Σε προηγούμενο άρθρο μας είχαμε καταθέσει μια άποψη για την μορφή που μπορεί να λάβει η Ελληνική Εθνοφυλακή ώστε να ανταπεξέλθει καλύτερα στις προκλήσεις και τις απειλές του παρόντος και του μέλλοντος. Οι προτάσεις μας είχαν κινηθεί στην κατεύθυνση της «βελτίωσης» σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση, μακριά από μαξιμαλιστικές σκέψεις. Κατόπιν όμως καλόπιστων οχλήσεων και κριτικών που δεχθήκαμε από αναγνώστες μας, αποφασίσαμε να αναλύσουμε μια επιπλέον ενδιαφέρουσα πτυχή της μορφής που μπορεί να λάβει η Εθνοφυλακή, μέσω του μερικού μετασχηματισμού της σε μια πιο «βαριά» και «ενισχυμένη» μορφή σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση. Στο παρόν άρθρο θα φωτίσουμε μια άλλη πτυχή, αυτόν της αξιοποίησης παλιότερης γενιάς κύριων οπλικών συστημάτων από τις μονάδες Εθνοφυλακής.
Εισαγωγή
Ως γνωστόν τα μεγέθη του Ελληνικού Στρατού βαίνουν συνεχώς μειούμενα. Ανεξάρτητα από την όποια σκοπιμότητα αυτής της κίνησης, με την οποία φυσικά διαφωνούμε, η ουσία είναι πως έτσι τίθενται εκτός υπηρεσίας οπλικά συστήματα, παλιότερης γενιάς μεν, χρήσιμα και σε κάθε περίπτωση λειτουργικά δε. Είναι κρίμα συστήματα που μπορούν να προσφέρουν να γίνονται πηγή για “σκραπ” ή να τίθεται σε καθεστώς “μακράς αποθήκευσης” στην καλύτερη περίπτωση. Αν κανείς απαριθμούσε συστήματα που αποσύρθηκαν και διαλύθηκαν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες ενώ βρίσκονταν σε λειτουργική κατάσταση (άρματα μάχης M-24, M-47, M-48A1/A2C/A3/A5, Μ-60A1 ή και –Α3, Leopard-1A4GR1/V, πιθανώς M-41, ημιερπυστριοφόρα M2/M3, ΤΟΜΠ Μ-59, M-113, τροχοφόρα οχήματα αναγνώρισης M-8, ρυμουλκούμενα πυροβόλα M-101, M-114, M-115, M-116, αυτοκινούμενα πυροβόλα M-44, M-52, M-109A1B/A2, M-110A2, ΠΕΠ RM-70, Α/Α πυροβόλα M-55, Rh 202, Bofors L/60, αυτοκινούμενα Α/Α πυροβόλα M-42 κ.α) θα τον έπιανε… κατάθλιψη.
Τα συστήματα αυτά θα μπορούσαν, επισκευαζόμενα και εκσυγχρονιζόμενα με οικονομικά πακέτα εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης, να εξοπλίσουν πέραν των εφεδρικών/επιστρατευόμενων μονάδων του στρατού εκστρατείας και μέρος των μονάδων Εθνοφυλακής, προσδίδοντας τους νέο χαρακτήρα και επιτρέποντας τους την ανάληψη νέων αποστολών ή έστω την εξυπηρέτηση των υφιστάμενων υπό καλύτερους όρους και προϋποθέσεις. Προφανώς στην Εθνοφυλακή θα κατέληγαν τα λιγότερο χρήσιμα συστήματα, καθώς ο στρατός θα δέσμευε δικαίως τα καλύτερα για τον εξοπλισμό των δικών του εφεδρικών μονάδων. Είναι βάσιμο να υποθέσει κανείς πως τα συστήματα που θα κατέληγαν στην Εθνοφυλακή θα υποβάλλονταν σε πιο συντηρητικά και φθηνά προγράμματα εκσυγχρονισμού σε σχέση με αυτά του στρατού εκστρατείας, κάτι λογικό καθώς οι μονάδες Εθνοφυλακής είναι και θα παρέμειναν ακόμη και υπό το νέο σχήμα, μονάδες “β’ γραμμής”.
Στις τάξεις των εφέδρων με ηλικία από 35 έτη και πάνω, που επανδρώνουν τις μονάδες Εθνοφυλακής, υπάρχουν πολλοί που έχουν εκπαιδευθεί κατά την διάρκεια της στρατιωτικής τους θητείας τους σε τέτοια μέσα και διαθέτουν την εξοικείωση που απαιτείται με αυτά. Συνεπώς το πρόβλημα της εξεύρεσης του απαιτούμενου προσωπικού επιλύεται σε μεγάλο βαθμό, εκείνο που απαιτείται είναι η τακτική περιοδική εκπαίδευση στα συγκεκριμένα μέσα και η αναζήτηση του κατάλληλου οργανωτικού πλαισίου που απαιτείται για την κατάλληλη ένταξη των συγκεκριμένων μέσων και του προσωπικού στο νέο σχήμα.
