Το τσουνάμι εγκληματικότητας που πλήττει την χώρα λόγω της ανεξέλεγκτης λαθρομετανάστευσης των τελευταίων ετών, αλλά και του οργανωμένου εγκλήματος, επιβάλλει την επαύξηση της αστυνόμευσης με την βοήθεια και των πολιτών σε οργανωμένη μορφή υπό το σχήμα της Επικουρικής Αστυνομίας.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Τόλιας
Ένα επιτακτικό αίτημα της ελληνικής κοινωνίας σήμερα είναι αυτό για περισσότερη ασφάλεια. Η αθρόα έλευση εκατοντάδων χιλιάδων αλλοεθνών και αλλόθρησκων στην χώρα τις τελευταίες δεκαετίες και η εγκατάστασή τους στις ελληνικές πόλεις και στην επαρχία, πέραν την πληθυσμιακής αλλοίωσης που έχει επιφέρει, έχει επιβαρύνει την κατάσταση ασφαλείας και επηρεάσει αρνητικά το αίσθημα ασφαλείας των πολιτών.
Το παρόν μοντέλο αστυνόμευσης, έχει ωθηθεί στα όρια του, καταφέρνοντας να ελέγξει παρά μόνο οριακά την όλη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, εξ αιτίας τόσο λανθασμένης προσέγγισης της απελθούσης πολιτικής ηγεσίας επί του θέματος όσο και αντικειμενικών περιορισμών. Εκείνο που απαιτείται φαίνεται πως είναι η αύξηση της αστυνόμευσης με την πύκνωση της εμφανούς παρουσίας της αστυνομίας, με σκοπό τόσο την εμπέδωση του αισθήματος ασφαλείας όσο και την ενίσχυση της αποτρεπτικής εικόνας του κράτους. Η υιοθέτηση του θεσμού της Auxiliary Police (Βοηθητική ή Επικουρική Αστυνομία) έρχεται να προσφέρει στην κάλυψη αυτής της απαίτησης.
AuxiliaryPolice
Υπηρεσίες με αυτόν τον τίτλο υπήρχαν και υπάρχουν σε πολλές χώρες παγκοσμίως. Δεν είναι παρά εφεδρικές υπηρεσίες αστυνομικών “μερικής απασχόλησης”, κατά βάση εθελοντών. Μπορεί να είναι ένστολοι ή μη και ένοπλοι ή άοπλοι. Επίσης, μπορούν να λαμβάνουν μια αποζημίωση ή η υπηρεσία τους να είναι καθαρά αφιλοκερδής. Το μοντέλο της “Επικουρικής Αστυνομίας” διαφέρει από χώρα σε χώρα ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες και την φυσιογνωμία της. Χώρες δημοκρατικές και φιλελεύθερες τείνουν διαχρονικά να υιοθετούν πιο «χαλαρές» μορφές αστυνόμευσης, προκειμένου να μην θίγονται τα ατομικά δικαιώματα και οι ελευθερίες των πολιτών τους, ενώ άλλες με πιο «κρατικιστικά» καθεστώτα υιοθετούν πιο «στιβαρές» μορφές. Πάντως, με την επέκταση της σκληρής εγκληματικότητας και της απειλής της τρομοκρατίας φαίνεται ότι υπάρχει αλλαγή, και αυτό αντανακλάται ακόμα και στον θεσμό της Επικουρικής Αστυνομίας, καθώς υπάρχει η τάση ή η συζήτηση περί ενισχύσεως του προφίλ και της φυσιογνωμίας της.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε το παράδειγμα της Auxiliary Police της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης (NYPD) στην οποία οι Auxiliaries είναι κατά βάση άοπλοι, αλλά τελευταία έχει παραχωρηθεί ατύπως το δικαίωμα σε κάποια μέλη τους να οπλοφορούν.
Βασική αποστολή της Auxiliary Police στις διάφορες αστυνομικές υπηρεσίες των ΗΠΑ είναι η πύκνωση του δικτύου εμφανούς επιτήρησης της αστυνομίας, ώστε να εξασφαλίζεται η παρουσία της και η ταχύτητα ειδοποίησης και αντίδρασης σε περιστατικά ανομίας.
Οι Auxiliaries είναι στην ουσία εθελοντές πολίτες, που προσφέρονται να συνδράμουν το έργο της αστυνομίας, περιπολώντας στις γειτονιές τους και παρέχοντας έγκαιρη προειδοποίηση για επεισόδια αστυνομικού ενδιαφέροντος στον τομέα ευθύνης τους. Δεν παρεμβαίνουν σε αυτά, παρά μόνο σε εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις. Λειτουργούν τρόπων τινά ως τα «μάτια» και τα «αυτιά» του οικείου αστυνομικού τμήματος, προσφέροντας φυσική παρουσία εκεί όπου απαιτείται. Ενδιαφέρον είναι πως αυτό το σύστημα έχει υιοθετηθεί ακόμα και σε κράτη με προηγμένη τεχνολογική υποδομή, καθώς έχει γίνει παραδεκτό πως καμιά τεχνολογία δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ανάγκη για φυσική ανθρώπινη παρουσία, ακόμα και σε ρόλο επιτήρησης – ή αλλιώς για “foots on the ground” όπως θα λέγαμε δανειζόμενοι έναν όρο από την στρατιωτική ορολογία.
