Μια “αεροπορία” οπλισμένων ελικοφόρων, δίπλα στην υψηλής τεχνολογίας Πολεμική Αεροπορία των τζετ 4ης Γενεάς, μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ασυμμετρικής απειλής των τουρκικών UAV και drone, της συμβατικής απειλής του μεγάλου στόλου μεταφορικών και επιθετικών ελικοπτέρων του ΤΣ καθώς και των ποικίλων μικρών σκαφών του ΤΝ και της Τουρκικής Ακτοφυλακής, ενώ μπορεί να προσφέρει Εγγύς Αεροπορική Υποστήριξη σε ποικίλης μορφής επιχειρήσεις Ειδικών Δυνάμεων των τριών Κλάδων.
Γράφουν οι Κωνσταντίνος Τόλιας και Κωνσταντίνος Τσαγανάς-Τακαντζάς
Ο τίτλος του άρθρου μπορεί εκ πρώτης όψεως να προκαλέσει απορία και έκπληξη. “Πως είναι δυνατόν”, μπορεί να σκεφτούν κάποιοι, “στο εναέριο πεδίο της μάχης του 21ου αιώνα να σταθούν οπλικά συστήματα που μοιάζουν βγαλμένα από μια άλλη εποχή;”. Και όμως, η Αεροπορία των ΗΠΑ (USAF) και η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων των ΗΠΑ (USSOCOM) έχουν επείγοντα προγράμματα απόκτησης ελικοφόρων αεροσκαφών, που προορίζονται για πολλαπλούς κρίσιμους ρόλους όχι μόνον εναντίον ασυμμέτρων αντιπάλων αλλά και ισοδύναμων μεγάλων εχθρικών δυνάμεων. Γιατί λοιπόν κάτι παρόμοιο να μην ισχύει και για ελληνικά αμυντικά δεδομένα, με τις κατάλληλες πάντα προσαρμογές;
Η τουρκική απειλή παρουσιάζει εκτός της κλασσικής της μορφής και πολλές ασύμμετρες πλευρές, οι οποίες δεν θα πρέπει να απασχολούν κύρια συστήματα μάχης, ιδιαίτερα όταν μπορούν να αντιμετωπιστούν καλύτερα με τα “ταπεινά” ελικοφόρα σε συνδυασμό με τεχνολογίες έξυπνων όπλων αλλά και ανορθόδοξων αεροπορικών τακτικών. Το ερώτημα που αμέσως προκύπτει είναι το υπό ποία επιχειρησιακή μορφή μπορούν τα ελικοφόρα αεροσκάφη να έχουν κάποιο ρόλο στην ελληνική άμυνα; Ποιες αποστολές μπορούν να αναλάβουν; Πως θα καταφέρουν να συνυπάρξουν με τα άλλα στοιχεία που συνθέτουν την αεροπορική μας ισχύ αλλά και εντός διακλαδικών επιχειρήσεων;
Οι δυνητικές αποστολές και πιθανοί ρόλοι στους οποίους μπορεί τα ελικοφόρα αεροσκάφη να ενταχθούν στην ελληνική άμυνα μπορεί να είναι: Εγγύς Αεροπορική Υποστήριξη, Αντι-ανταρτικός/ Αντι-εξεγερτικός αγώνας, Δίωξη ελικοπτέρων και ελικοφόρων αεροσκαφών, Συνοδεία μεταφορικών ελικοπτέρων και μεταγωγικών αεροσκαφών, Έρευνα και Διάσωση Μάχης, Υποστήριξη Ειδικών Επιχειρήσεων, Επιτήρηση και Αναγνώριση πεδίου μάχης.
Αποστολές Εγγύς Αεροπορικής Υποστήριξης
Ίσως ο πιο παραδοσιακός ρόλος που μπορούν να αναλάβουν να οπλισμένα ελικοφόρα αεροσκάφη είναι αυτός της παροχής Εγγύς Αεροπορικής Υποστήριξης σε φίλια μαχόμενα τμήματα. Αν και σε ανάλογες περιπτώσεις εμπλέκονται μαχητικά αεροσκάφη υψηλών επιδόσεων, είναι ευνόητο πως οι διαρκώς συρρικνωμένοι αριθμοί των τελευταίων δεν επιτρέπουν την δέσμευση και την κατατριβή τους σε ανάλογες αποστολές. Άλλωστε είναι κοινό μυστικό πως η Π.Α αντιμετωπίζει παρόμοιες αποστολές σαν «πάρεργο» και είναι πολύ φειδωλή στην απόδοση μαχητικών για αυτές. Η απόκτηση οπλισμένων ελικοφόρων είναι λογικό πως θα συνδράμει το έργο των μαχητικών αεροσκαφών και θα τα απελευθερώσει, έστω μερικώς, για την εκτέλεση πιο σημαντικών αποστολών. Ειδικά στο επιχειρησιακό περιβάλλον του Αιγαίου, η ύπαρξη 4-8 ένοπλων ελικοφόρων αεροσκαφών σε ρόλο ΕΑΫ σε κάθε κύρια νήσο, αναμένεται πως θα ενισχύσει σημαντικά την άμυνα των νήσων καθώς αυτά θα μπορούν να πλήξουν “σε πρώτο χρόνο” τις εχθρικές δυνάμεις αποβάσεως, στο κρίσιμο στάδιο της κίνησης τους προς την ακτή/αποβιβάσεως τους επί αυτής, προκαλώντας τους απώλειες, που μπορεί να είναι και δυσαναπλήρωτες, φθείροντας τις, καθυστερώντας τις και δίνοντας τον χρόνο στις φίλιες δυνάμεις να εξαπολύσουν την αντεπίθεση τους υποστηρίζοντας παραλλήλως.