Οργανωτικό σχήμα-πλαίσιο
Στο προηγούμενο άρθρο μας είχαμε μιλήσει για την ανάγκη δημιουργίας νέων Ταγμάτων Εθνοφυλακής (ΤΕΘ) και νέων δομών ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν το όλο εγχείρημα μετατροπής της Εθνοφυλακής σε μια πιο στιβαρή και υπολογίσιμη δύναμη. Πιο συγκεκριμένα είχαμε προτείνει την δημιουργία Ανώτατων Διοικήσεων Εθνοφυλακής (5 τον αριθμό) με υφιστάμενες Ανώτερες Διοικήσεις Εθνοφυλακής (14 τον αριθμό) που θα έχουν με την σειρά τους υφιστάμενες Διοικήσεις Εθνοφυλακής (52 τον αριθμό). Κάθε Διοίκηση Εθνοφυλακής προτείνονταν να διαθέτει αριθμό Ταγμάτων Εθνοφυλακής, αναλόγως του εδαφικού μεγέθους της οικείας Διοίκησης, της σπουδαιότητας και του βαθμού απειλής.
Η αξιοποίηση των αποσυρόμενων από την ενεργό υπηρεσία όμως κυρίων οπλικών συστημάτων ανοίγει την συζήτηση για μερική μεταβολή του υπό πρόταση μοντέλου σε μια πιο ενισχυμένη βάση.
Πιο συγκεκριμένα προτείνεται η δημιουργία Μονάδων(Μ/Κ ΤΕΘ, ΕΑΡΜΕΘ, ΕΑΝΕΘ, Μοιρών ΠΒ, Μοιρών Α/Α ΠΒ) και υπομονάδων(Μ/Κ ΛΕΘ, ΙΛΑΡΜΕΘ, ΙΛΑΝΕΘ, Πυροβολαρχιών ΠΒ και Α/Α ΠΒ).
Θα ήταν σκόπιμη θεωρούμε η ύπαρξη τουλάχιστον ενός Μηχανοκίνητου(Μ/Κ) Τάγματος Εθνοφυλακής(ΤΕΘ) και μίας Επιλαρχίας Αρμάτων Εθνοφυλακής(ΕΑΡΜΕΘ) σε κάθε Ανωτέρα Διοίκηση Εθνοφυλακής, υποστηριζόμενα από μια Ίλη Αναγνωρίσεως Εθνοφυλακής(ΙΛΑΝΕΘ), Αυτοκινούμενης(Α/Κ) ή απλής Μοίρας Μέσου Πυροβολικού εξοπλισμένης με Α/Κ ή Ρ/Κ πυροβόλα των 155 χλστ και Μοίρας Ελαφρού Αντιαεροπορικού Πυροβολικού Εθνοφυλακής(ΜΕΑ/ΑΠΕΘ) εφοδιασμένης με Α/Α πυροβόλα των 40 χλστ.
Σε επίπεδο Διοίκησης Εθνοφυλακής θα μπορούσαν να υπάρχουν Μηχανοκίνητος (Μ/Κ) Λόχος Εθνοφυλακής (ΛΕΘ), Ίλη Αρμάτων Εθνοφυλακής (ΙΛΑΡΜΕΘ), Ουλαμός Αναγνωρίσεως Εθνοφυλακής (ΟΥΛΑΝΕΘ), υποστηριζόμενα από Πυροβολαρχία Πεδινού Πυροβολικού Εθνοφυλακής (ΜΠΠΕΘ) με Ρ/Κ πυροβόλα των 105 χλστ και Ουλαμού Ελαφρού Αντιαεροπορικού Πυροβολικού Εθνοφυλακής (ΟΥΛΕΑ/ΑΕΘ) με Α/Α πυροβόλα των 20 χλστ.
