Ο στόλος ΤΠΚ του Π.Ν θεωρείται σχετικά σύγχρονος και επαρκής αριθμητικά. Βέβαια η -κουτσουρεμένη- Δομή Δυνάμεων προβλέπει οροφή μόλις 12 μονάδων σκαφών της κατηγορίας, αριθμός που κρίνεται κατά τον γράφοντα παντελώς ανεπαρκής, πλην όμως σκοπός του συγκεκριμένου άρθρου δεν είναι να προβεί σε παρατηρήσεις επί της Δομής Δυνάμεων του Π.Ν.
Σκοπός αντιθέτως είναι να φωτίσει πως απωλέσθηκε η ευκαιρία εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 1990-αρχές της δεκαετίες του 2000 για ουσιαστική ενίσχυση του στόλου ΤΠΚ του Π.Ν με επιπτώσεις που φθάνουν ως τις μέρες μας.
Υπάρχει η γενική εντύπωση πως τα σκάφη του τύπου Super Vita είναι καθόλα σύγχρονα και ισχυρά. Χωρίς να θέλουμε να αναφερθούμε στα ναυπηγικά/κατασκευαστικά προβλήματα που αντιμετώπισε η ναυπήγηση της κλάσης «ΡΟΥΣΣΕΝ» (σε βαθμό μάλιστα που λέγονταν κάποτε πως στο Π.Ν επικρατεί προβληματισμός για το πρώτο σκάφος της κλάσης και πως υπάρχει η πρόθεση να χρησιμοποιηθεί σαν…εκπαιδευτικό), ούτε να θίξουμε το πως ονομάζονταν σκωπτικά ο τύπος στα “πηγαδάκια” των αμυντικών συντακτών, θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε πως τελικά η επιλογή του σχεδίου της Super Vita ήταν ατυχής και εξ’ αρχής-έως και-ύποπτη.
Και εξηγούμαστε…
Για το πρόγραμμα απόκτησης 2+2 ΤΠΚ για τις ανάγκες του Π.Ν στα μέσα-τέλη της δεκαετίας του 1990, που μετατράπηκε σε 3+2 σκάφη μετά την τραγική απώλεια της ΤΠΚ «ΚΩΣΤΑΚΟΣ» τύπου Combattante IIIb το 1996, υπήρχαν 3 υποψηφιότητες: η πρόταση των γερμανικών ναυπηγείων της Lurssen με μια παραλλαγή του σκάφους FPB 57 που είχε προμηθευτεί και το TDK ως κλάση “Yildiz”, η πρόταση των βρετανικών ναυπηγείων Vosper Thornycroft με το σκάφος Super Vita και η πρόταση των γαλλικών ναυπηγείων CMN με το σκάφος Combattante V (BR62).
Η πρώτη υποψηφιότητα, αυτή των ναυπηγείων της Lurssen, δεν συγκέντρωνε εξ’ αρχής πολλές πιθανότητες επιλογής, λόγω του ότι προσέφερε σκάφη παρεμφερή με τις τουρκικές “Yildiz” και δεν θα προσέφερε έτσι την απαιτούμενη ποιοτική υπεροχή στο Π.Ν, χώρια πως ο κύριος αντίπαλος θα είχε γνώση των ναυτικών τους ιδιαιτεροτήτων.
Η βρετανική υποψηφιότητα από την άλλη, είχε επιλεγεί μόνο από το, παντελώς στερούμενο κάθε ναυτικής εμπειρίας, ναυτικό του Κατάρ στην πρόδρομη μορφή του (σχέδιο Vita). Σύγχρονο σχέδιο των μέσων της δεκαετίας του ’90, αν και με συμβατική προσέγγιση, είχε σχεδιαστεί με στόχο την δράση σε μεγάλα θαλάσσια περιβάλλοντα και όχι σε αρχιπελαγικές δομές.
Και έμενε η γαλλική πρόταση με το σκάφος Combattante V (BR62), σχεδιαστικά απόγονο των κλάσεων Combattante II/III που υπηρετούσαν στο Π.Ν. Μιλάμε για σκάφος εξαιρετικά προηγμένης σχεδίασης, με χαρακτηριστικά Χαμηλής Παρατηρησιμότητας (LO) σε Ηλεκτρομαγνητικό, Θερμικό, Υπέρυθρο, Ακουστικό ίχνος, εξαιρετικά σύγχρονο ηλεκτρονικό εξοπλισμό, ισορροπημένου εκτοπίσματος, υψηλότερης ταχύτητας και αυξημένης αυτονομίας σε σχέση με τον ανταγωνισμό και εντυπωσιακού για το μέγεθος του οπλισμού.