Αντι-ανταρτικός/ Αντι-εξεγερτικός αγώνας
Σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου ή και ανεξάρτητα, τα μετόπισθεν των ελληνικών δυνάμεων αναμένεται να είναι «μολυσμένα» με “ατάκτους”, διάφορης προέλευσης. Πιο συγκεκριμένα, στην περιοχή της Θράκης διαβιώνει η μουσουλμανική μειονότητα, μέρος της οποίας ελέγχεται από (παρα)κρατικούς παράγοντες της Άγκυρας. Θεωρείται βέβαιο, πως η ΜΙΤ και η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων του τουρκικού Γενικού Επιτελείου έχουν προετοιμάσει ήδη από τον καιρό της ειρήνης, παραστρατιωτικές ομάδες εξτρεμιστών, οι οποίες αναμένεται να δράσουν εναντίον της Ελλάδος, στα πλαίσια μιας πιθανής ελληνοτουρκικής ένοπλης σύγκρουσης ή και να αποτελέσουν τον φορέα πυροδότησης μιας τέτοιας, αναπτύσσοντας ανατρεπτική δράση. Στόχοι τους εκτιμάται πως θα είναι στρατόπεδα και γενικότερα στρατιωτικές εγκαταστάσεις, στρατιωτικά τμήματα ευρισκόμενα στους Εγγύς Χώρους Διασποράς (ΕΧΔ) ή στους Χώρους Τελικού Προορισμού (ΧΤΠ), σταθμοί ραντάρ, αγωγοί τροφοδοσίας καυσίμων, αποθήκες καυσίμων, πυρομαχικών και υλικού, στρατιωτικές φάλαγγες, αστυνομικά τμήματα και σταθμοί, γέφυρες, οδικοί και σιδηροδρομικοί κόμβοι και άξονες, Πρόσωπα Υψηλής Αξίας ευρισκόμενα σε καίριες θέσεις του στρατιωτικού και πολιτικού οργανισμού ή στην Τοπική Αυτοδιοίκηση κτλ.
Σκοπός τους η πρόκληση χάους, ανομίας και αναρχίας, η δημιουργία εικόνας παράλυσης του κράτους, η πρόκληση απωλειών, η δέσμευση και διασπορά των ελληνικών στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση τους και γενικά η υποβοήθηση της προσπάθειας του αντιπάλου.
Η ελληνική πλευρά είναι αναγκασμένη να δεσμεύσει σημαντικές στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις για την αντιμετώπιση παρόμοιας απειλής, ώστε αυτή να εξαλειφθεί ή έστω να περιοριστεί σε επίπεδο απλώς “εστίας ενόχλησης”.
Προφανώς θα απαιτηθεί και η δέσμευση αεροπορικών μέσων. Τα τελευταία είναι προφανές πως δεν μπορεί να είναι μαχητικά αεροσκάφη υψηλών επιδόσεων λόγω του ότι α) δεν είναι τα καταλληλότερα για μια τέτοια αποστολή και β) θα χρειάζονται αλλού.
Αναγκαστικά το βάρος πέφτει στα αεριωθούμενα εκπαιδευτικά, στα επιθετικά(ιδεατά) ή εξοπλισμένα(ρεαλιστικά) ελικόπτερα και στα ελικοφόρα αεροσκάφη. Τα τελευταία θα μπορούν να μετέχουν στον αγώνα ιπτάμενα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, τόσο μέσω της συλλογής πληροφοριών με τους προηγμένους κατά περίπτωση αισθητήρες τους, όσο και μέσω της προσβολής και εξουδετέρωσης στόχων με την χρήση του οπλισμού τους (πυροβόλα/πολυβόλα, κατευθυνόμενες και μη ρουκέτες και βόμβες και πυραύλους για επιλεγμένους στόχους).
Το ίδιο μπορεί να γίνει στην περίπτωση πρόκλησης αναταραχής από πρωτογενώς και δευτερογενώς εξεγερτικά στοιχεία ευρισκόμενα μέσα στο πλήθος των μουσουλμανικής προέλευσης λαθρομεταναστών, όσο και στην περίπτωση εμπλοκής στην όλη υπόθεση οργανωμένων αλβανικών παραστρατιωτικών ομάδων στις περιοχές της Ηπείρου και Δ. Μακεδονίας σε πρώτη φάση αλλά και στην υπόλοιπη επικράτεια(άλλωστε η διασπορά του αλβανικού στοιχείου στην Ελλάδα είναι γνωστή).
Δίωξη ελικοπτέρων και ελικοφόρων αεροσκαφών
Είναι γνωστή η απειλή που συνιστούν για τα νησιά, μικρονήσια και βραχονησίδες του Αιγαίου αλλά και για τα μετόπισθεν του μετώπου του Έβρου οι τουρκικές αεροκίνητες και αερομεταφερόμενες δυνάμεις. Οι τελευταίες αναβαθμίζονται διαρκώς τόσο σε μέσα μεταφοράς (ελικόπτερα, μεταγωγικά αεροσκάφη), όσο και σχηματισμών (νέες τουρκικές ταξιαρχίες καταδρομών). Πιο συγκεκριμένα διατίθενται πλέον πέραν των C-130, C-160, CN-235 και αεροσκάφη που δικαιολογούν τον τίτλο «στρατηγικών μεταφορών» (Α400), καθώς και ελικόπτερα S-70 Blackhawk, AS 532 Cougar, Mil Mi-17 Hip, UH-1H Huey υποστηριζόμενα από επιθετικά ελικόπτερα T129 ATAK I, AH-1W Supercobra, AH-1P/S Cobra, ενώ δρομολογείται και η εγχώρια ανάπτυξη επιθετικών ελικοπτέρων Τ130/Τ929 ATAK II και T629 και μεταφορικών T625.