Τέλος σε επίπεδο Ανωτάτης Διοίκησης Εθνοφυλακής θα μπορούσαν να βρίσκονται 2-3 Μ/Κ ΤΕΘ, 2-3 ΕΑΡΜΕΘ, μια ΕΑΝΕΘ, 2-3 Α/Κ Μοίρες Βαρέως Πυροβολικού Εθνοφυλακής(ΜΒΠΕΘ) και 2-3 ΜΕΑ/ΑΠΕΘ. Στο τελευταίο επίπεδο, αυτό της Ανώτατης Διοικήσεως Εθνοφυλακής θα μπορούσαν ενδεχομένως να σχηματιστούν σε δεύτερο χρόνο συγκροτήματα (Συντάγματα) που θα μπορούσαν να θέσουν υπό την διοίκηση τους τις υφιστάμενες μονάδες [π.χ Μ/Κ Σύνταγμα Εθνοφυλακής (ΣΕΘ), Σύνταγμα Αρμάτων Εθνοφυλακής (ΣΑΡΜΕΘ)]. Αυτό βέβαια προϋποθέτει πολιτική απόφαση για αύξηση της στελέχωσης από πλευράς αξιωματικών και υπαξιωματικών και των μεγεθών γενικότερα του Ελληνικού Στρατού.
Λειτουργία
Η λειτουργία του όλου σχήματος θα τελεί υπό την ευθύνη των Ανώτατων Διευθύνσεων Εθνοφυλακής και των υφιστάμενων κλιμακίων, με την συνδρομή του συστήματος διοίκησης του ΕΣ. Τα συστήματα της Εθνοφυλακής θα βρίσκονται σε χώρους αποθήκευσης που βρίσκονται ήδη μονάδες του στρατού εκστρατείας, θα συντηρούνται από προσωπικό του και θα ενεργοποιούνται σε εκπαιδεύσεις/ασκήσεις και σε περίπτωση κρίσης ή πολεμικής σύρραξης. Αυτό βέβαια συνεπάγεται και προϋποθέτει την επέκταση της δομής του ΕΣ ακόμα και σε γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας όπου αυτός διατηρεί ισχνή παρουσία, κάτι που σημαίνει αναστροφή της τάσης συρρίκνωσης του και επαναφορά του σε επίπεδα της δεκαετίας του 1990 τουλάχιστον. Το τελευταίο είναι ούτως η άλλως απαραίτητο, καθώς το μέγεθος των απειλών είναι τέτοιο που απαιτεί την παρουσία ευμεγέθους στρατού ώστε να μπορούν να αντιμετωπισθούν. Παρεμπιπτόντως απειλή δεν συνιστούν οι, ούτως ή άλλως μεγάλες και ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας, αλλά και αυτές άλλων όμορων κρατών, ενώ δεν μπορεί παρά να υπογραμμισθούν οι παραδοσιακά καλές σχέσεις που αυτές διατηρούν με την κύρια απειλή και η διασύνδεση τους με παραστρατιωτικής μορφής απειλές. Αν δε σε αυτές προστεθούν και η απειλή που συνιστούν μάζες λαθρομεταναστών μουσουλμανικού θρησκεύματος που έχουν κατακλύσει τον αστικό ιστό και την ύπαιθρο χώρα καθώς και ομάδες και (παρα)οργανώσεις ακροκινούμενων και εμποτισμένων με αντικρατική και εθνομηδενιστική ιδεολογία ατόμων, γίνεται εμφανές πως μόνο με την παράθεση μεγάλου αριθμού, έστω βασικά οπλισμένων και εκπαιδευμένων, στρατιωτικών και παραστρατιωτικών δυνάμεων μπορεί να αντιμετωπισθεί η απειλή. Παρενθετικά να αναφέρουμε πως είναι καιρός να αναθεωρηθεί το πλαίσιο λειτουργίας της Εθνοφυλακής όσον αφορά την εμπλοκή της σε επιχειρήσεις στα αστικά πολεοδομικά συγκροτήματα και να προχωρήσει-επιτέλους!-η σχεδιαζόμενη εδώ και καιρό δημιουργία μονάδων Εθνοφυλακής σε αυτά.
Η εκπαίδευση θα γίνεται με την κλήση των Εθνοφυλάκων σε τακτά χρονικά διαστήματα, συχνότερα από ό, τι συμβαίνει σήμερα. Βέβαια απαιτείται και η αυστηροποίηση του πειθαρχικού κώδικα που διέπει την λειτουργία του Σώματος και κυρίως η πιστή εφαρμογή του από τις αρμόδιες αρχές. Δεδομένης μάλιστα της φύσης και του πνεύματος της νεοελληνικής κοινωνίας, επιβάλλεται η θέσπιση υλικών και θεσμικών κινήτρων (αποζημίωση, φοροαπαλλαγές, ασφάλιση, θεμελίωση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων για τον χρόνο υπηρεσίας, δυνατότητα αγοράς προϊόντων σε προνομιακές τιμές από στρατιωτικά πρατήρια, δυνατότητα νοσηλείας σε στρατιωτικά νοσοκομεία κτλ).
