τυπικών καθηκόντων Χωροφυλακής με σύνθεση και οργάνωση στρατιωτικού τύπου. Το προσωπικό της θα εξευρεθεί με τους εξής τρόπους:
ι)Από επιλεγμένα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ, κυρίως των Διευθύνσεων Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων, Αστυνομικών Επιχειρήσεων και Αμέσου Δράσεως.
ιι) Πρώην Επαγγελματίες Οπλίτες(ΕΠ.ΟΠ) του Ελληνικού Στρατού
ιιι) Απόστρατους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς των Ε.Δ
ιv)Νεοεισαχθέντες στο Σώμα.
Θα υπάρξει μια σχολή αξιωματικών Χωροφυλακής, μια σχολή υπαξιωματικών Χωροφυλακής καθώς και σχολές χωροφυλάκων όπου θα εισάγεται κανείς με το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων αλλά και με ένα σύστημα ανάλογο των Ειδικών Φρουρών της Αστυνομίας όπου όμως θα παρέχεται εκτός της ακαδημαϊκής/θεωρητικής, πρακτική εκπαίδευση με βάση στρατιωτικά πρότυπα ώστε να αποκλείονται οι αδύναμοι και ακατάλληλοι και το τελικό “προϊόν” να είναι υψηλού επιπέδου.
Απαραίτητη είναι και η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων των υποψήφιων στελεχών της Χωροφυλακής που θα δρουν σαν ένα προπαρασκευαστικό στάδιο για τη φοίτηση τους στις σχολές.
Μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην Κινητή Χωροφυλακή. Αυτή θα είναι οργανωμένη σε καθαρά στρατιωτικά πρότυπα και θα αποτελεί τη στρατηγική εφεδρεία της χωροφυλακής. Θα αποτελείται, τόσο από μονάδες με γεωγραφικό τομέα ευθύνης, όσο και από μονάδες απαλλαγμένες από συγκεκριμένη ζώνη ευθύνης και χώρο δράσης ολόκληρη την επικράτεια.
Πιο συγκεκριμένα στην έδρα κάθε Ανωτέρας Διοίκησης Χωροφυλακής, θα σταθμεύει Σύνταγμα Χωροφυλακής, με πρόβλεψη δράσης σε διττό ρόλο: τόσο ως δύναμη riot police(ΜΑΤ) όσο και σαν ελαφρύ πεζικό. Στις υφιστάμενες Διοικήσεις Χωροφυλακής θα αντιστοιχεί δύναμη Τάγματος Χωροφυλακής με σύνθεση, δομή και οργάνωση αυτό ενός Ελαφρού Τάγματος Πεζικού.
Σε επίπεδο Ανώτατης Διοικήσεως Χωροφυλακής θα βρίσκεται Μηχανοποιημένη(Μ/Π) Ταξιαρχία Χωροφυλακής επί τροχοφόρων τεθωρακισμένων οχημάτων, σε ρόλο «επιχειρησιακής εφεδρείας».
Στην Αττική θα σταθμεύει Μηχανοκίνητη(Μ/Κ) Ταξιαρχία Χωροφυλακής, που θα δρα επί ερπυστριοφόρων τεθωρακισμένων οχημάτων, σε ρόλο «στρατηγικής εφεδρείας» του Σώματος.
Χρήσιμη θα ήταν η μελέτη συστάσεως Συντάγματος Αρμάτων Χωροφυλακής, με υλικό προερχόμενο από το απόθεμα του ΕΣ ή από μεταχειρισμένα άρματα μάχης υπό απόσυρση, τα οποία με έναν μέτριας έκτασης εκσυγχρονισμό, μπορούν να προσφέρουν την ισχύ εκείνη που απαιτείται για την εκτέλεση του έργου του Σώματος. Το υπόψη Σύνταγμα θα σταθμεύει στην Αττική και θα συναποτελεί από κοινού με την Μ/Κ Ταξιαρχία Χωροφυλακής την «στρατηγική εφεδρεία» του Σώματος.