Ειδικά στις ενδιάμεσες και μικρές νήσους του Αιγαίου, που στερούνται “βαριών” εφεδρειών στην μορφή μηχανοκίνητων και τεθωρακισμένων δυνάμεων, η απειλή που αντιπροσωπεύουν οι τουρκικές αεροκίνητες και αερομεταφερόμενες δυνάμεις αξιολογείται ως “θανάσιμη” καθώς δύνανται σε χρόνο dt να «πνίξουν» κυριολεκτικά τους αμυνόμενους. Η λύση για την αντιμετώπιση παρόμοιας απειλής περνάει από δύο άξονες:
- Την ενίσχυση του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης και της επίγειας Α/Α άμυνας και
- Την απόκτηση μέσων δίωξης της απειλής.
Όσον αφορά το δεύτερο, ευνόητη είναι η σημασία απόκτησης και χρήσης ελικοφόρων αεροσκαφών, εξοπλισμένα με σύγχρονους αισθητήρες(radar, συστήματα IRST) και οπλισμένα με πολυβόλα/πυροβόλα και βλήματα A2A).
Σημειωτέων πως η Τουρκία, πέραν της απόκτησης εκπαιδευτικών βασικού σταδίου/ελαφρών επιθετικών αεροσκαφών KT-1T από την Νότια Κορέα, προχωράει στην εγχώρια ανάπτυξη ενός αντίστοιχου αεροσκάφους, του “Hurkus”, το οποίο διαθέτει και εξοπλισμένη έκδοση, την “Hurkus-C”, η οποία προβλέπεται να διαθέτει, πέραν του συνήθους οπλισμού(βόμβες ελεύθερης πτώσης, ρουκέτες, ατρακτίδια πολυβόλων/πυροβόλων) και κατευθυνόμενα όπλα όπως βλήματα UMTAS, κατευθυνόμενες με laser ρουκέτες Cirit, ακόμα και κατευθυνόμενες βόμβες και βλήματα αέρος-αέρος της κατηγορίας του AIM-9 Sidewinder και του AIM-92 Stinger.
Η ύπαρξη και μόνο των τελευταίων στο τουρκικό οπλοστάσιο δικαιολογεί απολύτως την επένδυση σε ανάλογα μέσα από ελληνικής πλευράς.
Διαχείριση συγκρούσεων “χαμηλής έντασης”
Η μορφή που θα λάβει μια πιθανή ελληνοτουρκική σύγκρουση δεν μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια. Μπορεί να έχει την μορφή “υβριδικής” ή μη σύγκρουσης “χαμηλής έντασης” ή να κλιμακωθεί σε μια ολική σύγκρουση “υπερ(υψηλής) έντασης” καθ’ όλο το μήκος της συνοριογραμμής και όχι μόνο. Για να μείνουμε στην πρώτη αναφερθείσα μορφή, αυτήν της σύγκρουσης “χαμηλής έντασης”, αυτή απαιτεί συγκεκριμένα μέσα διαχείρισης ενταγμένα σε μια καλά μελετημένη στρατηγική. Αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν μέσα με χαμηλό πολιτικο-στρατιωτικό “αποτύπωμα”, τα οποία θα πρέπει να είναι ικανά και επαρκώς εξοπλισμένα ώστε να αντιμετωπίσουν της απειλή μεν, αλλά με πιο «εύπεπτο» από πολιτικο-διπλωματικής άποψης τρόπο δε, προκειμένου να μην δώσουν στην άλλη πλευρά το δικαίωμα να κατηγορήσει την ελληνική πλευρά για “κλιμάκωση”.
Τα ελικοφόρα αεροσκάφη είναι ιδανικά για την κάλυψη της ανωτέρω επιχειρησιακής απαίτησης, διότι, πέραν του ότι δεν είναι μαχητικά υψηλών επιδόσεων που θεωρούνται, και όχι άδικα, μέσα διεξαγωγής «κανονικού» πολέμου, διαθέτουν ισχυρό κατά περίπτωση οπλισμό και πλούσιο εξοπλισμό παρατήρησης/επιτήρησης που τους επιτρέπει να αναγνωρίζουν έγκαιρα κάποια απειλή και να την αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά σε “πρώτο χρόνο”.
Παρενθετικά να πούμε εδώ πως ελικοφόρα αεροσκάφη θα μπορούσαν να αποκτήσουν, πέρα των Ενόπλων Δυνάμεων και τα Σώματα Ασφαλείας όπως η Ακτοφυλακή(μετά από αναβάθμιση της), η Συνοριοφυλακή(ύστερα από πιθανή επανα-αυτονόμηση από την ΕΛ.ΑΣ) και παραστρατιωτικά σώματα ασφαλείας που μπορούν να (επα)συσταθούν(Αστυφυλακή, Χωροφυλακή). Και αυτό διότι τα παραστρατιωτικά σώματα και δυνάμεις ασφαλείας είναι ιδεώδη μέσα διεξαγωγής ή αντιμετώπισης “υβριδικών” επιχειρήσεων που κινούνται στα όρια του πολιτικού και στρατιωτικού, μέσα σε ένα σύνθετο πολιτικο-διπλωματικό-στρατιωτικό περιβάλλον.