Ελληνική εφαρμογή
Η αλήθεια είναι πως η παρούσα οικονομική συγκυρία δεν επιτρέπει την υιοθέτηση ενός ολοκληρωμένου μοντέλου Επικουρικής Αστυνομίας στην Ελλάδα. Επειδή, όμως, η ανάγκη παραμένει στις παρακάτω γραμμές θα παρουσιαστεί μια ρεαλιστική πρόταση για την δημιουργία μιας ελληνικής Επικουρικής Αστυνομίας, ενώ θα θιγεί εν συντομία το περίγραμμα μιας ολοκληρωμένης και πλήρους της μορφής.
Είναι προφανές πως η οργανωτική ευθύνη για την δημιουργία μιας ελληνικής Auxiliary Police πέφτει στους ώμους της ΕΛ.ΑΣ, η οποία καλείται να βρει τρόπο να την εντάξει στο δυναμικό της.
Μια πρόταση είναι κάθε Αστυνομικό Τμήμα να οργανώσει τμήματα και ομάδες Επικουρικής Αστυνομίας στον τομέα ευθύνης τους. Το δυναμικό θα αντλείται από πολίτες της περιοχής, οι οποίοι θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον για την ένταξη τους σε αυτόν τον θεσμό και οι οποίοι θα περάσουν ένα ταχύρρυθμο σχολείο εκπαίδευσης με ευθύνη του οικείου Α.Τ διάρκειας τουλάχιστον ενός μηνός. Η εκπαίδευση θα περιλαμβάνει τόσο θεωρητικό όσο και πρακτικό σκέλος. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην νομική-αστική τους κατάρτιση που θα τους καταστήσει σαφή τα όρια των καθηκόντων τους και της δικαιοδοσίας τους.
Τα μέλη της Επικουρικής Αστυνομία θα υπηρετούν για διάστημα 2-4 ωρών και 3-5 ημερών την εβδομάδα, με τα προβλεπόμενα ρεπό, άδειες και απαλλαγές. Αν και είναι δύσκολο στη παρούσα οικονομική συγκυρία, μια στοιχειώδης αποζημίωση κρίνεται απαραίτητη, τόσο για λόγους ηθικού και κινήτρου όσο και υποστήριξης του κύρους του θεσμού.
Το μοντέλο επιχειρησιακής χρησιμοποίησης της Επικουρικής Αστυνομία δεν θα διαφέρει ριζικά από αυτό που ακολουθείται παγκοσμίως: τα μέλη της ελληνικής επικουρικής αστυνομίας θα υπηρετούν ΈΝΣΤΟΛΑ και ΈΝΟΠΛΑ, αστυνομεύοντας τις γειτονιές τους, πυκνώνοντας το δίκτυο επιτήρησης της ΕΛ.ΑΣ και εμπεδώνοντας το αίσθημα ασφαλείας των πολιτών.
Στον βασικό τους εξοπλισμό θα περιλαμβάνονται αλεξίσφαιρο γιλέκο, αστυνομική εξάρτυση, ασύρματος, αστυνομική ράβδος, spray πιπεριού και κάποιο πυροβόλο όπλο χειρός (αυτόματο πιστόλι ή περίστροφο). Ο εξοπλισμός θα παρέχεται από τα αποθέματα της ΕΛ.ΑΣ, αλλά θα υπάρχει και η πρόβλεψη τα μέλη της Επικουρικής να προμηθεύονται με δικά τους έξοδα από το εμπόριο. Οι Επικουρικοί θα περιπολούν στους καθορισμένους χώρους ευθύνης τους, επιβλέποντας την κατάσταση και ειδοποιώντας την αστυνομία σε ανάλογα περιστατικά. Δεν θα επεμβαίνουν άμεσα σε περιστατικά παραβατικότητας και δεν θα κάνουν χρήση του ατομικού τους οπλισμού, παρά μόνο για αυτοάμυνα και σε πολύ ειδικές περιπτώσεις π.χ. όταν απειλείται άμεσα η ζωή κάποιου, όπως προβλέπει ο Νόμος και για τους αστυνομικούς.
Οι περιπολίες των Επικουρικών θα είναι τόσο πεζές όσο και εποχούμενες. Πιο συγκεκριμένα, για τις ανάγκες της εποχούμενης αστυνόμευσης, θα χρησιμοποιούν τα ιδιωτικά τους οχήματα (αυτοκίνητα ή μοτοσυκλέτες ακόμα και ποδήλατα), τα οποία θα είναι πιστοποιημένα με την τοποθέτηση διακριτικών και προσθαφαιρούμενου αστυνομικού φάρου και ίσως και ενός αναλογικού ασυρμάτου.