Όσον αφορά την Χωροφυλακή Ειδικών Αποστολών θα υπάρχουν 5 Διοικήσεις Ειδικών Αποστολών, μία ανά Ανώτατη Διοίκηση Χωροφυλακής, με υφιστάμενο αριθμό Ταγμάτων Ειδικών Αποστολών, ενώ σε κεντρικό επίπεδο θα υπάρχει Σύνταγμα Καταδρομών-Αλεξιπτωτιστών με δικαιοδοσία σε όλη την επικράτεια.
Στην Χωροφυλακή Ειδικών Αποστολών θα εντάσσεται και μια Μονάδα Ειδικών Επιχειρήσεων επιπέδου Τάγματος/Μοίρας για δράση σε ιδιαίτερες καταστάσεις που απαιτούν ιδιαίτερα μέτρα.
Τέλος πρέπει να προβλέπεται η ίδρυση Διοίκησης Αεροπορίας Χωροφυλακής(Gendarmerie Aviation Command) με συνολικά 3 τάγματα μεταφορικών ελικοπτέρων και έναν ενισχυμένο λόχο εξοπλισμένων/επιθετικών ελικοπτέρων.
Ο Κλάδος Ασφαλείας του Σώματος θα πρέπει να κινείται στην εξασφάλιση της Κρατικής Ασφάλειας. Προτείνεται η απόσπαση της συγκεκριμένης αποστολής από την ΕΛ.ΑΣ, η οποία θα περιοριστεί σε αποστολές Δημοσίας Ασφαλείας και η δημιουργία Γενικής Διεύθυνσης Κρατικής Ασφαλείας υπό την Χωροφυλακή(για όσους δεν το γνωρίζουν η Ελληνική Χωροφυλακή διέθετε μέχρι καταργήσεως της την Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας, αναβαθμισμένο πρόδρομο της σημερινής Κρατικής Ασφαλείας).
Όπως προελέχθη τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα ως κράτος και ως κοινωνία βιώνει τα αποτελέσματα της αλόγιστης εισόδου λαθρομεταναστών, μουσουλμανικής κυρίως προέλευσης, στη χώρα ο ακριβής αριθμός των οποίων είναι δύσκολο να εξακριβωθεί. Ταυτόχρονα μειονότητες εθνικής και θρησκευτικής μορφής βρίσκονται στο στάδιο του ελέγχου τους από ξένα κέντρα εξουσίας και αρχίζουν να θέτουν επιτακτικά θέμα αυτοπροσδιορισμού και σε μέλλοντα χρόνο αυτοδιάθεσης. Αλυτρωτισμοί σιγοβράζουν στην γειτονιά μας και ο μόνος λόγος που δεν έχουν ακόμη εκδηλωθεί είναι η έλλειψη παρουσίασης της κατάλληλης ευκαιρίας. Η χωροφυλακή, κυρίως στη μορφή της Κινητής Χωροφυλακής, έρχεται ως απάντηση στις παραπάνω μορφές απειλών.
Στα καθήκοντα της μπορούν να περιλαμβάνονται:
1)Η αντιμετώπιση ασύμμετρων και υβριδικών απειλών.