Τα ελικοφόρα αεροσκάφη είναι τα πλέον κατάλληλα για την εκτέλεση παρόμοιων αποστολών – για παράδειγμα ενός “πολέμου βραχονησίδων” -, που μπορεί να εξαπολύσει η τουρκική πλευρά.
Δίωξη UAV/Drones
Οι τελευταίες πολεμικές επιχειρήσεις σε Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Αρτσάχ και Ουκρανία καταδεικνύουν με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο τις αλλαγές που έχουν επιφέρει στην μεθοδολογία του πολέμου τα UAV και drone. Αν και η χρήση τους δεν είναι άγνωστη από το παρελθόν, μόλις πρόσφατα έγιναν αντιληπτές από τους στρατιωτικούς, παραστρατιωτικούς και τρομοκρατικούς οργανισμούς ανά την υφήλιο οι πρακτικές εφαρμογές που μπορεί να έχουν. Πλέον ακόμα και οι πλέον σύγχρονοι στρατοί προβληματίζονται και αρχίζουν να δεσμεύουν σοβαρούς πόρους για την αντιμετώπιση τους.
Οι τρόποι αντιμετώπισης της απειλής που συνιστούν τα UAVs/drones περιλαμβάνουν τόσο “soft kill” όσο και “hard kill” τρόπους. Οι πρώτοι βασίζονται στην «αδρανοποίηση» της απειλής ενώ οι δεύτεροι στην «καταστροφή» της. Στους “hard kill” τρόπους περιλαμβάνεται και η κατάρριψη των UAV/ drones από εναέρια μέσα(αεροσκάφη, ελικόπτερα, άλλα UAV/ drone) με την χρήση πολυβόλων/πυροβόλων, κατευθυνόμενων ρουκετών και βλημάτων A2A, ακόμα και εμβολισμού/πρόσκρουσης προφανώς με την χρησιμοποίηση αναλώσιμων drones.
Για να μείνουμε στα αεροσκάφη σταθερής πτέρυγας τα μαχητικά υψηλών επιδόσεων έχουν αποδεδειγμένη ικανότητα κατάρριψης drones και UAV όπως έχει επιδειχθεί από ισραηλινής πλευράς με την κατάρριψη UAV που επιχειρεί η σιϊτική οργάνωση του Λιβάνου Χετζμπολάχ. Παρόλα αυτά, σε περιβάλλον υψηλής έντασης αεροπορικών επιχειρήσεων, τα μαχητικά αεροσκάφη δεν θα έχουν την πολυτέλεια να εμπλέκουν συστηματικά εχθρικά UAV, drone και “loitering munition” για προφανείς λόγους. Έτσι το βάρος πέφτει στα αεροσκάφη δεύτερης γραμμής όπως τα ελικοφόρα. Τα τελευταία βέβαια, πέραν του οπλισμού για την καταστροφή των εχθρικών στόχων, πρέπει να φέρουν εξοπλισμό εντοπισμού/αποκάλυψης τους όπως ραντάρ και κυρίως σύστημα Υπέρυθρης Έρευνας και Ιχνηλάτησης (IRST) ώστε να μπορούν να εντοπίσουν με ασφάλεια από ικανή απόσταση τα χαμηλού ίχνους UAV/ drone/ loitering munition.
Συνοδεία ελικοπτέρων/ μεταγωγικών αεροσκαφών
Σε περίπτωση που κάποιο νησί στο Αιγαίο δεχθεί επίθεση, θα προκύψει η απαίτηση ενίσχυσης με δυνάμεις, ορμώμενες είτε από τον ηπειρωτικό κορμό, είτε από κάποιο μεγαλύτερο νησί. Οι ενισχύσεις αυτές θα έλθουν στην μορφή αμφίβιων και αερομεταφερόμενων δυνάμεων. Για να αναλύσουμε το σκέλος των αερομεταφερόμενων δυνάμεων, αυτές θα μετακινούνται προφανώς με μεταγωγικά αεροσκάφη και μεταφορικά ελικόπτερα. Αυτά όμως χρειάζονται συνοδεία κατά τις φάσεις μεταφοράς και επιστροφής τους. Μέχρι στιγμής τα επιχειρησιακά σχέδια προβλέπουν την συνοδεία αυτών των δυνάμεων από επιθετικά ελικόπτερα και παρουσία στην ευρύτερη περιοχή μαχητικών αεροσκαφών. Τα ελικοφόρα αεροσκάφη έρχονται να καλύψουν την απαίτηση συνοδείας των μεταγωγικών αεροσκαφών και των ελικοπτέρων και να ενισχύσουν την προστασία τους. Δεδομένου πως πρόκειται για πτητικά μέσα με παραπλήσια πτητικά χαρακτηριστικά με αυτά, μπορούν να τα συνοδεύουν σε στενό σχηματισμό και να αντιμετωπίσουν επιτυχώς την όποια απειλή εναντίον τους. Απαιτείται προφανώς η διάθεση ικανών βλημάτων αερομαχίας, για τα οποία είναι άλλωστε πιστοποιημένα.