H εκπαιδευτική διαδικασία δεν πρέπει να περιορίζεται στην απλή εκτέλεση βολών με τα όπλα, αλλά και στην εκτέλεση βασικών τακτικών κινήσεων και ελιγμών σε όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικά πλαίσια. Προφανώς δεν μπορεί να επιτευχθεί τέτοιος βαθμός συντονισμού και επιχειρησιακής ετοιμότητας όσο στις ενεργές μονάδες του στρατού, αλλά ένας βασικός βαθμός μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί.
Εκείνο που πρέπει να είναι σαφές όταν μιλάμε για δυνάμεις Εθνοφυλακής, είναι πως αυτές δεν θα φέρουν στην μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων την κύρια ευθύνη προβολής της άμυνας επί του τομέα όπου είναι ταγμένες. Ο ρόλος τους θα είναι κατά βάση υποστηρικτικός και υποβοηθητικός των μονάδων του στρατού εκστρατείας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν έχουν σημαντικό ρόλο να επιτελέσουν, ειδικά στις παραμεθόριες περιοχές, ενώ δεν πρέπει να διαφεύγει και ο ρόλος τους στην εξασφάλιση της εσωτερικής ασφάλειας, που ειδικά στην ελληνική περίπτωση κρίνεται δύσκολος και απαιτητικός.
Αποστολή των μηχανοκίνητων και τεθωρακισμένων μονάδων και υπομονάδων της Εθνοφυλακής, δεν θα είναι άλλη από την εφαρμογή κινητής άμυνας στα πλαίσια άμυνας περιοχής. Με δεδομένο μάλιστα πως η εμπλοκή της Εθνοφυλακής στην μάχη γίνεται από κατά κανόνα οχυρωμένες και οργανωμένες θέσεις ή σε αστικό περιβάλλον, η εκπαίδευση οφείλει να καλύπτει κινήσεις και ελιγμούς σε παρόμοιο εδαφικό “τερραίν”. Εδώ να πούμε πως στον σύγχρονο πόλεμο ακόμα και η οχύρωση και οργάνωση του εδάφους, οφείλει να εγκαταλείψει το απολύτως στατικό και άκαμπτο της χαρακτήρα και να προσλάβει μερικώς “κινητική” μορφή. Ας σκεφτούμε για παράδειγμα πυροβόλα να βρίσκονται εντός καταφυγίων, να ξεπροβάλλουν για βολή και μετά την εκτέλεση της να επιστρέφουν σε αυτά ή άρματα μάχης να βρίσκονται εντός μεγάλων σηράγγων, να κινούνται υπογείως και βγαίνουν στην επιφάνεια από συγκεκριμένες μεγάλες κρύπτες. Αυτό μπορεί να δώσει και μια νέα έννοια στην έννοια του στρατιωτικού “οχυρού” και πρέπει κάποια στιγμή να απασχολήσει τις αρμόδιες αρχές η μελέτη και δημιουργία τους. Αλλά αυτό είναι θέμα για άλλο άρθρο…
Επίλογος
Η συζήτηση για την αναβάθμιση της Εθνοφυλακής δεν σταματάει φυσικά εδώ. Στο παρόν άρθρο προσπαθήσαμε να δώσουμε μια άλλη ιδέα αναφορικά με τις προοπτικές που ανοίγονται ώστε να καταστεί η Ελληνική Εθνοφυλακή ουσιαστικότερος παράγοντας αποτροπής και συμβολής στην Εθνική Άμυνα. Δεσμευόμαστε σε κάθε περίπτωση πως θα παρακολουθούμε τις προσπάθειες που γίνονται για την βελτίωση των μονάδων Εθνοφυλακής και πως θα επανερχόμαστε τακτικά καταθέτοντας την προσωπική μας άποψη προς αυτήν την κατεύθυνση.
Κλείνουμε με την επισήμανση ότι παλιότερης τεχνολογίας όπλα εξακολουθούν να κατέχουν σημαντική θέση στο οπλοστάσιο κάθε στρατού. Σε έναν πόλεμο υψηλής έντασης και μεγάλης διάρκειας, είναι βέβαιο ότι τα σύγχρονα οπλικά συστήματα θα “καταναλωθούν” με γοργούς ρυθμούς και από τις δύο πλευρές. Τότε, τα παλαιότερης τεχνολογίας όπλα θα μπορέσουν να συνεχίσουν τον πόλεμο. Όποιος στρατός έχει κάνει τέτοια πρόβλεψη θα μπορέσει να συνεχίσει τον πόλεμο. Σε αντίθετη περίπτωση απλώς θα πάψει να υφίσταται. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δείχνει τον δρόμο…