Την εποχή που η έννοια των ασύμμετρων και υβριδικών απειλών έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας θα ήταν λάθος να τις περιορίσουμε σε απειλές εκφραζόμενες απλώς από τρομοκρατικές ομάδες. Ασύμμετρη απειλή μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει και μια δύναμη ανορθόδοξου πολέμου που θα επιδιώξει επαφή με φίλιο πληθυσμό εντός της ελληνικής επικρατείας με στόχο εν καιρώ πολέμου ή ανεξάρτητα την εκτέλεση δολιοφθορών σε στόχους στρατηγικής σημασίας, το στήσιμο ενεδρών κατά φαλαγγών που κινούνται προς τη ζώνη των επιχειρήσεων, επιθέσεις σε φυλάκια, αποθήκες, γέφυρες, την πρόκληση πυρκαγιών πλησίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων με στόχο τη παρακώλυση της πολεμικής προσπάθειας, την διάσπαση της προσοχής του επιτελείου, την πρόκληση εικόνας χάους στα μετόπισθεν και γενικά τη διευκόλυνση των στοχεύσεων του αντιπάλου. Ένα καλά οργανωμένο και με στρατιωτική φύση και οργάνωση σώμα ασφαλείας αποτελεί εχέγγυο για την αντιμετώπιση της παραπάνω απειλής καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο παθητικά, σε καθήκοντα δηλαδή φύλαξης στόχων, όσο και ενεργητικά με τη δημιουργία και δράση μονάδων δίωξης της απειλής.
Παράδειγμα εκδήλωσης υβριδικής απειλής είναι η σχετικά πρόσφατη επιχείρηση βίαιας εισόδου στην χώρα λαθρομεταναστών από την περιοχή του Έβρου. Εκεί καταδείχθηκε πως οι ελληνικές αστυνομικές δυνάμεις, αν και τελικά κατόρθωσαν να αποκρούσουν επιτυχώς την εν λόγω απειλή, βρίσκονταν «έξω από τα νερά τους», αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση, καθώς είχαν σημαντικότατα κενά σε δομή, οργάνωση, εκπαίδευση και εξοπλισμό για να αντιμετωπίσουν μια επίθεση που εξαπολύθηκε από το τουρκικό κράτος και τις συνιστώσες του(Αστυνομία, Χωροφυλακή). Η παρουσία μια δύναμης ασφαλείας όπως η Χωροφυλακή, θα αποτελούσε επαρκή εξασφάλιση έναντι παρόμοιων απειλών.
2)Η ευρύτερη συμμετοχή στην εθνική άμυνα.
Για όποιον παρακολουθεί στενά τα αμυντικά πράγματα είναι γνωστή η απειλή που συνιστούν οι Τουρκικές αεροκίνητες/αερομεταφερόμενες δυνάμεις, κυρίως για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Οι δυνάμεις του στρατού στα νησιά είναι σχετικώς ολιγάριθμες και αναμένεται να κορεσθούν από τις πρώτες ώρες εκδήλωσης της κύριας επιθετικής ενέργειας του αντιπάλου. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την απειλή αν χρειαστεί.
Σημαίνει πως χρειάζονται συμπαραστάτες στο έργο τους. Μέχρι στιγμής οι δυνάμεις αυτές περιορίζονται στις μονάδες εθνοφυλακής(τα παλιά ΤΕΑ) που αν και διαθέτουν οργάνωση, δομή και εξοπλισμό αντίστοιχο αυτού ενός ελαφρού τάγματος πεζικού υστερούν όσον αφορά την μαχητική τους ικανότητα, τόσο λόγω έλλειψης βαρέως οπλισμού όσο και λόγω χαμηλής συνοχής.