Έρευνα και Διάσωση Μάχης
Ανάλογης μορφής μπορεί να είναι η προστασία που μπορεί να παρέχουν τα ελικοφόρα αεροσκάφη σε ελικόπτερα CSAR που δρουν σε αποστολές Έρευνας & Διάσωσης Μάχης. Απαιτούνται όμως κατάλληλα μέσα επικοινωνιών και μέσα που επιτρέπουν την πτήση σε χαμηλό υψόμετρο και άσχημες καιρικές συνθήκες. Εδώ να σημειώσουμε πως ανάλογης επιχειρησιακής εκμετάλλευσης έτυχαν στον πόλεμο του Βιετνάμ, τα αμερικανικά εναέρια μέσα CSAR (π.χ. HH-53), συνοδευόμενα από ελικοφόρα αεροσκάφη A-1 Skyraider.
Υποστήριξη ειδικών επιχειρήσεων
Παραπλήσια σε σύλληψη είναι και η αποστολή υποστήριξης ειδικών επιχειρήσεων. Ένοπλα ελικοφόρα αεροσκάφη δύνανται να συνοδεύουν ελικοφόρα αεροσκάφη ή ελικόπτερα ειδικών επιχειρήσεων σε αποστολές διείσδυσης σε εχθρικό χώρο, προστατεύοντας τα από σχετικές απειλές. Η όλη συνεισφορά τους δεν εξαντλείται μόνο σε ρόλο συνοδείας αλλά και υποστήριξης δια πυρών σε περίπτωση απαγκίστρωσης ή καταστολής τυχόν εχθρικής δύναμης επί του σημείου.
Επιτήρηση/ αναγνώριση πεδίου μάχης
Πολύτιμες υπηρεσίες είναι σε θέση να παρέχουν τα ελικοφόρα αεροσκάφη στους τομείς της αναγνώρισης και επιτήρησης του πεδίου της μάχης. Ελικοφόρα αεροσκάφη δύνανται να αξιοποιηθούν πέρα από την Π.Α και από την Α.Σ επαυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τις ικανότητες της στους συγκεκριμένους τομείς. Εδώ να αποκαλύψουμε απλώς πως στα τέλη της δεκαετίας του ’90-αρχές δεκαετίας του 2000 η Α.Σ σκόπευε να επεκτείνει τις δυνατότητες της στους τομείς της επιτήρησης πεδίου μάχης αλλά και των τακτικών μεταφορών, προμηθευόμενη αριθμό αεροσκαφών OV-10D Bronco που απέσυρε εκείνην την εποχή η Luftwaffe και μικρό αριθμό (4) αρχικά μεταγωγικών αεροσκαφών της κατηγορίας των C-212 και C-23. Ενδιαφέρουσα θα ήταν η προοπτική συνεργασίας των ελικοφόρων αεροσκαφών με τα άλλα εναέρια μέσα Ένοπλης Αναγνώρισης/Επίθεσης που έχει στην διάθεση η Αεροπορία Στρατού και πιο συγκεκριμένα τα OH-58D Kiowa Warrior και τα AH-64A/D Apache.
Η ελληνική διάσταση και οι επιλογές της ΠΑ
Η Πολεμική Αεροπορία απέναντι στο θέμα πολεμικής χρήσης ελικοφόρων αεροσκαφών βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να εκμεταλλευτεί την απαίτησή της, για τα εκπαιδευτικά ελικοφόρα αεροσκάφη που έχει αγοράσει, να έχουν τη δυνατότητα μεταφοράς οπλισμού, τόσο για την εκτέλεση βολών στο πλαίσιο της εκπαίδευσης των νέων χειριστών, όσο και για πολεμικές αποστολές, εάν και εφόσον απαιτηθεί. Ειδικά μετά την αποκατάσταση των διαθεσιμοτήτων των 45 υφιστάμενων στροβιλοελικοφόρων εκπαιδευτικών αεροσκαφών Τ-6Α Texan II, ήτοι 25 Τ-6Α και 20 Τ-6Α ΝΤΑ (τα τελευταία με δυνατότητα μεταφοράς οπλισμού), κατόπιν της σχετικής συμφωνίας με την ισραηλινή εταιρία Elbit για τη δημιουργία ολοκληρωμένου κέντρου αεροπορικής εκπαίδευσης, θα καταστεί ευχερέστερη η διάθεση μέρους εξ αυτών για ποικιλία αποστολών πέραν της εκπαίδευσης των Ικάρων.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή», στα σχέδια της ΠΑ είναι η αξιοποίηση 10-12 Τ-6Α ΝΤΑ ως κυνηγών μη επανδρωμένων αεροχημάτων και περιφερόμενων πυρομαχικών (loitering munitions ή αλλιώς suicide drones). Αν και ακούγεται απλό, δεδομένου ότι οι επιδόσεις του Texan II επαρκούν και με το παραπάνω για να το φέρουν σε θέση βολής, και μάλιστα με χαρακτηριστική ευκολία κατά αργών στόχων και χωρίς δυνατότητα εκτέλεσης απότομων ελιγμών, που συνεπάγονται και υψηλές δομικές φορτίσεις, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Καταρχήν, τα Τ-6Α ΝΤΑ, ως έχουν, δύνανται να αξιοποιούν περιορισμένη ποικιλία όπλων και συγκεκριμένα: ατρακτίδια πολυβόλων, καλάθους μη κατευθυνόμενων ρουκετών LAU-68A/B και απλές, μη κατευθυνόμενες, βόμβες ελεύθερης πτώσης Mk82 και εκπαιδευτικές BDU-33. Από αυτά, μόνον τα δύο ατρακτίδια ΗΜΡ-400 της βελγικής FN Herstal με ένα βαρύ πολυβόλο Μ3Ρ των 12,7 χιλιοστών και 400 βλήματα έκαστο είναι κατάλληλα για εμπλοκή εναέριων στόχων. Επιπλέον, άλλο ένα ζήτημα αφορά και τον εντοπισμό των στόχων, ώστε να καταστεί δυνατή η εμπλοκή τους. Κατά συνέπεια, προκειμένου να καταστούν ικανά να αναλάβουν τοΝ νέο ρόλο που περιλαμβάνουν οι σχεδιασμοί της ΠΑ, τα αεροσκάφη πρέπει να υποστούν και ορισμένες τροποποιήσεις.
