Οι εξελίξεις του τελευταίου έτους στην Ουκρανία επιβεβαιώνουν για μια ακόμη φορά την σημασία της στρατιωτικής ισχύος.
Η εντυπωσιακή επίδειξη ισχύος της Ρωσικής αρκούδας, την οποία παρακολουθεί έντρομη η παγκόσμια κοινότητα, μην μπορώντας στην ουσία να αντιδράσει ευθέως και συμμετρικά, καταδεικνύει με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο,πέραν της ανεπάρκειας των ηγετών του δυτικού κόσμου, πως η κάθε ενέργεια σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο πρέπει να υποστηρίζεται από επαρκή στρατιωτική ισχύ.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Τόλιας
Αυτή είναι μια διαχρονική αλήθεια την οποία πολλοί στον δυτικό κόσμο, μηδέ της χώρας μας εξαιρουμένης, τείνουν να ξεχνούν, φλερτάροντας με απόψεις και θεωρίες που αποδίδουν ήσσονα ρόλο στην στρατιωτική ισχύ και τη σημασία της, εκθειάζοντας την δύναμη του οικονομικής ισχύς και της διπλωματίας που μπορεί, υποτίθεται, να δώσει λύση σε όλα τα διεθνή προβλήματα.
Ενδιαφέρον είναι πως η αυτή η θέση έχει ετερόκλητη ιδεολογική προέλευση, καθώς δείχνουν να έχουν προσχωρήσει σε αυτήν τόσο οι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού, όσο και εκείνοι της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής αριστεράς.
Δυστυχώς για όλους αυτούς η πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Στον κόσμο που ζούμε και όχι σε αυτόν που θα ήθελαν να ζουν ορισμένοι τα πάντα είναι συσχετισμός δύο βασικών εννοιών: του συμφέροντος και της ισχύος. Και όταν μιλάμε για ισχύ, εννοούμε την ικανότητα κάποιου να επιβάλλει την θέληση του.
Και η ικανότητα κάποιου να επιβάλλει την θέληση του μετράται τελικά στο πόσα άρματα μάχης και πόσα πολεμικά αεροσκάφη έχει στην διάθεση του και όχι από την τιμή των spreads, το πρωτογενές πλεόνασμα, την όποια αναβάθμιση της επενδυτικής βαθμίδας και το σύστημα υγείας και κοινωνικής ασφάλισης.
Τα τελευταία έχουν κάποια σημασία στον βαθμό που μπορούν να υποστηρίξουν και να συντηρήσουν μια αποτελεσματική στρατιωτική μηχανή, όχι ανεξάρτητα και πάντως δεν μπορούν να λαμβάνονται ως δείκτες ισχύος(που ελάχιστη σχέση έχει με την έννοια της ευημερίας, διεκυρηγμένο στόχο πολιτικού συστήματος και κοινωνίας εν Ελλάδι).
Όσο για την έννοια της διπλωματίας είναι απαραίτητο να τονίσουμε το προφανές.
Η διπλωματία δεν είναι ισχύς αλλά διαχείριση ισχύος. Αν δεν διαθέτεις επαρκή στρατιωτική ισχύ, τότε ακόμα και με την καλύτερη διαχείριση της, την καλύτερη δηλαδή διπλωματία, δεν μπορείς να πετύχεις θετικό αποτέλεσμα.
Αυτό μπορεί να έρχεται σε χτυπητή αντίθεση με την ευρύτατα διαδεδομένη στη χώρα μας άποψη που διατύπωσε προ πολλών ετών, παραμονές ελληνοτουρκικής κρίσης γνωστός πολιτικός , πως “ένας διπλωμάτης είναι καλύτερος από ένα σύνταγμα στρατού”, φαίνεται όμως πως η παραπάνω ρήση δεν δικαιώθηκε διαχρονικά από την Ιστορία.
Όλοι αυτοί που συγκινούνται από την διπλωματία και την χρήση της, ασχέτως αν κατέχουν ελάχιστα από αυτή, ας ρωτήσουν τους πραγματικούς διπλωμάτες πόσο σίγουροι αισθάνονται σε μια διαπραγμάτευση χωρίς την παρουσία (αρκετών) συνταγμάτων στρατού πίσω τους.
Το λέμε αυτό γιατί κάτι μας λέει πως η «θεοποίηση» της έννοιας της διπλωματίας στην χώρα μας ελάχιστη σχέση έχει να κάνει με την ρεαλιστική αντίληψη των παραγόντων που επηρεάζουν το διεθνές σύστημα, αλλά είναι μάλλον μια εφεύρεση ορισμένων προκειμένου να δικαιολογήσουν τον στόχο τους, που δεν είναι άλλος από την μείωση έως βαθμού εξαφάνισης των «επαχθών» αμυντικών δαπανών προκειμένου να απελευθερωθούν πόροι για …κοινωνική πολιτική (κοινώς για άσκηση παρασιτικού υπερκαταναλωτισμού).
Προκειμένου να αποφύγουμε κάθε πιθανή παρεξήγηση, ούτε την σημασία της διπλωματίας υποτιμούμε, ούτε την ανάγκη άσκησης κοινωνικής πολιτικής.
Λέμε απλά πως προϋπόθεση για την άσκηση επιτυχούς διπλωματίας, καθώς και την ανάπτυξη ενός περιβάλλοντος ασφάλειας και ευημερίας ενός λαού είναι η κατοχή εκ μέρους του επαρκούς ισχύος που μεταφράζεται σε στρατιωτική ισχύ.
Όσα κατά καιρούς έχουν ακουστεί ως εναλλακτικές όπως η “η προώθηση της οικονομικής συνεργασίας, ”, “η ανάπτυξη πνεύματος κατανόησης”, “η προώθηση των ελληνικών θέσεων στα διεθνή φόρα” έως και η “ανάπτυξη της ταξικής αλληλεγγύης των λαών” στερούνται σοβαρότητας και ρεαλισμού και αντιμετωπίζονται σκωπτικά από εκείνους που σχεδιάζουν την διεθνή πολιτική. Και σε όσους επιλέγουν να αγνοούν, για λόγους ιδιοτελούς και στενά εννοούμενου ατομικού συμφέροντος(απαιτεί προσωπικές θυσίες βλέπεις…) την σημασία της ένοπλης ισχύος και αρκούνται απλώς στο να ξορκίζουν τον πόλεμο, δεν έχουμε παρά να επισημάνουμε την διαχρονική ρήση του Τρότσκι:
” Εσείς μπορεί να μην ενδιαφέρεστε για τον πόλεμο, εκείνος όμως ενδιαφέρεται για εσάς”.
Εν κατακλείδι, ας σταματήσουμε να βαυκαλιζόμαστε σαν λαός με «ειρηνιστικές» και «αντιμιλιταριστικές» φαντασιώσεις και ας κάνουμε το αυτονόητο: ας ενδυναμώσουμε την στρατιωτική μας ισχύ ώστε να μπορούμε να σταθούμε με αξιώσεις στο διεθνές σύστημα, θέτοντας τα θεμέλια για μια πραγματικά ισχυρή, ασφαλή και ευημερούσα χώρα.