Η διάθεση σε κάθε κύριο νησί τάγματος/ενισχυμένου λόχου μηχανοποιημένης Χωροφυλακής με ελαφρά τεθωρακισμένα οχήματα καθώς και ΙΛΕΧ (Ίλες Ελληνικής Χωροφυλακής) με βαρύτερα τεθωρακισμένα οχήματα, εν μέρει ερπυστριοφόρα, θα βελτίωνε την κατάσταση για τον φίλιο αμυντικό σχεδιασμό, συμμετέχοντας στην εκκαθάριση των εχθρικών αεροπρογεφυρωμάτων. Με δεδομένο μάλιστα πως μέρος του αγώνα θα λάβει μέρος σε αστικό ή ημιαστικό περιβάλλον όπου γενικά η χρήση βαρέων όπλων(πχ αρμάτων μάχης) καθίσταται προβληματική η ύπαρξη κατάλληλα εξοπλισμένης χωροφυλακής δρα ως πολλαπλασιαστής ισχύος, προσθέτοντας επιλογές στα χέρια του τοπικού διοικητή και προκαλώντας δυσεπίλυτα τακτικά προβλήματα στον αντίπαλο. Για όσους βιαστούν να σχολιάσουν ως υπερβολική την πρόταση, καλά θα κάνουν να μελετήσουν το παράδειγμα της συμμετοχής της Χωροφυλακής στη μάχη της Κρήτης, όπου υπήρξε το ελληνικό εκείνο στρατιωτικό σώμα με την καλύτερη επίδοση, αποδεκατίζοντας κυριολεκτικά όπου ενεπλάκη τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές. Παράλληλα η χρήση των μονάδων της στατικής χωροφυλακής στα νησιά και στη Θράκη αλλά και στην υπόλοιπη επικράτεια, θα επέτρεπε την ενεργοποίηση του θεσμού της παλλαϊκής άμυνας, του οποίου θα αποτελούσαν όχι απλώς δομικά στοιχεία αλλά “πυρήνες” γύρω από τους οποίους θα ήταν χτισμένοι οι μονάδες και σχηματισμοί παλλαϊκής άμυνας.
3)Ασφάλεια μετόπισθεν.
Με δεδομένη την ύπαρξη ενός τεράστιου αριθμού λαθρομεταναστών στα αστικά κέντρα και στην ύπαιθρο, μεγάλο μέρος των οποίων αλληθωρίζει προς την πλευρά του κύριου δυνητικού αντιπάλου, προκύπτει μείζον πρόβλημα ασφαλείας στα μετόπισθεν των δυνητικών πολεμικών μετώπων και για την ασφάλεια του άμαχου πληθυσμού. Χωρίς να υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πως η απειλή έχει μελετηθεί και αξιολογηθεί ως σοβαρή από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Η επαναδημιουργία της Χωροφυλακής έρχεται να καλύψει το επισημανθέν κενό καθώς η ιδιαιτερότητα της φύσης της (κάτι μεταξύ στρατού και αστυνομίας) την καθιστά ιδανικό μέσο για την κάλυψη της ανωτέρω αποστολής με την προϋπόθεση φυσικά αυτή να είναι καλά εξοπλισμένη, τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά. Στο σημείο αυτό θα μπορούσαμε να επισημάνουμε πως ο γεωγραφικός διαμοιρασμός της αστυνόμευσης μεταξύ αστυνομίας και χωροφυλακής δεν είναι απαραίτητο να είναι απόλυτος και άκαμπτος αλλά μπορεί να προσαρμόζεται ανάλογα υπό ειδικές συνθήκες. Υπό το πρίσμα αυτό η εμπλοκή της Χωροφυλακής σε επιχειρήσεις σε περιοχές ευθύνης της αστυνομίας σε περιπτώσεις σαν κι αυτή όχι απλώς δεν πρέπει να αποκλείεται αλλά αντίθετα επιβάλλεται. Η χωροφυλακή θα δράσει σαν δύναμη ενίσχυσης της αστυνομίας, φρουρώντας δημόσιους στόχους, εξασφαλίζοντας το αριθμητικό πλεονέκτημα όπου απαιτείται και απελευθερώνοντας δυνάμεις της αστυνομίας για άλλες πιο οικίες αποστολές.