Επιλογή πρώτη
Αφορά τις ελάχιστες απαραίτητες επεμβάσεις στο αεροσκάφος και τα συστήματά του. Πρόκειται για τη χαμηλότερου κόστους και ρίσκου μορφή που μπορεί να πάρει το πρόγραμμα. Οι δυνατότητες που θα έχει θα είναι συνακόλουθα περιορισμένες, ιδίως όσον αφορά τον εντοπισμό στόχων, καθώς θα απαιτείται η καθοδήγηση του πληρώματος από ελεγκτή αεράμυνας, είτε επίγειο είτε εναέριο (σε ΑΣΕΠΕ) μέχρι το σημείο που το Τ-6Α ΝΤΑ να βρεθεί σε θέση από την οποία να δύναται να αποκτήσει οπτική επαφή με τον στόχο προ της εμπλοκής του. Τα ελάχιστα προαπαιτούμενα για τη σχεδιαζόμενη νέα αποστολή των Τ-6Α ΝΤΑ είναι:
- Η τροποποίηση τόσο του εξωτερικού όσο και του εσωτερικού φωτισμού του αεροσκάφους ώστε να καταστεί συμβατός με τη χρήση διοπτρών νυκτερινής όρασης για επιχειρήσεις όλο το 24ωρο.
- Η πιστοποίηση όπλων αέρος-αέρος (ΑΙΜ-9 Sidewinder).
- Η τοποθέτηση στοιχειώδους έστω συστήματος αυτοπροστασίας αποτελούμενο από δέκτη προειδοποίησης επερχόμενων βλημάτων (MAWS) και διανομείς αναλώσιμων αντιμέτρων (αεροφύλλων και θερμοβολίδων).
- Η έλλειψη ενσωματωμένου υπολογιστή αποστολής μπορεί να αναπληρωθεί σε ικανοποιητικό βαθμό με την προμήθεια υπολογιστή χειρός αποστολής (Mission Tablet Computer/MTC) για το πλήρωμα του αεροσκάφους.
Επιλογή δεύτερη
Αφορά την αναβάθμιση στο επίπεδο ΑΤ-6Β Wolverine (τον Φεβρουάριο υιοθετήθηκε και επίσημα από την USAF με την τυποποίηση ΑΤ-6Ε Wolverine). Αν και κατά πολύ ακριβότερη, η λύση αυτή δεν ενέχει ιδιαίτερα μεγάλο ρίσκο, δεδομένου ότι η έκδοση αυτή του Texan II βασίζεται στο ήδη δοκιμασμένο Τ-6Β, που διαθέτει πλήρως ψηφιακό πιλοτήριο με οθόνες πολλαπλών λειτουργιών και HOTAS, το οποίο αξιοποιεί με επιτυχία το Αμερικανικό Ναυτικό, έχει δοκιμασθεί με επιτυχία σε ασκήσεις, ενώ συμμετέχει με αξιώσεις στο διαγωνισμό της USAF για την προμήθεια ελαφρού επιθετικού αεροσκάφους.
Επιπλέον, το ΑΤ-6Β διαθέτει μεταξύ άλλων και ισχυρότερο κινητήρα Pratt & Whitney Canada PT6-68D απόδοσης 1177kW/1600shp, ενισχυμένη δομή, θωράκιση σε κρίσιμα σημεία, συγκρότημα ηλεκτροπτικών αισθητήρων MX-15D της WESCAM L3, HUD της SparrowHawk, συστήματα ναυτιλίας, επικοινωνιών και ζεύξης δεδομένων με υπό προϋποθέσεις δυνατότητα τοποθέτησης Link 16, σύστημα αυτοπροστασίας και δυνατότητα επιλογής διαφόρων διαμορφώσεων οπλισμού με το αντίστοιχο σύστημα διαχείρισης της Lockheed Martin βασισμένο σε αυτό του A-10C, προκειμένου να αποδίδει καλύτερα σε πολεμικές αποστολές, ενώ μπορεί παράλληλα να χρησιμοποιηθεί και ως εκπαιδευτικό, παρέχοντας έτσι τη δυνατότητα επίτευξης οικονομιών κλίμακας σε όσους χρήστες το επιλέξουν.