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει για το τελευταίο. Το σκάφος προσφέρονταν με ενδεικτικό οπλισμό:
- Πυροβόλο OTO Melara των 76/62 χλστ με κάλυμμα μειωμένου RCS στην πλώρη
- 2 RWS Raptor στα πλάγια της υπερκατασκευής για πυροβόλα 20-30 χλστ συν βλήματα της κατηγορίας των AGM-114 HELLFIRE
- 2 RWS Raptor στην πρύμνη, στα πλάγια του σκάφους, για συνδυασμό εκτοξευτών αναλωσίμων flares/chaffs και MANPADS της κατηγορίας του FIM-92 Stinger ή του Mistral.
- Διακριτό σύστημα PDMS Sylver 4-κελιών για κάθετα εκτοξευόμενα Α/Α βλήματα π.χ VT-1 Crotale NG VL ή MICA VL πίσω από το πυροβόλο των 76 χλστ στην πλώρη (σύνολο 16 βλήματα VT-1 φερόμενα σε τετράδες ή τέσσερα MICA VL)
- 2Χ4 εκτοξευτές SSM στο μέσο περίπου του σκάφους
- 2Χ4 εκτοξευτές ελαφρών βλημάτων οπτικής ίνας Polyphem ( η ανάπτυξη των οποίων ακυρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000) εμπρός από τους εκτοξευτές SSM
- Σύστημα CIWS Phalanx ή RAM στην πρύμνη
- 2 Τ/Σ για τορπίλες των 21’ στην πρύμνη
Εξίσου σημαντικό ήταν το πακέτο Α/Ω που προσφέρονταν. Οι Γερμανοί προσέφεραν αριθμό ΤΠΚ S-148, ενώ οι Βρετανοί 2 Ν/Θ Hunt και σχετικά ξεπερασμένο μηχανολογικό εξοπλισμό για τα Ναυπηγεία Ελευσίνας.
Η Γαλλική υπεροχή στον τομέα των Α/Ω ήταν καταλυτική: οι τελευταίοι προσέφεραν ΔΩΡΕΑΝ εκσυγχρονισμό (αν και αδιευκρίνιστου βαθμού) του ΣΥΝΟΛΟΥ των σκαφών τύπου Combattante II/III του Π.Ν, την επίσημη άδεια εξαγωγής 2 μεταχειρισμένων ΤΠΚ Combattante II στην Διοίκηση Ναυτικού της Ε.Φ στην Κύπρο και-το κυριότερο ίσως-ένα επίγειο κέντρο ενσωμάτωσης, πιστοποίησης και δοκιμών εξοπλισμού σκαφών επιφανείας. Αυτό το τελευταίο σήμαινε με άλλα λόγια πως το Π.Ν θα μπορούσε να ενσωματώσει οποιοδήποτε ηλεκτρονικό και οπλικό σύστημα σε οποιοδήποτε σκάφος ή πλοίο του, δίχως την έγνοια περί συμβατότητας που συχνά προβάλλουν ως προσκόμματα οι διάφορες εταιρείες και οι οποίες οδηγούν σε τεχνικά αδιέξοδα, χρονικές καθυστερήσεις και υπερβάσεις κόστους.
Πέραν αυτού η γαλλική πρόταση ήταν η φθηνότερη κατά μερικά δις δραχμές από τις ανταγωνιστικές προτάσεις και κυρίως την βρετανική που επιλέχθηκε αν και…η ακριβότερη.
Το πως επιλέχθηκε η τελευταία είναι πραγματικά μυστήριο. Ακατανόητες συνεχείς παρεμβάσεις στις τεχνικές προδιαγραφές του διαγωνισμού οδήγησαν στην επιλογή της βρετανικής πρότασης και στην απώλεια της ποιοτικής υπεροχής του στόλου Ταχέων Σκαφών του Π.Ν ή έστω της μη καθοριστικής του ενίσχυσης.
Τελικά φαίνεται πως πολιτικές-διπλωματικές παρεμβάσεις υπέρ της βρετανικής πρότασης έγειραν την πλάστιγγα υπέρ της, με τις «κακές γλώσσες» να λένε πως αυτό έγινε για λόγους εξασφάλισης της βρετανικής υποστήριξης στην είσοδο της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε.
Για μια ακόμη φορά λοιπόν τα τεχνικο-επιχειρησιακά κριτήρια παραμερίστηκαν ή και αγνοήθηκαν παντελώς και επικράτησαν γενικότερα θολά πολιτικο-διπλωματικά και έτσι χάθηκε μια ανεπανάληπτη ευκαιρία για την ουσιαστική ενίσχυση του στόλου Ταχέων Σκαφών του Π.Ν.
Υ.Γ Ζητούμε συγνώμη από τους αναγνώστες μας για την θολότητα της κεντρικής φωτογραφίας του υπόψη άρθρου, πλην όμως η συγκεκριμένη φωτογραφία που απεικονίζει ήταν η μόνη την οποία μπορέσαμε να αποθησαυρίσουμε από ένα παλιό τεύχος στρατιωτικού περιοδικού εντύπου.
Αν κάποιος αναγνώστης μας έχει κάποια καλύτερη σχετική φωτογραφία-απεικόνιση παρακαλείται θερμά να την θέσει υπόψη μας.