4)Πολιτική άμυνα και προστασία
Ο τομέας της πολιτικής προστασίας και κυρίως άμυνας στην Ελλάδα είναι παραμελημένος σε βαθμό που να καθίσταται αμφίβολη η λειτουργία του σε έκτακτη περίπτωση. Αν και δεν αποτελεί κύρια αποστολή ενός ένοπλου σώματος ασφαλείας η παροχή υπηρεσιών πολιτική προστασίας, δεν πρέπει να αποκλείεται εκ προοιμίου η χρήση του επικουρικά των κύριων μονάδων διάσωσης ,έρευνας και επέμβασης. Ειδικά εν καιρώ πολέμου η παρουσία ενός καλά εξοπλισμένου σώματος ασφαλείας, προσφέρει τα μέγιστα στην εύρυθμη λειτουργία της κρατικής μηχανής και στην τόνωση του ηθικού του άμαχου πληθυσμού ενώ αποφεύγονται σκηνές χάους και απώλειας του ελέγχου της κατάστασης. Εξάλλου η συμμετοχή εν καιρώ ειρήνης ενός σώματος ασφαλείας σε παρόμοιες αποστολές, πέραν την πρακτικής του πλευράς, καλλιεργεί την εικόνα ενός φιλικού προς τον πολίτη σώματος που εξαργυρώνεται ποικιλοτρόπως. Ειδικά στην Ελλάδα που υπάρχει μια προκατάληψη κατά των σωμάτων ασφαλείας πρέπει να επιδιώκεται η χρήση τους σε παρόμοιες αποστολές προκειμένου να αμβλυνθούν να αντιαστυνομικά αντανακλαστικά μερίδας της κοινής γνώμης αλλά και να αιτιολογηθεί η αναγκαιότητα επαναδημιουργίας της Χωροφυλακής.
5)Έλεγχος συνόρων
Μιλήσαμε πιο πάνω για το οξύ πλέον πρόβλημα λαθρομετανάστευσης που αντιμετωπίζει η χώρα με συνέπειες που πλήττουν την εθνική και κοινωνική συνοχή. Το υπόψη πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί δίχως την ασφαλή και αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων. Φύλαξη συνόρων όμως σημαίνει ύπαρξη κατάλληλα εκπαιδευμένων μονάδων και διάθεση κατάλληλων μέσων .Η ΕΛ.ΑΣ, με την πολιτική της φυσιογνωμία, δεν μπορεί αποδεδειγμένα να ανταποκριθεί σε μια τέτοια εθνικής αναγκαιότητας αποστολή που απαιτεί τη λήψη δραστικότερων και δυναμικότερων μεθόδων. Η δημιουργία χωροφυλακής θα ήταν ένα σωστό βήμα προς την παραπάνω κατεύθυνση, τόσο στις παραμεθόριες περιοχές όσο και στη ζώνη εσωτερικού. Παράλληλα η χρήση της χωροφυλακής θα επέτρεπε την καλύτερη επιτήρηση και έλεγχο της μεθορίου απελευθερώνοντας μερικώς τον στρατό ξηράς από παρόμοια καθήκοντα, επιτρέποντας του να εστιάσει στην καλύτερη αντιμετώπιση της εξωτερικής απειλής. Το ιδανικό βέβαια θα ήταν η ίδρυση ενός Σώματος Ασφαλείας Συνόρων (Συνοριοφυλακής) με αποστολή την φύλαξη των συνόρων αλλά στην παρούσα φάση κάτι τέτοιο εκτιμάται πως δεν θα ήταν σκόπιμο να επιδιωχθεί.
6)Συμμετοχή σε ειρηνευτικές επιχειρήσεις και διεθνής εκπροσώπηση της χώρας
Κατά το πρότυπο αντίστοιχων σωμάτων διεθνώς, θα μπορούσε η ελληνική χωροφυλακή να συμμετέχει σε διεθνείς ειρηνευτικές επιχειρήσεις, εκπροσωπώντας τη χώρα, όχι μόνο με την αποστολή αξιωματικών-συνδέσμων αλλά και ολόκληρων τμημάτων. Αυτά θα αναλαμβάνουν φύλαξη ευαίσθητων χώρων, συνοδεία φαλαγγών, εκπαίδευση αστυνομικών σωμάτων και παροχή ασφάλειας στην διαμοίραση επισιτιστικής βοήθειας.