Διαθέτει ικανότητα μεταφοράς και χρήσης ποικιλίας οπλισμού, με τουλάχιστον 66 διαφορετικές διαμορφώσεις, συμπεριλαμβανομένων και ασύμμετρων, να έχουν έως τώρα πιστοποιηθεί. Εντούτοις, καθώς πρόκειται περί αεροσκάφους προοριζόμενου για αποστολές κρούσης και ένοπλης αναγνώρισης, δεν αναφέρεται να έχει ακόμη πιστοποιηθεί για χρήση όπλων αέρος-αέρος, πράγμα κατανοητό δεδομένου ότι αναμένεται να επιχειρεί υπό συνθήκες πλήρως εξασφαλισμένης αεροπορικής υπεροχής και έχοντας να αντιμετωπίσει απειλές που περιορίζονται σε πυρά ελαφρών όπλων, βαρέων πολυβόλων, αντιαεροπορικών πυροβόλων μικρού διαμετρήματος και – το πολύ – φορητών αντιαεροπορικών κατευθυνόμενων βλημάτων.
Δεν αναμένεται η πιστοποίηση πυραύλων αέρος-αέρος όπως ο ΑΙΜ-9 Sidewinder, ο IRIS-T ή και ο ΑΙΜ-92 ATAS (Air To Air Stinger) να αντιμετωπίσει ιδιαίτερες δυσκολίες, δεδομένης και της ανοικτής αρχιτεκτονικής του συστήματος διαχείρισης οπλισμού.
Οι κατευθυνόμενες ρουκέτες APKWS που δύναται να βάλλει το ΑΤ-6Β αποτελούν ένα αποτελεσματικό και χαμηλού σχετικά κόστους οπλικό σύστημα κατάλληλο για εμπλοκή ακόμα και εναέριων στόχων. Πρόσφατα, στα πλαίσια δοκιμών, μαχητικό F-16C της USAF έπληξε με επιτυχία στόχο που προσομοίαζε βλήμα αεροδυναμικής πλεύσης με ρουκέτα APKWS. Τα πολύ χαμηλότερης ταχύτητας ΜΕΑ, αλλά και άλλοι τύποι αεροσκαφών, δεν αναμένεται να αποτελέσουν δύσκολο στόχο για όπλα αυτής της κατηγορίας.
Η προσθήκη του συστήματος MX-15D προσδίδει στο αεροσκάφος κάποια ικανότητα αυτόνομου εντοπισμού εναέριων στόχων εντός της εμβέλειας των αισθητήρων του, ιδίως αν αυτοί ίπτανται στο ίδιο ή σε χαμηλότερο ύψος. Λόγω όμως της θέσης του πυργίσκου ηλεκτροπτικών, δεδομένου ότι έχει σχεδιαστεί κυρίως για ανίχνευση, ταυτοποίηση και εμπλοκή στόχων εδάφους, ο εντοπισμός στόχων που ίπτανται σε μεγαλύτερο ύψος από το ΑΤ-6Β είναι εφικτός σε περιορισμένο μόνο τόξο στο πρόσθιο ημισφαίριο, καθώς παρεμβάλλονται το ρύγχος και οι πτέρυγες, που δημιουργούν μεγάλες νεκρές γωνίες. Θεωρητικά, αν κριθεί σημαντικό ζήτημα, πράγμα που σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί από τις τακτικές που θα αναπτυχθούν για πολεμικές επιχειρήσεις, μια λύση θα ήταν τοποθέτηση συστήματος IRST (Infra-Red Search and Track) μεταξύ του κινητήρα και της καλύπτρας, αν και για κάτι τέτοιο μάλλον θα απαιτηθεί και η συνεργασία του κατασκευαστή.
Και ραντάρ;
Παραμένοντας σε θεωρητικό επίπεδο, δεδομένου ότι για να πραγματοποιηθεί απαιτείται χρόνος, χρήμα, η συμβολή του κατασκευαστή και πολλές δοκιμές, η προσθήκη ραντάρ θα αναβάθμιζε κατακόρυφα τις ικανότητες του αεροσκάφους και όχι μόνον σε αποστολές αέρος-αέρος. Βέβαια, καθώς πρόκειται για μονοκινητήριο ελικοφόρο αεροσκάφος με τον κινητήρα μπροστά, εύλογο είναι να αναρωτηθεί κανείς πώς ακριβώς – και πού – θα τοποθετηθεί το ραντάρ. Μια σύντομη αναδρομή στην περίοδο περί τα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ή σε παρόμοιες λύσεις που έχουν αναπτυχθεί για τη σύγχρονη αγορά γενικής αεροπορίας, μπορεί να δώσει την απάντηση: το ραντάρ να τοποθετηθεί εντός ενός εξωτερικά αναρτώμενου ατρακτιδίου με προβολή των δεδομένων του σε μια εκ των οθονών του πιλοτηρίου (που διαθέτει το Wolverine).
Όσον αφορά τη θέση του ατρακτιδίου ραντάρ, αυτό μπορεί να καταλάβει αυτήν του MX-15D στον κοιλιακό φορέα (όπως στο Fairey Firefly FR I με ραντάρ AN/APS-4 του Β’ Π.Π.), ή, προκειμένου να διατηρηθεί ο πυργίσκος ηλεκτροπτικών, αναρτημένο σε έναν εκ των διαθέσιμων πυλώνων με διασύνδεση αρτηρίας δεδομένων MIL-STD-1760 (βλέπε Grumman F6F-3/5E Hellcat, Curtiss SB2C-4/5 Helldiver με AN/APS-4, κ.ά.), ή ακόμα και σε ατρακτίδιο προσαρμοσμένο στο χείλος προσβολής ή, στην πολιτική αγορά, και στην κάτω επιφάνεια της πτέρυγας (βλέπε το AN/APS-6 των Grumman F6F-5Ν Hellcat, Vought F4U-5N Corsair, κ.λπ., ή τα σύγχρονα συστήματα που διαθέτουν αεροσκάφη γενικής αεροπορίας όπως η σειρά SOCATA TBM και κάποιες εκδόσεις του Beech Bonanza, και τα υποπτερυγικά τοποθετημένα ραντάρ που είναι διαθέσιμα για πολιτικά αεροσκάφη της Cessna, κλπ).
