Το ίδρυμα RAND, η πανίσχυρη δεξαμενή σκέψης που σε μεγάλο βαθμό καθορίζει την χάραξη της εξωτερικής και της αμυντικής πολιτικής των ΗΠΑ, σε πρόσφατη μελέτη του συμπεραίνει ότι το τέλος του πολέμου στην Ουρανία θα σημάνει ήττα για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, η οποία θα είναι ή μικρότερη ή μεγαλύτερη, ανάλογα με τις στρατηγικές επιλογές της Ουάσιγκτον.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το RAND προειδοποιεί αμερικανική κυβέρνηση για ήττα σε πόλεμο. Το 1969 μία παρόμοια έκθεση προέβλεπε την ήττα των ΗΠΑ στο Βιετνάμ. Μάλιστα η έκθεση αποκάλυπτε ότι οι κυβερνήσεις γνώριζαν το προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα, αλλά συνέχιζαν να υποστηρίζουν μία χαμένη υπόθεση δαπανώντας τεράστια ποσά σε στρατιωτική βοήθεια στο Ν. Βιετνάμ και στην διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά και σε ζωές Αμερικανών στρατιωτών και Βιετναμέζων πολιτών. Μία εκπληκτική ομοιότητα με την περίπτωση της Ουκρανίας.
Αν και η έκθεση δεν μπορεί να προσδιορίσει το πότε θα τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, ωστόσο πιστεύει ότι αυτό θα γίνει με ήττα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, οδηγώντας σε δύο σενάρια μεταπολεμικής εποχής, στα οποία η κατάσταση θα είναι λιγότερο ή περισσότερο χειρότερη για την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Στο πρώτο σενάριο, όπου ο πόλεμος λήγει γρήγορα και οι αντίπαλοι συνάπτουν ανακωχή, η Ουκρανία καταλήγει σε απώλεια των ανατολικών επαρχιών της και βγαίνει από την σύγκρουση με κατεστραμμένη οικονομία. Όσο για την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, αυτό ούτε καν υπάρχει περίπτωση. Παρόλα αυτά, το ΝΑΤΟ πιθανολογείται ότι μπορεί να διασώσει την ενότητά του.
Στο δεύτερο σενάριο, όπου η Δύση εξακολουθεί να υποστηρίζει στρατιωτικά το Κίεβο, η λήξη του πολέμου αργεί, αλλά η Ουκρανία χάνει μεγάλο ποσοστό εδαφών (πιθανώς υπονοείται η απώλεια του Χαρκόβου και της Οδησσού). Η συνέπεια ενός τέτοιου σεναρίου – υποστηρίζει το RAND – θα θέσει σε κίνδυνο την οικονομία της Ευρώπης και των ΗΠΑ καθώς και την συνοχή του ΝΑΤΟ, γιατί θα υπάρξουν κράτη-μέλη που θα πιεστούν από την λαϊκή αντίδραση να αποχωρήσουν, έστω από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας.
Εμμέσως, πλην σαφώς, το RAND προτείνει στην Ουάσιγκτον να κηρύξει μία «νίκη» στην Ουκρανία, υπό την έννοια ότι το ΝΑΤΟ δεν επέτρεψε στην Ρωσία να καταλάβει την χώρα. Ωστόσο, είναι γνωστό ότι η Μόσχα ουδέποτε ήθελε να καταλάβει την Ουκρανία και να εμπλακεί σε έναν αέναο αντι-ανταρτοπόλεμο σε πόλεις, χωρία και δάση. Αντίθετα, η Μόσχα έχει δηλώσει επανειλημμένως ότι επιθυμεί μία ουδέτερη Ουκρανία και χωρίς ναζιστικά στοιχεία (τα οποία είναι όμως είναι οι πυλώνες του καθεστώτος του Κιέβου και πριν από τον Ζελένσκι). Η δήλωση αυτή της περίεργης «νίκης» θα σώσει – πιστεύει το RAND – την υπόληψη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, τουλάχιστον προς το ευκολόπιστο και αδαές κοινό.
Η περίπτωση, ωστόσο, να αγνοηθεί το RAND – όπως στο Βιετνάμ – είναι ισχυρή. Ο Μπάιντεν πιέζει για νέα βοήθεια προς την Ουκρανίας, ενώ ανώτατα στελέχη της Γερμανίας δηλώνουν ότι αν διακοπεί η αμερικανική βοήθεια στο Κίεβο, η ΕΕ πρέπει να αναλάβει την συνέχισή της! Η ΕΕ, η οποία αντιμετωπίζει πολύ δύσκολα οικονομικά προβλήματα, ενώ διαθέτει μία παρηκμασμένη κοινωνία που απεχθάνεται κάθε στρατιωτικό, και κυρίως την υποχρεωτική θητεία.
Η Γερμανία μάλιστα εξετάζει το ενδεχόμενο ανάπτυξης πυρηνικού οπλοστασίου για να «προστατευτεί» από την Ρωσία, σε περίπτωση διάλυσης του ΝΑΤΟ μετά την εκλογή Τραμπ, αν και δεν υπάρχει ενδεχόμενο τέτοιας απόφασης. Το Βερολίνο φαίνεται ότι προσπαθεί να ηγηθεί μίας προσπάθειας πυρηνικού εξοπλισμού και πυρηνικού ανταγωνισμού με την Ρωσία, η οποία θα φέρει την Ευρώπη στο χείλος της καταστροφής.
Να σημειώσουμε το δόγμα των ΗΠΑ περί «περιορισμένου πυρηνικού πολέμου» στην Ευρώπη την δεκαετία του 1980, ουσιαστικά αποδεχόταν μία πυρηνική αναμέτρηση του ΝΑΤΟ με την ΕΣΣΔ σε ευρωπαϊκό έδαφος, αλλά χωρίς να εμπλέκονται οι ΗΠΑ. Τότε, την κατάσταση έσωσε η Γαλλία, η οποία ξεκαθάρισε στην Ουάσιγκτον ότι θα χτυπήσει ρωσικές πόλεις, αν δεχθεί πυρηνικό πλήγμα από το έδαφος οποιουδήποτε μέλους του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ωθώντας την Μόσχα σε πλήγματα στο αμερικανικό έδαφος.
Τότε η Γαλλία όμως δεν ανήκε στο ΝΑΤΟ, και είναι παράξενο πως έμεινε εκτός Συμμαχίας σε όλη την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου (που υπήρχε όντως απειλή από την ΕΣΣΔ) αλλά εντάχθηκε την δεκαετία του 2000, δέκα και πλέον έτη μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης… Σήμερα, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μπορεί να παίξουν τον ρόλο που ήθελε τότε η Ουάσιγκτον, δηλαδή να διακινδυνεύσουν έναν πυρηνικό πόλεμο με την Ρωσία, κάτι που θα έβγαζε από την σκακιέρα της παγκόσμιας ισχύος δύο από τους πιο επικίνδυνους για τις ΗΠΑ παίκτες.