7)Φύλαξη ευαίσθητων στόχων και υποδομών
Πέραν των αεροδρομίων, που διαθέτουν κάποια μορφής φύλαξη, υπάρχουν στόχοι σε ολόκληρη την επικράτεια που σήμερα δεν διαθέτουν την παραμικρή φύλαξη όπως για παράδειγμα το ευαίσθητα σημεία του οδικού δικτύου(γέφυρες, σήραγγες), το σιδηροδρομικό δίκτυο, δημόσια κτήρια κτλ. Η ύπαρξη ένοπλων φρουρών και πεζών και εποχούμενων περιπόλων χωροφυλακής θα εξασφάλιζε ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας λειτουργώντας αποτρεπτικά στην τέλεση τρομοκρατικών και άλλων ενεργειών.
Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό πως ο εξοπλισμός της Χωροφυλακής δεν μπορεί να περιορίζεται σε ελαφρύ οπλισμό αλλά οφείλει να ενισχυθεί με βαρύτερο οπλισμό ώστε να είναι σε θέση να φέρει σε πέρας την αποστολή της.
Αρχίζοντας από τον ελαφρύ οπλισμό, αυτός μπορεί να περιλαμβάνει τυφέκια G3A3/A4, FN FAL/Para, M16A2, αραβίδες Μ4, υποπολυβόλα MP-5, οπλοπολυβόλα ΗΚ 11 και FN Falo, πολυβόλα MG-3 και FN MAG-58.Τα παραπάνω θα μπορούσαν να προέρχονται από τα αποθέματα του στρατού και της εθνοφυλακής μέσω μιας εσωτερικής ανακατανομής οπλισμού. Σε δεύτερο χρόνο, όταν τα οικονομικά το επιτρέψουν μπορεί να γίνει προμήθεια πιο σύγχρονων μέσων όπως, λειόκανων Μ-4 Super 90, τυφεκίων G-36, αραβίδων G-36K, υποαραβίδων G-36C, νέων πολυβόλων HK-121, υποπολυβόλων UMP-45 και όπλων προσωπική άμυνας P-90 και MP-7.
Εκ τον ουκ άνευ είναι η απόκτηση βαρύτερου φορητού οπλισμού. Δεν θα προτείνουμε φυσικά την προμήθεια Κ/Β Α/Τ βλημάτων(αν και κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται σε δεύτερο χρόνο) όμως η ύπαρξη ενός ελαφρού εύχρηστου φορητού εκτοξευτή ρουκετών όπως το RPG-29/32 ή το Panzerfaust 3LR θα προσέδιδε στα τμήματα Κινητής Χωροφυλακής την απαιτούμενη ισχύ πυρός ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις αποστολές που περιεγράφηκαν παραπάνω. Υπό αυτό το πρίσμα ακόμη και η διάθεση από τα αποθέματα του στρατού ΠΑΟ των 90 mm, όλμων των 60 mm και 81 mm θα αποτελούσε βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η υιοθέτηση τυφεκίων ελεύθερου σκοπευτή στο διαμέτρημα των 7,62 mm και 0.338 Lapua Magnum για το εξοπλισμό της κινητής Χωροφυλακής θα της προσέδιδε αποφασιστικό πλεονέκτημα σε αντιανταρτικό αγώνα ενώ το ίδιο θα μπορούσε να γίνει με την προμήθεια τυφεκίων ειδικών εφαρμογών όπως το M-82 Barrett. Απαραίτητη είναι η απόκτηση σύγχρονων αντιβαλλιστικών κρανών, αλεξίσφαιρων γιλέκων, αντιβαλλιστικών ασπίδων για χρήση από τις ομάδες εφόδου, θερμικών καμερών και καμερών νυκτερινής όρασης, συστημάτων επικοινωνίας καθώς και η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος C4I που θα καλύπτει τουλάχιστον την επιτήρηση ευαίσθητων και επίκαιρων τοποθεσιών και θα προσφέρει ανεμπόδιστη ροή πληροφοριών στα κατά τόπους επιχειρησιακά κέντρα.