Μια τέτοια επιλογή δεν αναμένεται να επηρεάσει δυσμενώς τα πτητικά χαρακτηριστικά του αεροσκάφους-φορέα παρά την όποια ασυμμετρία. Βέβαια, τα διαθέσιμα ραντάρ που προσφέρονται για εξωτερική ανάρτηση είναι κυρίως καιρού/ναυτιλίας (για την πολιτική αγορά) και λειτουργίας αέρος-εδάφους διαμόρφωσης συνθετικής απεικόνισης (SAR) για αμυντικές εφαρμογές. Εξαίρεση αποτελεί το Kopyo (Λόγχη) της Phazotron για το Su-25TM (αλλιώς Su-39), το οποίο διατηρεί και λειτουργίες αέρος-αέρος. Στην περίπτωσή μας, ένα αρκετά μικρού μεγέθους και βάρους ραντάρ (π.χ. GEC-Marconi Super Skyranger, FIAR Grifo-7 ή μια έκδοση του AESA MHR της Leonardo DRS) εντός περιλήπτη μεγέθους – κυρίως διαμέτρου – περίπου μια εξωτερικής δεξαμενής καυσίμου, θα προσέδιδε πρωτόγνωρες δυνατότητες στο Texan II/Wolverine.
Επιστρέφοντας στα ευχερέστερα εφαρμόσιμα στην πράξη, πρέπει να τονιστεί ότι το κυνήγι μη επανδρωμένων αεροσκαφών αποτελεί μια ιδιαίτερα εξειδικευμένη αποστολή, με πολύ περιορισμένο εύρος εφαρμογής, την οποία, όπως αναφέρθηκε, το απλό Τ-6Α ΝΤΑ Texan II είναι οριακά μόνον ικανό να αναλάβει. Αντιθέτως, ακόμα και η μερική αναβάθμιση σε επίπεδο Wolverine (με προσθήκη μόνον Η/Ο πυργίσκου, φορητού υπολογιστή αποστολής, νέων όπλων και συστήματος αυτοπροστασίας, παραλείποντας εκτενέστερες παρεμβάσεις/προσθήκες στα ηλεκτρονικά, τον κινητήρα και τη δομή του αεροσκάφους) θα του προσέδιδε δυνατότητες που θα επιτρέψουν την εκτέλεση και άλλων αποστολών (που αναφέρθηκαν στο γενικό μέρος), όπως εναντίον ελικοπτέρων και σταθερής πτέρυγας ελικοφόρων αεροσκαφών, ήτοι μεταγωγικών, ναυτικής συνεργασίας, συλλογής πληροφοριών/ ηλεκτρονικού πολέμου (ELINT/SIGINT/EW), οπλισμένων εκπαιδευτικών, ένοπλης αναγνώρισης και κρούσης. Κατ’ αυτό τον τρόπο θα γεφυρωθεί το κενό μεταξύ των ελικοπτέρων, δηλαδή των OH-58D Kiowa Warrior και AH-64A+/DHA Apache, της Αεροπορίας Στρατού και των μαχητικών της Πολεμικής Αεροπορίας για την εκτέλεση αποστολών υποστήριξης Ειδικών Δυνάμεων συμπεριλαμβανομένης και της εγγύς συνοδείας ελικοπτέρων Ειδικών Επιχειρήσεων και Έρευνας-Διάσωσης Μάχης, καθώς και παροχή υποστήριξης στον Στρατό για την αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών, ή ακόμα και για προσβολή στόχων επιφανείας, κυρίως πυραυλακάτων, μη επανδρωμένων σκαφών επιφανείας (USV) και σκαφών μεταφοράς/υποστήριξης Ειδικών Δυνάμεων του εχθρού.
Επιπλέον, η δυνατότητα ταχείας πιστοποίησης νέων οπλικών συστημάτων στο αεροσκάφος θα πρέπει να τύχει της δέουσας εκμετάλλευσης από την ΠΑ, για παράδειγμα και στα πλαίσια συνεργασίας με την αμυντική βιομηχανία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, η οποία έχει παρουσιάσει το – παραπλήσιο – στροβιλοελικοφόρο Calidus B-250 που έχει δυνατότητα αξιοποίησης ποικιλίας συστημάτων που αναπτύχθηκαν επιτόπια, κάποια και ενδεχομένως σε συνεργασία με σερβικές εταιρίες.
Από τα παραπάνω μπορεί εύκολα να συναχθεί το συμπέρασμα ότι, παρά τα 20 περίπου έτη σε υπηρεσία με την ΠΑ, το Τ-6Α ΝΤΑ μπορεί να παρομοιαστεί με ακατέργαστο διαμάντι, το οποίο έχει τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε ένα αποτελεσματικότατο οπλικό σύστημα, πραγματικό πολυεργαλείο, που επιχειρώντας υπό την κάλυψη αεριωθούμενων μαχητικών, θα δύναται να εκτελέσει ποικιλία αποστολών αποτελεσματικά και με πολύ χαμηλό κόστος.