Εννοείται πως πρέπει να υπάρξει ανάλογη νομοθετική ρύθμιση, που θα καθορίσει το πλαίσιο λειτουργίας του νέου θεσμού, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών που θα τον στελεχώσουν και θα ορίζει λεπτομερώς τον σχετικό κανονισμό λειτουργίας.
Στην ουσία, η ιδέα πίσω από τον θεσμό του “Επικουρικού Αστυνομικού” είναι η συμμετοχή του πολίτη στην αστυνόμευση και κατ’ επέκταση στην ασφάλεια της κοινότητας στην οποία ανήκει.
«Ενισχυμένη» Επικουρική Αστυνομία
Φυσικά όταν τα οικονομικά της χώρας βελτιωθούν είναι δυνατόν να υιοθετηθούν βελτιώσεις και τομές. Θα μπορούσε π.χ. το τροχαίο υλικό της Επικουρικής Αστυνομίας να είναι εξ’ αρχής τυποποιημένο, αποκτώμενο με κρατικά έξοδα με την μέθοδο του leasing από εμπορικές αντιπροσωπίες αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, στην επιθυμητή διαμόρφωση.
Επίσης, ο οπλισμός θα μπορούσε να ενισχυθεί με όπλα μέσης ισχύος όπως τα “καραμπινάκια” της Ruger ή της Beretta ή ακόμα και με λειόκαννα όπλα, όπως χρησιμοποιούν αντίστοιχες αστυνομικές υπηρεσίες παγκοσμίως.
Φυσικά θα πρέπει να καθιερωθούν υλικές, θεσμικές και ηθικές ανταμοιβές για τα μέλη της, που θα ενίσχυαν το ηθικό και την απόδοση του προσωπικού.
Κατά την γνώμη μας, το μοντέλο πάνω στο οποίο θα έπρεπε να χτισθεί μια υπηρεσία Ελληνικής Επικουρικής Αστυνομίας είναι αυτό της πάλαι ποτέ Επικουρικής Εφεδρικής Αστυνομίας του Δυτικού Βερολίνου, το οποίο συνόδευσε την υπό δυτικογερμανικό έλεγχο πόλη καθ’ όλη σχεδόν την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Σημειώνεται εδώ πως η Freiwillige Polizei-Reserve, όπως ονομάζονταν επίσημα, ιδρύθηκε το 1961 προκειμένου να δράσει ως αντίβαρο των ανατολικογερμανικών “Συγκροτημάτων Μάχης της Εργατικής Τάξης” με στόχο την υποβοήθηση του έργου της κανονικής αστυνομίας του Βερολίνου σε περίπτωση ταραχών και επίθεσης του Συμφώνου της Βαρσοβίας με καθήκοντα διεξαγωγής αστικού αγώνα και φύλαξη δημοσίων κτιρίων και άλλων ευαίσθητων πολιτικών στόχων και υποδομών. Για αυτόν τον λόγο τα μέλη της βερολινέζικης Επικουρικής Αστυνομίας εκπαιδεύονταν στην χρήση αραβίδων, πιστολιών και υποπολυβόλων. Τελικά, η λήξη του Ψυχρού πολέμου και η ανάδυση πολιτικής φύσης προβλημάτων οδήγησαν στην κατάργηση αυτής της παρα-αστυνομικής υπηρεσίας.
Η ιδέα πάντως μπορεί κανείς να πει ότι ταιριάζει απόλυτα με τις ελληνικές ανάγκες εξ αιτίας της υφιστάμενης κλασσικής απειλής εξ’ ανατολών, η οποία συνδυάζεται τόσο με ασύμμετρες απειλές παραστρατιωτικού τύπου, όσο και την απειλή ενός ιδιότυπου «στρατού» λαθρομεταναστών μουσουλμανικού θρησκεύματος που αλληθωρίζουν και οι δύο προς την κατεύθυνση του κύριου δυνητικού αντιπάλου.
Η ύπαρξη, λοιπόν, μιας καλά οργανωμένης και στα μέτρα του λογικού εξοπλισμένης Επικουρικής Αστυνομίας συμβάλει, έστω ως δευτερεύων παράγοντας, στην αντιμετώπιση της απειλής, σε συνδυασμό φυσικά με τις κύριες δυνάμεις (Στρατός, Εθνοφυλακή, Αστυνομία).
Επίλογος
Σε κάθε περίπτωση η ανάγκη για την ενίσχυση της αστυνόμευσης κρίνεται ως άμεση. Η Επικουρική Αστυνομία είναι μια μόνο πιθανή μορφή που αυτή μπορεί να προσλάβει. Δεσμευόμαστε να παρακολουθούμε τις εξελίξεις και να προβούμε στην κατάθεση και άλλων προτάσεων, συμβάλλοντας ως ιστοσελίδα στην αναβάθμιση του τομέα της δημοσίας τάξης και ασφάλειας.