Όσον αφορά τα οχήματα αυτά εστιάζονται σε σύγχρονα περιπολικά οχήματα, μοτοσυκλέτες, απλές και enduro, οχήματα ATV(“γουρούνες”) σύγχρονα οχήματα SUV και ημιφορτηγά. Πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια τα οχήματα να διαθέτουν κάποιο στοιχειώδες επίπεδο βαλλιστικής προστασίας χωρίς όμως υποβάθμιση των επιδόσεων στους τομείς της ταχύτητας και της ευελιξίας.
Περισσότερες προτάσεις μπορούν να κατατεθούν για τον εξοπλισμό της Χωροφυλακής με τεθωρακισμένα οχήματα, ερπυστριοφόρα και τροχοφόρα. Στην παρουσίαση της Γαλλικής Χωροφυλακής είδαμε ότι αυτή χρησιμοποιούσε παλιότερα τροχοφόρα τεθωρακισμένα οχήματα AML-90 και VBC-90 με πυροβόλο των 90 mm. Η προμήθεια αντίστοιχων οχημάτων μπορεί να φαίνεται μαξιμαλιστική αλλά είναι άκρως απαραίτητη προκειμένου η Χωροφυλακή να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην αποστολή της. Αναφέρουμε ενδεικτικά το Pandur II με πυροβόλο των 105 mm που μπορεί να κατασκευαστεί στην Ελλάδα από την ΕΛΒΟ και να εξοπλίσει τα Μηχανοκίνητα Συντάγματα Κινητής Χωροφυλακής. Άλλα οχήματα που μπορούν να μελετηθούν προς απόκτηση είναι τα TM-170, τα Dingo II κσι τα M1117 Guardian. Από ‘κει και πέρα η Γαλλική βιομηχανία προσφέρει πληθώρα λύσεων. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα PVP, VBL(που υπηρετεί στον Ε.Σ) και VBR της Panhard σε διάφορες εκδόσεις, από έκδοση εσωτερικής ασφαλείας, μέχρι έκδοση ασφάλειας συνόρων και εξοπλισμένη έκδοση με σταθεροποιούμενη πλατφόρμα οπλισμού STAMP για πολυβόλα των 7,62 mm και 12,7 mm και πολυβομβιδοβόλα GMG των 40 mm.
Λύσεις βέβαια μπορεί να προτείνει και η Ελληνική πολεμική βιομηχανία. Θα μπορούσε πχ η ΕΛΒΟ να προχωρήσει στην ανάπτυξη μιας θωρακισμένης έκδοσης του MS 240 με αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων στα πρότυπα του τουρκικού Akrep και να το προσφέρει σε πληθώρα εκδόσεων για χρήση τόσο από τα σώματα ασφαλείας όσο και από τις Ε.Δ. Ταυτόχρονα η προμήθεια μιας έκδοση ειδικών επιχειρήσεων του οχήματος παρόμοια με την συλλογή “ΟΝΗΣΙΛΟΣ” που είχε αναπτύξει η Ε.Φ θα προσέδιδε στα τμήματα κινητής χωροφυλακής και χωροφυλακής ειδικών αποστολών στα νησιά και στην Θράκη μεγάλη ισχύ πυρός και ευκινησία.
Μια πρόχειρη λύση θα μπορούσε να είναι η παραχώρηση εκ μέρους του στρατού αριθμού ΤΟΜΠ Μ-113Α1 στα πρότυπα των Carabinieri και ο κατοπινός εκσυγχρονισμός τους με βάση κάποιο φθηνό πακέτο που κυκλοφορεί στην αγορά και έμφαση στη θωράκιση και στην προστασία του προσωπικού. Η Ισραηλινή πολεμική βιομηχανία έχει να προσφέρει εδώ μεγάλη γκάμα δοκιμασμένων λύσεων.
Επιτακτική είναι τέλος η ανάγκη προμήθειας οχημάτων εκτόξευσης νερού για riot control και χρήση λελογισμένης ισχύος υπό λεπτές πολιτικό-διπλωματικές συνθήκες (βλ. πιθανή αντιμετώπιση κάποιας οχλοκρατικής κατάστασης στη Θράκη ή αλλού).
Όσον αφορά τα εναέρια μέσα της Χωροφυλακής η προμήθεια σε πρώτη φάση 4-6 ελικοπτέρων Super Puma και 6-8 ελικοπτέρων EC-135/145 καλύπτει τις ανάγκες με πρόβλεψη ενίσχυσης του στόλου όταν βελτιωθούν τα οικονομικά. Και εδώ θα μπορούσε να υιοθετηθεί το μοντέλο της παραχώρησης υλικού εκ μέρους των Ε.Δ και πιο συγκεκριμένα ελικοπτέρων AB205 και AB206 της Α.Σ και να ακολουθήσει ένα πρόγραμμα εκσυγχρονισμού αρκεί σε κάθε περίπτωση να αρθούν τα όποια τυχόν νομικά εμπόδια υπάρχουν στην παραχώρηση στα σώματα ασφαλείας υλικό των Ε.Δ. Μέρος των ελικοπτέρων πρέπει να είναι εξοπλισμένα, ενώ πρέπει να τεθεί ως προτεραιότητα η απόκτηση ενός αριθμού επιθετικών ελικοπτέρων(πχ AH-1W Supercobra) σε συνδυασμό με ταυτόχρονη κίνηση από πλευράς του Ε.Σ.
Επίλογος
Στο άρθρο παρουσιάσαμε μια πιθανή μορφή που θα μπορούσε να έχει ένα σώμα Χωροφυλακής στην Ελλάδα. Μια άλλη πιο προχωρημένη πρόταση θα μπορούσε να είναι και η ταυτόχρονη ίδρυση και ενός σώματος Αστυφυλακής για τα μεγάλα αστικά κέντρα, με ανάλογη (στρατιωτική) φυσιογνωμία το οποίο θα δρα από κοινού με την Χωροφυλακή που θα εστιάσει την λειτουργία της στην επαρχία. Και τα δύο Σώματα θα δρουν “ένα επίπεδο πιο πάνω” από την ΕΛ.ΑΣ(στην ουσία θα βρίσκονται κάπου ανάμεσα στην τελευταία και στον ΕΣ), η οποία θα περιοριστεί στα τυπικά αστυνομικά της καθήκοντα.
Η πρόταση για επαναδημιουργία της Χωροφυλακής είναι δεδομένο πως θα προκαλέσει αντιδράσεις από εκείνους που δεν μπορούν να απαλλαγούν από τα φαντάσματα του παρελθόντος και θέλουν να βλέπουν την χωροφυλακή αλλά και τα σώματα ασφαλείας γενικά σαν κατασταλτικό μηχανισμό. Μια σύγχρονη όμως και απαλλαγμένη από φοβικά σύνδρομα και ιδεολογικές αγκυλώσεις κοινωνία οφείλει να κοιτάζει μπροστά και όχι προς τα πίσω. Στο παρόν άρθρο προσπαθήσαμε να αναδείξουμε κάποιες πτυχές των σωμάτων ασφαλείας άγνωστες στο ευρύ κοινό. Η ανάγκη για επαναδημιουργία της Χωροφυλακής είναι επιτακτική και δεν πρέπει να καθυστερήσει. Οι εξελίξεις τρέχουν και αλίμονο σε εκείνον που δεν έχει μάθει να προσαρμόζεται ανάλογα, βρίσκοντας τις κατάλληλες λύσεις στα όποια προβλήματα ανακύπτουν.